Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 είναι μεγαλύτερο από κάθε πρόβλεψη, δήλωσε ο διευθυντής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πολ Τόμσεν, ενώ ανέφερε ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια και πρόσθετες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες δεν βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μέχρι η Ελλάδα να επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα.
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στην Ουάσιγκτον την Παρασκευή, ο κ. Τόμσεν στάθηκε εκ νέου στην ανάγκη ενός αξιόπιστου πακέτου μεταρρυθμίσεων και ελάφρυνσης χρέους για την Ελλάδα, προκειμένου να συμμετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Ξεκαθάρισε ότι το ΔΝΤ δεν μπορεί να συμμετάσχει χρηματοδοτικά αν, εκτός από τη συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις, δεν ολοκληρωθεί και η εξειδίκευση των μέτρων για το δημόσιο χρέος.
Ο κ. Τόμσεν ανέφερε ότι οι επικεφαλής των θεσμών αναμένεται να επιστρέψουν στην Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, ενώ παραδέχθηκε ότι το Ταμείο έκανε λάθη στις προβλέψεις του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, υποτιμώντας τις ελληνικές δημοσιονομικές επιδόσεις.
Υπογράμμισε ωστόσο ότι το ζήτημα είναι η αξιοπιστία των ελληνικών δημοσιονομικών στόχων στο μέλλον, ενώ επέμεινε ότι χρειάζονται περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στον ελληνικό δημόσιο τομέα, το συνταξιοδοτικό και το φορολογικό.
Σημείωσε επίσης ότι η πρόταση για αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ προς την Ελλάδα με χρήματα από τον ESM, θα ενίσχυε τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά όπως διευκρίνισε, αυτό είναι κάτι που πρέπει να συζητηθεί.
Ο κ. Τόμσεν εξέφρασε την εκτίμηση ότι η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει πρόβλημα ρευστότητας για την αποπληρωμή των δόσεων του Ιουλίου στην περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση και υπογράμμισε ότι η όλη διαδικασία έχει χαρακτηριστικά του επείγοντος.
Ο ίδιος αποκάλυψε ότι το Ταμείο εκτιμά πλέον ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 ή το αργότερο το 2019, ωστόσο κρίσιμο ζήτημα σύμφωνα με τον κ. Τόμσεν, αποτελεί ο προσδιορισμός της χρονικής περιόδου κατά την οποία η χώρα θα πρέπει να εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Όπως διευκρίνισε, αυτό αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης και απέφυγε να εισέλθει σε λεπτομέρειες. Υπογράμμισε ωστόσο ότι είναι αναγκαίο το δημοσιονομικό περιθώριο που θα δημιουργείται στην Ελλάδα από το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα να διατίθεται για την ενίσχυση της ανάπτυξης.