Οι αστυνομικοί ήξεραν την ταυτότητα των δολοφόνων των παλικαριών της ομάδας ΔΙ.ΑΣ.
Οι αστυνομικοί ήξεραν την ταυτότητα των δολοφόνων των παλικαριών της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. Γνώριζαν την ευρύτερη περιοχή στην οποία σύχναζαν και πιθανώς έμεναν. Τους έλειπε, όμως, ένα βασικό κομμάτι για να συνθέσουν το παζλ της σύλληψής τους: το σημείο όπου μπορούν να τους πιάσουν στον ύπνο. Κάποιος έπρεπε να μιλήσει και τελικά το «βαθύ λαρύγγι» βρέθηκε:
«Αυτούς που ψάχνετε θα τους βρείτε στην καφετέρια… Και ακούνε στους τηλεφωνικούς αριθμούς….». Αυτό το στοιχείο έλυσε τα χέρια των αστυνομικών, που σχεδίασαν με απόλυτη επιτυχία τη σύλληψη των μακελάρηδων.
Η πληροφορία ήρθε από την επαρχία, και συγκεκριμένα από Αστυνομική Διεύθυνση διπλανού νομού όπου είχε καταφύγει άνθρωπος που γνώριζε πολύ καλά τις δραστηριότητες των δύο ομογενών από τη Ρωσία, αλλά και τι διέπραξαν τη νύχτα της 1ης Μαρτίου στην περιοχή του Ρέντη, όπου θέρισαν τις ζωές των δύο παλικαριών της ΔΙ.ΑΣ., του Γιώργου Σκυλογιάννη και του Γιάννη Ευαγγελινέλη.
Οι αξιωματικοί της Ασφάλειας δεν χρειάζονταν τίποτα περισσότερο. Ηδη ήξεραν ποιους ψάχνουν και όλο αυτό το διάστημα «έδεναν» τα στοιχεία, ώστε να προχωρήσουν σε συλλήψεις.
Μάλιστα, ένα ζευγάρι αστυνομικών με πολιτικά πήγε σε συγκεκριμένη μάντρα αυτοκινήτων στην περιοχή του Μενιδίου, δήθεν για να αγοράσει μεταχειρισμένο αυτοκίνητο. Εκεί έπιασαν κουβέντα με τον ιδιοκτήτη και με τρόπο, χωρίς να κινούν υποψίες, ρώτησαν για τον προηγούμενο ιδιοκτήτη της μάντρας. Οι υποψίες τους και τα στοιχεία που είχαν συγκεντρώσει είχαν όλα επιβεβαιωθεί. Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης της μάντρας αυτοκινήτων δεν ήταν άλλος από τον 36χρονο που κατηγορείται ότι θέρισε με το Καλάσνικοφ τους δύο αστυνομικούς.
Ο ευτραφής, κοντός άντρας, ομογενής από τη Ρωσία, με το ξυρισμένο κεφάλι εντοπίστηκε στην καφετέρια που σύχναζε σχεδόν σε καθημερινή βάση σττο Μενίδι και τέθηκε σε διακριτική παρακολούθηση από τους αστυνομικούς.
Ο όρκος μπροστά σε εικόνα του Αγίου Αρτεμίου!
Την ημέρα που αποφασίστηκε η σύλληψή του ειδοποιήθηκε αμέσως συγκεκριμένη ομάδα της ΕΚΑΜ, καθώς οι αστυνομικοί της Ασφάλειας που τον παρακολουθούσαν είχαν διαπιστώσει πως ο φερόμενος ως μακελάρης του Ρέντη δεν κυκλοφορούσε ποτέ χωρίς να έχει όπλο στην τσέπη του.
Επίσης, η ομάδα της ΕΚΑΜ που ειδοποιήθηκε δεν ήταν απλά οι αστυνομικοί της βάρδιας στην καλά εκπαιδευμένη μονάδα. Ηταν πέντε συγκεκριμένοι αστυνομικοί που είχαν δώσει όρκο, λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία των δύο παλικαριών της ΔΙ.ΑΣ., να είναι αυτοί που θα οργανώσουν την επιχείρηση σύλληψης των δραστών. Είχαν ορκιστεί να δώσουν μάχη και να χάσουν ακόμα και τη ζωή τους, αρκεί να πέσουν στα χέρια τους οι μακελάρηδες.
Τον όρκο τους τον έδωσαν μπροστά στο εικόνισμα του Αγίου Αρτεμίου στο μικρό παρεκκλήσι που στεγάζεται στον ημιώροφο του κτιρίου της ΓΑΔΑ.
Το λευκό βανάκι που στα πλαϊνά του έγραφε «εμπόριο πουλερικών και νωπών κρεάτων» είχε σταθμεύσει το πρωινό της 5ης Μαΐου λίγο πιο πέρα από την είσοδο της καφετέριας. Στο εσωτερικό του, αντί για… νωπά κρέατα, κρύβονταν οι πέντε ΕΚΑΜίτες, έτοιμοι με τον εξοπλισμό τους να δώσουν μάχη με τον δράστη.
Δύο από αυτούς, φορώντας πολιτικά ρούχα, πέρασαν έξω από το καφέ, εντόπισαν τον στόχο και ξαναγύρισαν στο βανάκι για να φορέσουν την πολεμική εξάρτυση.
Τη στιγμή που ο ομογενής από τη Ρωσία έβγαινε χαμογελαστός από την καφετέρια, πέντε μαυροφορεμένοι κουκουλοφόροι με τα όπλα στα χέρια τον ακινητοποίησαν αιφνιδιαστικά, με αποτέλεσμα να μην προλάβει να προβάλει καμία αντίσταση.