Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας έδωσε στη δημοσιότητα την έρευνά της για τη διαφθορά στην Ελλάδα.
Το 46,2 % των πολιτών θεωρούν ότι υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς σε πολύ μεγάλο βαθμό με πάνω από τους μισούς πολίτες που απάντησαν σε πρόσφατη έρευνα της ΕΑΔ, να θεωρούν ως σημαντικότερο πεδίο διαφθοράς την κατάχρηση της θέσης που κατέχει κάποιος εντός της δημόσιας διοίκησης με σκοπό την εξασφάλιση αδικαιολόγητων οφελών για τον ίδιο ή για τρίτο πρόσωπο.
Μέσα Ενημέρωσης, Πολιτική, Πολεοδομία, Δημόσιος Τομέας, Τοπική Αυτοδιοίκηση, Δικαιοσύνη και Υγεία βρίσκονται στις πρώτες θέσεις των τομέων του δημόσιου βίου που οι πολίτες θεωρούν ότι προηγούνται στη διαφθορά ενώ δηλώνουν ότι να εμπιστεύονται περισσότερο τις ένοπλες δυνάμεις ως τομέα του δημοσίου βίου με τα χαμηλότερα ποσοστά διαφθοράς.
Ωστόσο, περισσότεροι από τους μισούς πολίτες (ποσοστό Το 52,7%) θεωρούν ότι έχουν γίνει βήματα προόδου για την αντιμετώπιση της διαφθοράς (λαμβάνοντας υπόψιν τον ψηφιακό μετασχηματισμό που έχει προχωρήσει, τη λειτουργία του gov.gr, την άυλη συνταγογράφηση, τη λειτουργία του e-efka κ.λπ.) αντίθετα 31,9 πιστεύουν ότι δεν έχει συντελεστεί πρόοδος στην αντιμετώπιση της διαφθοράς.
Την ίδια ώρα, οι πολίτες πιστεύουν ότι οι πελατειακές σχέσεις, η ευνοιοκρατία και η απουσία αυστηρού νομικού πλαισίου (ατιμωρησία) είναι οι βασικοί λόγοι που συντηρούν τα φαινόμενα διαφθοράς. Ακολουθούν η απουσία πολιτικής βούλησης, η αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών, η γραφειοκρατία ενώ ποσοστό 14.8 % αποδέχεται ότι η διαφθορά είναι μέρος της κουλτούρας και της συμπεριφοράς μας.
Το 71,3% θεωρεί ότι η διαφθορά είναι πιο εκτεταμένη στη χώρα μας σήμερα σε σχέση με τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ποσοστό 23,7 (όχι ,μάλλον όχι) έχει αντίθετη άποψη. Ταυτόχρονα, το 25,3% των πολιτών ότι επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τα φαινόμενα διαφθοράς την καθημερινότητά τους (π.χ. ισονομία, ίσες ευκαιρίες, συμμετοχή στους θεσμούς της δημοκρατίας, πρόσβαση σε δομές υγείας, παιδεία, δικαιοσύνη κ.λπ.).
Το 63% πιστεύει ότι υπάρχει ανοχή της ελληνικής κοινωνίας και των πολιτών απέναντι σε φαινόμενα διαφθοράς, με το 72,7% να θεωρεί ότι αυτό συμβαίνει λόγω του ότι προτάσσεται το ατομικό συμφέρον έναντι του κοινωνικού/ συλλογικού. Παράλληλα, το 75% των πολιτών θεωρεί πολύ ή αρκετά πιθανό να κατήγγειλε μια υπόθεση διαφθοράς στην περίπτωση που έπεφτε στην αντίληψή του.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η ΕΑΔ:
«Στην 1η ερώτηση να απαντήσουν οι πολίτες σχετικά με το αν θεωρούν ότι υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς στην Ελλάδα και σε ποιο βαθμό, περίπου 8 στους 10 ερωτώμενους απάντησαν ότι υπάρχουν σε πολύ μεγάλο ή/και μεγάλο βαθμό. Η τάση αυτή δεν είναι καινούργια καθώς εμφανίζεται και σε όλες τις σχετικές προηγούμενες έρευνες. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι ελαφρώς μικρότερο (καλύτερο δηλαδή) από την τελευταία πχ έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για το 2022. Ένα σημείο που αξίζει την προσοχή μας είναι ότι στις ηλικίες 25-39 καταγράφονται υψηλότερα ποσοστά του μέσου όρου (9 στους 10 αντί για 8 στους 10) γεγονός που μας προβληματίζει και απαιτεί την εγρήγορση μας στο σχεδιασμό δράσεων που στοχεύουν συγκεκριμένα σε αυτές τις ηλικίες.
Περνώντας στη 2η ερώτηση όπως είδαμε και προηγουμένως οι ερωτώμενοι αντιλαμβάνονται διαφορετικά την έννοια της διαφθοράς. Στην ερώτηση λοιπόν για το ποιο από τα παρακάτω πεδία διαφθοράς είναι για εσάς ποιο σημαντικό, ένα 54% περίπου απαντά ότι είναι η κατάχρηση της θέσης που κατέχει κάποιος εντός της δημόσιας διοίκησης με σκοπό την εξασφάλιση αδικαιολόγητων οφελών για τον ίδιο ή για τρίτο πρόσωπο, ενώ 2 στους 10 θεωρούν ως πιο σημαντική την αξιοποίηση κομματικών προσβάσεων με στόχο την επίτευξη παράνομων προσωπικών στόχων ή στόχων τρίτων, δηλαδή την ευνοιοκρατία. Ένα 15,5% αξιολογούν ως σημαντικό για αυτούς την κακή διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων, δηλαδή όπως το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης.
Και σε αυτό το σημείο στεκόμαστε λίγο παραπάνω, καθώς οι πόροι που εισρέουν και θα εισρεύσουν στη χώρα το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα αποτελούν τεράστια ευκαιρία για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, μείωσης της ανεργίας, ψηφιακού μετασχηματισμού, βελτίωσης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά ταυτόχρονα θέτουν τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου σε αυξημένη εγρήγορση. Στο πλαίσιο αυτό με τη λειτουργία του Εθνικού Συντονιστικού Οργάνου Ελέγχου και Λογοδοσίας στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας στο οποίο συμμετέχουν οι σημαντικότεροι ελεγκτικοί φορείς της χώρας έχουμε κατορθώσει να συντονίζουμε αποτελεσματικά τη δράση μας διοργανώνοντας μεικτές αποστολές ελέγχου με προσωπικό υψηλών προσόντων και εξειδίκευσης αλλά και να ανταλλάσσουμε ενεργά τεχνογνωσία και εμπειρίες στο πεδίο.
Και περνάμε στην 3η ερώτηση που περιμένουν πολλοί αναφορικά με τους τομείς της δημόσιας ζωής τους οποίους κρίνουν ως πιο επιρρεπείς στη διαφθορά, ή αλλιώς τους «πρωταθλητές της διαφθοράς», σύμφωνα πάντα με τις αντιλήψεις των ερωτώμενων. Πάρα πολύ κοντά βρίσκονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η πολιτική με ποσοστό περίπου 85%, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται οι ένοπλες δυνάμεις με ποσοστό 26% και ο Πολιτισμός με 41%, τομείς τους οποίους οι ερωτώμενοι θεωρούν ότι υπάρχει διαφθορά σε μικρότερο βαθμό.
Και στην περίπτωση αυτή, όπως και προηγουμένως, στη δημογραφική ανάλυση, υψηλότερα ποσοστά εμφανίζονται στις ηλικίες 17-39. Επειδή όπως αναφέραμε και πριν η διαφθορά είναι κάτι εξαιρετικά ευρύ όπως και ο τρόπος με τον οποίο τον αντιλαμβάνονται οι ερωτώμενοι ενώ και η έρευνα αποτυπώνει στάσεις και παγιωμένες αντιλήψεις της κοινής γνώμης απαιτείται εξαιρετικά μεγάλη προσπάθεια από την πλευρά της Πολιτείας με στοχευμένες δράσεις προκειμένου οι τάσεις αυτές να μεταβληθούν προς το καλύτερο, να βελτιωθούν.
Στην κατεύθυνση αυτή σε πεδία όπως είναι ο αθλητισμός αλλά και η υγεία η Εθνική Αρχή Διαφάνειας έχει καταρτίσει σε συνεργασία με το Υφυπουργείο Αθλητισμού και το Υπουργείο Υγείας εξειδικευμένες τομεακές στρατηγικές καταπολέμησης της διαφθοράς που περιέχουν δράσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες των φορέων, τις οποίες πριν απ’ όλους έχουν αγκαλιάσει και επιθυμούν να εφαρμόσουν οι αντίστοιχες πολιτικές ηγεσίες.
Στο σημείο αυτό αξίζει αναφέρουμε ότι και για τους υπόλοιπους τομείς του δημόσιου βίου που οι ερωτώμενοι έχουν αναγνωρίσει ότι υπάρχει διαφθορά σε πολύ μεγάλο και μεγάλο βαθμό έχουν γίνει, γίνονται, αλλά και προγραμματίζεται να γίνουν σημαντικά βήματα. Πιο συγκεκριμένα, το περασμένο καλοκαίρι εγκρίθηκε στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο στο επίπεδο του Υπουργικού Συμβουλίου, υποδηλώνοντας και την αντίστοιχη δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας, το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς για την περίοδο 2022-2025 με την έκδοση σχετικής πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου, έπειτα από εκτεταμένη διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς χάραξης και άσκησης δημόσιων πολιτικών, εξειδικευμένων ιδιωτικών φορέων αλλά και της κοινωνίας των πολιτών.
Εκεί περιλαμβάνονται δράσεις και παρεμβάσεις τόσο κανονιστικές όσο και περισσότερο επιχειρησιακές που ακουμπούν σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου που βλέπουμε και στην παρούσα ερώτηση, από τις δημόσιες συμβάσεις, τη δικαιοσύνη, την τοπική αυτοδιοίκηση, το δημόσιο τομέα εν γένει, την πολεοδομία, τις εφορίες κα..
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι πρωτοβουλίες τόσο οι δικές μας όσο και αυτές που κάνουμε σε συνεργασία με το Υπουργείο Εσωτερικών, όπως η ρύθμιση των δραστηριοτήτων επιρροής για τις οποίες ακούσατε προηγουμένως, αλλά και η εγκαθίδρυση του Εθνικού Συστήματος Ακεραιότητας με εμβληματική δράση την καθιέρωση των Συμβούλων Ακεραιότητας για τους οποίους θα ακούσετε στην επόμενη ενότητα, αλλά και του Εθνικού Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου με το ν. 4795/2021, της ρύθμισης της πολιτικής δώρου προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς, της παρακολούθησης των πειθαρχικών υποθέσεων σε πραγματικό χρόνο στο δημόσιο τομέα, της Διαχείρισης Κινδύνων που έπεται αλλά και της εκπόνησης Κωδίκων Δεοντολογίας κι Επαγγελματικής Συμπεριφοράς.
Η 4η ερώτηση έχει να κάνει με την αντίληψη που έχουν οι ερωτώμενοι αν τα βήματα που έχουν γίνει στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας με τη λειτουργία πχ του gov.gr, της άυλης συνταγογράφησης, της λειτουργίας του e-efka και πολλά άλλα, συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της διαφθοράς. Εδώ, περισσότεροι από 1 στους 2 (52,7%) απαντούν Ναι και Μάλλον ναι, ενώ το 46,4% απαντά Όχι και Μάλλον Όχι.
Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι αυτό το ποσοστό θα έπρεπε ίσως να είναι μεγαλύτερο ακόμα, αφού όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι η απλούστευση αρχικά και μετέπειτα η ηλεκτρονικοποίηση διοικητικών διαδικασιών μειώνει σε σημαντικό βαθμό τις ευκαιρίες για ανάπτυξη φαινομένων διαφθοράς. Δυο λόγοι στους οποίους μπορεί να οφείλεται αυτό το ποσοστό έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι δεν έχει χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν ή δεν χρησιμοποιούν όλοι οι ερωτώμενοι τις προσφερόμενες ηλεκτρονικές υπηρεσίες αλλά και γιατί πιθανόν δεν έχει επικοινωνηθεί η δυνατότητα αυτή όσο θα έπρεπε στους πολίτες. Σε προηγούμενη ερώτηση είδαμε τα πεδία διαφθοράς που είναι σημαντικά για τους ερωτώμενους.
Στην 5η ερώτηση ζητήσαμε την άποψη τους για το ποιοι λόγοι συντηρούν τα φαινόμενα διαφθοράς. Εδώ βρίσκονται σχεδόν με ίδιο ποσοστό στις 2 πρώτες θέσεις οι πελατειακές σχέσεις και η ευνοιοκρατία μαζί με την απουσία αυστηρού νομικού πλαισίου και την ατιμωρησία με 4 στους 10 να δηλώνουν ότι είναι οι σημαντικότεροι λόγοι κατά την άποψη τους για τη συντήρηση φαινομένων διαφθοράς, ποσοστά τα οποία είναι ακόμα υψηλότερα στους νέους 17-39. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η απουσία πολιτικής βούλησης με 34,7% ενώ με 28,1% βρίσκεται στην 4η θέση η αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών.
Είναι γεγονός ότι παγιωμένες στάσεις και αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας, αναφορικά με τις πελατειακές σχέσεις, αυτό που λέμε σε απλά ελληνικά αν δεν έχεις γνωστό δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου δεν μπορούν να μεταβληθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Απαιτεί μεγάλη και συντονισμένη προσπάθεια από τη συντεταγμένη Πολιτεία αλλά και από όλους μας ατομικά ή και μέσα σε δομές όπως η οικογένεια και το σχολείο για να αλλάξουν προς το καλύτερο.
Απ’ την άλλη πλευρά η απαίτηση και η πίεση της κοινωνίας για αυστηρότερο νομοθετικό πλαίσιο οδηγεί συχνά τις πολιτικές ηγεσίες στη θέσπιση αποσπασματικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, γεγονός το οποίο δεν βοηθά ούτε τους εφαρμοστές του δικαίου, δηλαδή τους δημοσίους υπαλλήλους αλλά ούτε και τους δικαστές. Ως τρίτος σημαντικότερος λόγος προβάλλεται η απουσία πολιτικής βούλησης η οποία πολλές φορές ενισχύεται και από την εισήγηση άστοχων νομοθετικών διατάξεων, όπως για παράδειγμα η αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα το 2019 για το αδίκημα της δωροδοκίας, με τη μετατροπή του σε πλημμέλημα, το οποίο μετά την καταδίκη της χώρας από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς επανήλθε σε κακούργημα.
Στην 4η αιτία που εμφανίζεται στην έρευνα σχετικά με την αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών έχουν γίνει ήδη σημαντικά βήματα, με την ίδρυση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας στην οποία συνενώθηκαν 6 ελεγκτικοί μηχανισμοί, πολλοί από τους οποίους επιχειρούσαν στο ίδιο πεδίο, ενώ και η πραγματική λειτουργία του ΕΣΟΕΛ ενώ και η προτυποποίηση διαδικασιών ελέγχου κινείται προς την ίδια κατεύθυνση, αυτή της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των ελεγκτικών μηχανισμών.
Στην 6η ερώτηση ρωτήσαμε την κοινή γνώμη αν πιστεύει ότι η διαφθορά στη χώρα μας είναι πιο εκτεταμένη σε σχέση με άλλα κράτη της Ε.Ε. Ναι ή μάλλον ναι απάντησαν 7 στους 10 (71,3%), ενώ όχι και μάλλον όχι απάντησε το 23,7%, δηλαδή 1 στους 4 περίπου. Από τη δημογραφική ανάλυση της συγκεκριμένης ερώτησης φαίνεται να επιβεβαιώνεται ότι οι νεαρότερες ηλικίες θεωρούν ότι στη χώρα μας η διαφθορά είναι πιο εκτεταμένη (περίπου από 82%-84,6% για τις ηλικίες 25-39 και 17-24 αντίστοιχα), ενώ μεγαλύτερες ηλικίες βρίσκονται πιο χαμηλά από το μέσο όρο.
Μια εξήγηση που θα μπορούσε να δοθεί πέραν του ιδεαλισμού που μπορεί να διακρίνει τους νέους, όλοι μας άλλωστε περάσαμε κάποια στιγμή από αυτό το στάδιο, είναι το γεγονός ότι οι νεότερες ηλικίες είτε έχουν ζήσει και ταξιδέψει περισσότερο στο εξωτερικό και άρα έχουν περισσότερες παραστάσεις σε σχέση με μεγαλύτερες ηλικίες, οι οποίες, ωστόσο, μπορεί να είναι καλύτερα ενημερωμένες για τις εγχώριες πρωτοβουλίες και τις δράσεις αντιμετώπισης του φαινομένου.
Στην 7η ερώτηση ζητήσαμε να δούμε την κατανόηση των ερωτώμενων σε σχέση με το πόσο θεωρούν ότι επηρεάζουν τα φαινόμενα της διαφθοράς την καθημερινότητά τους δίνοντας τους συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως για παράδειγμα την ισονομία, τις ίσες ευκαιρίες, τη συμμετοχή στους θεσμούς της δημοκρατίας, την πρόσβαση σε δομές υγείας, παιδεία, δικαιοσύνη, κλπ. Με άλλα λόγια θελήσαμε να δούμε κατά πόσο μπορούν να συσχετίσουν τη διαφθορά με καθημερινές τους δραστηριότητες.
Σε πολύ μεγάλο και μεγάλο βαθμό απάντησαν 6 στους 10 (το 61,7%), το 22,9% απάντησε σε μέτριο βαθμό, ενώ το 15,3% απάντησε είτε ότι δεν το επηρεάζει είτε ότι το επηρεάζει σε μικρό βαθμό. Ενώ δηλαδή όπως είδαμε στην αρχή περίπου 8 στους 10 θεωρούν ότι υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς στην Ελλάδα, 6 στους 10 μόνο αξιολογούν ως σημαντικά αυτά τα φαινόμενα, σε βαθμό τέτοιο που να επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την καθημερινότητά τους.
Η επόμενη, 8η ερώτηση παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον καθώς οι ερωτώμενοι κλήθηκαν να απαντήσουν αν και κατά πόσο πιστεύουν ότι υπάρχει ανοχή της ελληνικής κοινωνίας και των πολιτών ατομικά απέναντι σε φαινόμενα διαφθοράς. Εδώ επιβεβαιώνεται περίτρανα για ακόμα μια φορά ότι είναι βαθιά ριζωμένες κάποιες αντιλήψεις στην ελληνική κοινωνία που είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξουν, καθώς 9 στους 10 (το 89,8%), πιστεύουν ότι Ναι ή Μάλλον ναι η ελληνική κοινωνία ή και οι ίδιοι ατομικά είναι ανεκτικοί απέναντι στη διαφθορά.
Το ποσοστό αυτό μάλιστα είναι ακόμα υψηλότερο και από αυτό όσων πιστεύουν ότι υπάρχει διαφθορά στην Ελλάδα. Από τα δημογραφικά στοιχεία της ερώτησης φαίνεται ότι υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη ανοχή όσο μεγαλώνουν οι ηλικίες αυτών που απαντούν (από 90,4%-93,8% για τις ηλικίες από 40 και άνω). Η μεταστροφή αυτής της αντίληψης, όπως είπαμε και προηγουμένως θα πρέπει να είναι Εθνικός Στόχος, τον οποίο υπηρετούμε και θα υπηρετήσουμε με σθένος και συνέπεια.
Η Πολιτεία οφείλει από την πλευρά της να λαμβάνει όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα, ευαισθητοποιώντας την κοινωνία με ιδιαίτερη έγνοια για τα πιο ενεργά τμήματα αυτής, όπως είναι οι νέοι, αλλά και θεσμοί όπως είναι το σχολείο και η οικογένεια που θα πρέπει να βρίσκονται στο προσκήνιο και στην πρωτοπορία για την καταπολέμηση της διαφθοράς, αφού η αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτεί πρωτίστως αλλαγή παραδείγματος.
Στην επόμενη την 9η ερώτηση που σχετίζεται με την προηγούμενη που εξετάζει για ποιο λόγο υπάρχει αυτή η ανοχή το 65,4% επί του συνόλου των ερωτώμενων απαντά γιατί προτάσσεται το ατομικό συμφέρον έναντι του κοινωνικού/συλλογικού ενώ και 2 στους 10 περίπου πιστεύουν ότι η ανοχή στη διαφθορά υφίσταται γιατί υπάρχει φόβος και απειλή.
Η δεύτερη αυτή απάντηση σχετίζεται με τη 10η ερώτησή μας όπου διερευνούμε κατά πόσο είναι πιθανό οι ερωτώμενοι προσωπικά, στην περίπτωση που αντιλαμβάνονταν μια υπόθεση διαφθοράς, να προβούν σε καταγγελία για αυτήν. Πολύ και αρκετά πιθανό απάντησαν 3 στους 4 ερωτώμενους (75%), ενώ λίγο και καθόλου το 23%. Τους λόγους για τους οποίους δεν θα προχωρούσαν σε καταγγελία εξετάζει η τελευταία μας, 11η ερώτηση.
Από όσους λοιπόν μας απάντησαν ότι είναι λίγο ή και καθόλου πιθανό να προχωρήσουν σε καταγγελία σχετικά με υπόθεση διαφθοράς περισσότεροι από 6 στους 10 (63,8%) μας είπε ότι δεν θα το έκανε γιατί θεωρεί ότι δεν θα υπάρξει αποτέλεσμα, το 33,8% γιατί δεν εμπιστεύεται τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ενώ το 45,9% γιατί φοβάται ότι θα μαθευτούν τα προσωπικά του στοιχεία και θα αποκαλυφθεί η ταυτότητά του. Στον τελευταίο αυτό λόγο έρχεται να απαντήσει μια ακόμα θεσμική πρωτοβουλία της Πολιτείας η οποία με το νόμο 4990/2022 για την προστασία προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις ενωσιακού δικαίου έρχεται να θέσεις κανόνες και να προστατεύσει όσους επιθυμούν να το κάνουν.
Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΑΔ έχει οριστεί ως ο εξωτερικός δίαυλος για την υποδοχή τέτοιων αναφορών και το επόμενο χρονικό διάστημα θα αναπτύξουμε ηλεκτρονικό σύστημα που θα πληροί όλα τα εχέγγυα ασφάλειας και αξιοπιστίας για να μπορέσουμε να επιτελέσουμε το ρόλο που μας ανέθεσε η Πολιτεία όσο το δυνατόν καλύτερα. Αναφορικά με τους άλλους 2 λόγους που προβάλλονται ως ανασταλτικοί παράγοντες από τους ερωτώμενους για τη μη καταγγελία περιστατικών διαφθοράς αναφέρουμε από την εμπειρία μας ότι οι καταγγέλλοντες προβαίνουν πολλές φορές σε καταγγελίες αναμένοντας μια συγκεκριμένη έκβαση, ένα αποτέλεσμα που θα ικανοποιεί αυτό που είχαν εξαρχής ως ζητούμενο όταν υπέβαλλαν την αναφορά τους.
Όταν αυτό δεν επιβεβαιώνεται από τη διερεύνηση ή τον έλεγχο της υπόθεσης τότε είναι λογικό να αισθάνονται ότι δεν αξίζει να καταγγείλουν περιστατικά διαφθοράς. Επειδή όμως ο έλεγχος οφείλει να στηρίζεται σε αποδείξεις και αδιαμφισβήτητα γεγονότα και όχι απλά σε εικασίες πρέπει ως ελεγκτικός μηχανισμός να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την άσκηση του έργου μας».