Σε πολιτική σκοπιμότητα απέδωσε την εμπλοκή του στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής ο τελευταίος κατηγορούμενος που απολογήθηκε για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
– Κατηγορούμενος: «Προφυλακίστηκα λόγω πολιτικής σκοπιμότητας. Αν δεν ήταν το πολιτικό ζήτημα, δεν θα ήταν έτσι τα πράγματα».
– Πρόεδρος: «Ποιο ζήτημα;».
– Κατηγορούμενος: «Οι διώξεις όλων αυτών των ανθρώπων. Μιλάμε για ανθρώπους οικογενειάρχες, με αρχές, τίμιους. Είναι καλοί άνθρωποι, βοηθούσαν. Δεν είναι σε καμία περίπτωση εγκληματίες. Δεν θα ήμουν εγώ στον χώρο, αν ήταν. Δεν έκαναν κάτι κακό».
Ο κατηγορούμενος στην απολογία του υποστήριξε ότι εκείνο το βράδυ δε βρισκόταν στο σημείο, αλλά σε μια οικογενειακή συγκέντρωση.
– Πρόεδρος: «Στη δικογραφία, εκτός από τον έναν που έδωσε τις μαχαιριές, φαίνεται πως υπήρχε στο σημείο ικανός αριθμός ανθρώπων και με την παρουσία τους είχαν συμμετοχή».
– Κατηγορούμενος: «Δεν ήμουν εκεί. Σε καμία περίπτωση δεν θα βοηθούσα…».
– Πρόεδρος: «Επειδή λέτε για τους υπόλοιπους ότι είναι οικογενειάρχες… Παίρνετε θέση και για άλλους…».
– Κατηγορούμενος: «Γνώριζα ότι είναι καλοί άνθρωποι και οικογενειάρχες».
-Πρόεδρος: «Ακόμα και ο Ρουπακιάς;».
– Κατηγορούμενος: «Σε καμία περίπτωση δεν θα μου πέρναγε από το μυαλό, έπεσα από τα σύννεφα, δεν τον ήξερα καλά, αλλά δεν το περίμενα…».
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι είναι κοινωνικό άτομο και γι’ αυτό εκείνο το βράδυ μίλησε με πολλά άτομα, «περί ανέμων και υδάτων», ενώ για τις κλήσεις που έκανε από τηλέφωνα φιλικών του προσώπων ανέφερε ότι δεν είχε μονάδες στο δικό του κινητό. Αρκετές φορές που έπεσε σε αντιφάσεις σε σχέση με την απολογία του στην ανάκριση, απέδωσε ευθύνες στην εφέτη ανακρίτρια.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε το δικαστήριο στο τηλεφώνημα που έκανε στις 00:53 – μία ώρα μετά τη δολοφονία – μέσω τρίτου κινητού τηλεφώνου, προς τον πυρηνάρχη Νίκαιας, Γ. Πατέλη. Ο κατηγορούμενος, που κατέθεσε πως ύστερα από μία γιορτή βρέθηκε στις 12:30 σε φιλικό σπίτι στον Άγιο Παντελεήμονα, υποστήριξε πως ο λόγος που μίλησαν ήταν κάποια τρόφιμα που ήθελε να παραλάβει από τον Γ. Πατέλη την επόμενη ημέρα, πράγμα όμως που σχολιάστηκε, αφού εκείνη την ωρα ο τελευταίος ήταν ήδη ενήμερος για το μαχαίρωμα.
– Πρόεδρος: «Λέτε ότι λίγο πριν τη μία μιλάτε με τον Πατέλη για τα τρόφιμα. Σήκωσε το τηλέφωνο;».
– Κατηγορούμενος: «Ναι. Απάντησε ο ίδιος…».
– Πρόεδρος: «Έχουμε ακούσει ότι κάποια στιγμή ο Πατέλης δεν σήκωνε το τηλέφωνο, ότι έβγαινε η γυναίκα του και τον απέτρεπε να μιλήσει εκείνος. Μου κάνει εντύπωση να κάθεται ο Πατέλης να συζητάει με εσάς για τα τρόφιμα. Έχει μάθει για το μαχαίρωμα του Ρουπακιά και κάθεται και συζητάει με εσάς από πού θα πάρετε τα τρόφιμα;».
– Κατηγορούμενος: «Δεν το γνωρίζω…».
– Πρόεδρος: «Δεν μπορείτε να το απαντήσετε. Δεν σας είπε κάτι; Δεν ήταν ταραγμένος;».
– Κατηγορούμενος: «Όχι, δεν κατάλαβα κάτι…».
– Πρόεδρος: «Και οι επαναλαμβανόμενες κλήσεις είναι κάπως…».
– Κατηγορούμενος: «Το καταλαβαίνω. Εγώ μίλαγα απλά στο τηλέφωνο… Βρέθηκα από τα θρανία του σχολείου σε ένα κελί φυλακής. Ζήτησα άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, προσπάθησα να δείξω ότι δεν πείραξα κανέναν, έχω καθαρό ποινικό μητρώο».
Σε ερωτήσεις της έδρας για την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με συγκατηγορούμενούς του, ο κατηγορούμενος απαντούσε «δε θυμάμαι».
– Πρόεδρος: «Αν ξαναμετρήσουμε τις κλήσεις, είναι πολλές. Τί ήθελαν μέσα στη νύχτα όλα αυτά τα τηλέφωνα;».
– Κατηγορούμενος: «Εγώ ξέρω ότι διασκέδαζα και βρέθηκα ξαφνικά στη φυλακή. Χωρίς να έχω σκοτώσει κανέναν, καταστράφηκε η ζωή μου, οι σπουδές μου. Έχω ένα νεογέννητο μωρό και θέλω να το μεγαλώσω. Δεν έχω πειράξει κανεναν άνθρωπο».
– Πρόεδρος: «Όταν βγήκατε, προσπαθήσατε να μάθετε τί είχε συμβεί;».
– Κατηγορούμενος: «Ήμουν πολύ απογοητευμένος. Καταστράφηκε η ζωή μου. Επιχείρησα να μάθω. Συνάντησα άτομα, ρωτούσα “τί έχει γίνει;” κι όλοι έλεγαν “δεν ξέρω”».