Πλούσια η κινηματογραφική εβδομάδα με ολοκαίνουργιο Ρόι Άντερσον, ένα βιογραφικό δράμα με τον Τζέρεμι Ρένερ και τον Ντάνιελ Ράντκλιφ να βγάζει… κέρατα.
Ενδιαφέρουσα κινηματογραφική εβδομάδα λόγω της επανεμφάνισης ενός βραβευμένου στη Βενετία Σουηδού δημιουργού και της δεύτερης σκηνοθετικής δουλειάς μίας νέας Γαλλίδας ηθοποιού. Από αμερικανικής πλευράς, ένα πολιτικό θρίλερ βασισμένο σε πραγματική ιστορία και μία ταινία τρόμου με τον Ντάνιελ Ράντκλιφ στη μετά- Χάρι Πότερ περίοδό του.
Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί συλλογιζόμενο την ύπαρξή του *** ½
(A pigeon sat on a branch reflecting on existence)
Κομεντί – Διάρκεια 100′ – Σουηδία, Νορβηγία, Γαλλία, Γερμανία
Σκηνοθεσία: Ρόι Άντερσον
Παίζουν: Χόλγκερ Άντερσον, Νιλς Γουέστμπλομ, Σαρλότα Λάρσον, Βίκτορ Γκίλενμπεργκ, Λότι Τόρνρος, Όλα Στένσον
Σινεμά η κατάθλιψη. Χαρά και φως ούτε για δείγμα στη νέα ταινία του Ρόι Άντερσον, με την οποία ολοκληρώνεται η τριλογία του «Οι ζωντανοί». Βαθιά βουλιαγμένες στο τέλμα της σκανδιναβικής μελαγχολίας οι σύντομες βινιέτες αυτού του σπονδυλωτού έργου που βραβεύτηκε με το Χρυσό Λιοντάρι στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας.
Στρίντμπεργκ αλλά και Μπουνιουέλ, σε παράδοξη σύζευξη. Ο 71χρονος Σουηδός δημιουργός του αριστουργηματικού «Τραγούδια από τον δεύτερο όροφο» (2000) ξέρει πώς να γελάει (και πώς να αποσπά το γέλιο του θεατή) με άσχημες καταστάσεις όπως ο θάνατος, η ταπείνωση, η έλλειψη ουσιαστικής ανθρώπινης επικοινωνίας, το υπαρξιακό αδιέξοδο και οι κάθε λογής ήττες και απώλειες. Η κατάμαυρη κωμωδία του βάζει στο στόχαστρο, μεταξύ άλλων, και τον παραλογισμό της ψυχρής λογικής, ένα από τα χαρακτηριστικά των συμπατριωτών του.
Ενώ ο επιβάτης ενός φέρι μπόουτ κείτεται νεκρός στο σαλόνι του σκάφους, χτυπημένος από έμφραγμα, η σερβιτόρα αναρωτιέται τι θα γίνει με το φαγητό του, που εκείνος πλήρωσε πριν πεθάνει. «Θα το μοιράσουμε μάλλον στους άλλους» καταλήγει. Παρακάτω, μία ηλικιωμένη γυναίκα σφίγγει πάνω της την τσάντα με τα κοσμήματά της, ενώ ξεψυχά στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. «Δεν επιτρέπεται να τα πάρεις μαζί σου στον ουρανό, μητέρα» της λέει με στόμφο ο γιος της.
Μακάβρια ανέκδοτα με θέμα τη ματαιότητα της ζωής και τη συναισθηματική αναπηρία των ζωντανών. Συνδετικοί κρίκοι, δύο κατηφείς πλασιέ που αγωνίζονται να πουλήσουν σε εξίσου βαρύθυμους αγοραστές «αστεία» τρικ που υποτίθεται ότι φτιάχνουν το κέφι. Όμως κανείς δεν ανθυπομειδιά καν. Το θλιβερό δίδυμο επαναλαμβάνεται κάπως πληκτικά, απορυθμίζοντας αυτή την ούτως ή άλλως χαλαρή ταινία που ο Άντερσον γύρισε σε διάστημα επτά χρόνων στο ιδιόκτητο στούντιό του.
Άνισο αλλά εικαστικά συναρπαστικό και βαθιά στοχαστικό το τελικό προϊόν της καλλιτεχνικής του αναζήτησης. Ο σκηνοθέτης, επεκτεινόμενος και σε άλλα θέματα, σχολιάζει την ιστορία της χώρας του και τον δυτικό πολιτισμό στα δύο κορυφαία του σκετς. Στο πρώτο, ένας στρατός του 18ου αιώνα παρελαύνει έξω από ένα σύγχρονο μπαρ. Ο βασιλιάς Κάρολος 12ος μπαίνει έφιππος στο μαγαζί και ζητάει ένα ποτήρι νερό. Αργότερα, οι θαμώνες παρακολουθούν με δάκρυα στα μάτια την επιστροφή της τσακισμένης σουηδικής στρατιάς που κατατρόπωσε ο Μέγας Πέτρος. Μεγαλόπνευστη σκηνή που θα ζήλευε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος!
Στο άλλο σκετς, ένα τεράστιο πνευστό όργανο που μοιάζει με μπρούντζινο καζάνι παράγει εξαίσια μουσική από το αργό ψήσιμο δύσμοιρων αφρικανών που Βρετανοί στρατιώτες έκλεισαν μέσα του. Ένα ευγενές κοινό με βραδινό ένδυμα απολαμβάνει αυτή τη συμφωνία της ανείπωτης φρίκης, πίνοντας σαμπάνια. Ο σουρεαλισμός στην πιο εφιαλτική του έκφραση.
Ο Σουηδός μετρ φυλακίζει τους χαρακτήρες του σε εξωπραγματικούς, παρά τον φαινομενικό ρεαλισμό τους, κινηματογραφικούς πίνακες. Σαν μαριονέτες κινούνται σπασμωδικά ή ακινητοποιούνται – αποτελώντας έτσι μέρος του σκηνικού – μέσα σε σχολαστικά σχεδιασμένα ταμπλό βιβάν, εμπνευσμένα από τον Γερμανό ζωγράφο Ότο Ντιξ, οι άνθρωποι-ζόμπι του Άντερσον. Θυμίζουν συχνά ταριχευμένα πουλιά σε βιτρίνες μουσείου φυσικής.
Όμως το περιστέρι του τίτλου είναι ελεύθερο και πετάει ψηλά. Ακούμε το φτερούγισμά του, αλλά δεν το βλέπουμε. Με την ταινία συμβαίνει το αντίθετο. Την παρατηρούμε προσεκτικά, εντοπίζοντας με τα μάτια κάθε λεπτομέρεια των στατικών της εικόνων, αλλά μόνο με την ψυχή μας μπορούμε να αφουγκραστούμε τον μυστικό της παλμό. «Διαβάζοντάς» την, δηλαδή, όπως ένα ποίημα ή «ακούγοντάς» την σαν μουσική. Αν μία ταινία πλησιάζει το αχρονικό έργο υψηλής τέχνης (όπως, π.χ. το «Πέρσι στο Μαρίενμπαντ» ή «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας») τότε έχουμε ένα καλό δείγμα αυτού του ιδιαίτερου σινεμά.
Δύο ανάσες ***
(Respire)
Δραματική – Διάρκεια 91′ – Γαλλία
Σκηνοθεσία: Μελανί Λοράν
Παίζουν: Ζοζεφίν Ζαπί, Λου Ντε Λαζ, Ιζαμπέλ Καρέ, Ροσάν Ντουράν
Και ωραία και ταλαντούχα η 31χρονη Μελανί Λοράν, η πρωταγωνίστρια του «Άδωξοι μπάσταρδη» του Κουέντιν Ταραντίνο. Σαν σκηνοθέτις, αυτή τη φορά, υπογράφει μία σπάνιας ευαισθησίας ταινία (τη δεύτερη μεγάλου μήκους της) με θέμα τη νοσηρή σχέση δύο δεκαοκτάχρονων κοριτσιών.
Η Σαρλί αποκτά μία καινούργια φίλη, όταν η Σάρα γράφεται στην τελευταία τάξη του λυκείου μίας γαλλικής επαρχιακής πόλης. Η Σαρλί, φύσει συνεσταλμένη, ανασφαλής και με σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα, μαγεύεται από τη σαρωτική εξωστρέφεια της νεοφερμένης. Η Σάρα γοητεύει τους πάντες, μικρούς και μεγάλους, κορίτσια και αγόρια, με τον κοσμοπολίτικο αέρα της και το ανεξάντλητο κέφι της. Την κάνει ακόμη πιο γοητευτική ο μύθος που δημιουργεί γύρω από τον εαυτό της: κόρη μιας ακτιβίστριας που επιτελεί κοινωνικό έργο στην Αφρική, πολυταξιδεμένη και με πλούσια, για την ηλικία της, ερωτική εμπειρία. Η Σάρα διεκδικεί με το έτσι θέλω μία θέση στην οικογένεια της Σαρλί και την καταλαμβάνει με άνεση. Οι δύο κοπέλες είναι αχώριστες, ως τη στιγμή που η μία ανακαλύπτει το μυστικό της άλλης. Και τότε αρχίζει μία σύγκρουση με απρόβλεπτη κατάληξη.
Διασκευάζοντας για το σινεμά ένα δημοφιλές στη Γαλλία μυθιστόρημα, η Μελανί Λοράν δεν διεκπεραιώνει μία ακόμη ταινία με προβληματικούς και προβληματιζόμενους εφήβους σε κατάσταση προσωπικής κρίσης. Ένα ψυχογράφημα μεγάλης εσωτερικής έντασης, που εξελίσσεται ήρεμα ως ένα σημείο, καθώς το δράμα κτίζεται υπόγεια, αθόρυβα, με τις ηρωίδες να μπλέκονται σταδιακά σε μία επικίνδυνη και για τις δύο αλληλεξάρτηση, μέσα από διαφορετικές ανάγκες η κάθε μία: αυτό είναι το «Δύο ανάσες».
Η Λοράν κάνει μακροβούτι στα σκοτεινά βάθη της εφηβικής σύγχυσης και βρίσκει μία ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί, όταν η αγάπη μετατρέπεται σε μίσος. Η αιτία εντοπίζεται στις δυσλειτουργικές οικογένειες, στους αδύναμους ή απόντες γονείς. Όχι πρωτότυπη διαπίστωση, αλλά διατυπωμένη εδώ με ευρηματικότητα.
Θύματα του περιβάλλοντός τους, επομένως, η Σαρλί και η Σάρα. Τις υποδύονται δύο εξαιρετικά νέα ταλέντα, η Ζοζεφίν Ζαπί και η Λου Ντε Λαζ, αξιοποιώντας στο έπακρο τις ευκαιρίες που τους προσφέρει η σκηνοθέτις. Συγκινητική η πρώτη ως το μελαγχολικό κορίτσι που λιώνει από έναν ανομολόγητο έρωτα. Πειστικά σαγηνευτική η δεύτερη ως μοιραία γητεύτρα, ανήλικη femme fatale της διπλανής πόρτας.
Ο αγγελιαφόρος πρέπει να πεθάνει **
(Kill the messenger)
Πολιτικό θρίλερ – Διάρκεια 112′ – ΗΠΑ
Σκηνοθεσία: Μάικλ Κουέστα
Παίζουν: Τζέρεμι Ρένερ, Ρέι Λιότα, Άντι Γκαρσία, Τζένα Σιμς, Ρόμπερτ Πάτρικ, Παθ Βέγκα
Η αληθινή ιστορία ενός μαχητικού Αμερικανού δημοσιογράφου που έκανε το λάθος να τα βάλει με τους διαπλεκόμενους της εξουσίας. Ο Γκάρι Ουέμπ, συντάκτης σε μία δεύτερης κατηγορίας εφημερίδα της Καλιφόρνια, βγάζει χοντρό «λαυράκι». Ντοκουμέντα που έρχονται στα χέρια του αποδεικνύουν την εισαγωγή στις ΗΠΑ από τη Νικαράγουα τεράστιων ποσοτήτων ναρκωτικών, με την κάλυψη της CIA.
Οι ακροδεξιοί Κόντρας εξοπλίζονται από τα κέρδη της πώλησης με τις ευλογίες των μυστικών υπηρεσιών που αποβλέπουν στην ανατροπή των αριστερών κυβερνήσεων στην Κεντρική Αμερική και οι φτωχογειτονιές των μαύρων πνίγονται στο κρακ και την κοκαϊνη. Η San Jose Mercury News δημοσιεύει το σχετικό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Ουέμπ και η κυκλοφορία της εκτινάζεται στα ύψη. Ο θρίαμβος της αλήθειας δεν θα διαρκέσει για πολύ. Εκπρόσωποι των θιγόμενων ασκούν πιέσεις, ο Λευκός Οίκος παρεμβαίνει, μάρτυρες εξαφανίζονται και ο Ουέμπ διαψεύδεται από τις πηγές των πληροφοριών του.
Στο παιχνίδι της συγκάλυψης και μεγάλα έντυπα, όπως η Washington Post, που έβγαλε στο φως το σκάνδαλο του Ουοτεργκέιτ. Ακόμη και η εφημερίδα του Ουέμπ συμμετέχει σε αυτό το πρωτοφανές κουκούλωμα, ματαιώνοντας τη συνέχιση της έρευνάς του και «θάβοντάς» τον σε ένα επαρχιακό της γραφείο.
Ήταν επιτυχημένη για τους δημιουργούς της ταινίας η επιλογή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Τζέρεμι Ρένερ (δύο φορές υποψήφιο για Όσκαρ), που αναδεικνύει με στιβαρότητα την δραματική ανθρώπινη παράμετρο μίας πολύ βρόμικης υπόθεσης. Μία ουσιαστική ερμηνεία που τονώνει σημαντικά τη μάλλον επίπεδη, ρεπορταζιακή αφήγηση, χωρίς όμως να σώζει από τη μετριότητα το συνολικό αποτέλεσμα.
Μεταμόρφωση * ½
(Horns)
Τρόμου – Διάρκεια 120′ – ΗΠΑ, Καναδάς
Σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Αζά
Παίζουν: Ντάνιελ Ράντκλιφ, Τζούνο Τεμπλ, Τζο Άντερσον, Μαξ Μινγκέλα, Κέλι Γκάρνερ
Ο Χάρι Πότερ με κέρατα. Ο 25χρονος πλέον Ντάνιελ Ράντκλιφ, αφού έδρεψε δάφνες και χρήμα παίζοντας τον μαθητευόμενο μάγο της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, γυρεύει απεγνωσμένα καλούς ρόλους για να επενδύσει τη φήμη του και να συνεχίσει την καριέρα του. Εδώ υποδύεται έναν DJ που υφίσταται μία τερατώδη μεταμόρφωση μετά τον μυστηριώδη φόνο της κοπέλας του. Ενώ η αστυνομία τον υποπτεύεται ως δράστη, ο Ίγκ ξυπνά ένα πρωί και βλέπει στον καθρέφτη ότι έβγαλε κέρατα.
Η τερατώδης μεταμόρφωσή του τον οπλίζει με την ικανότητα να βγάζει, κατά έναν διαβολικό τρόπο, την χειρότερη πλευρά των άλλων. Μία σατανική ιδιότητα, την οποία ο Ίγκ θα εκμεταλλευτεί προκειμένου να ανακαλύψει τον δολοφόνο.
Σεβόμαστε την επιθυμία του Ράντκλιφ για μία ενήλικη σταδιοδρομία, όμως κάποιος θα πρέπει να του μάθει πώς να επιλέγει κινηματογραφικά project. Σε αυτή την ταινία υποτιθέμενου τρόμου που δεν διαθέτει ούτε μία πραγματικά τρομακτική σκηνή, τα πάντα υπολειτουργούν. Από το σενάριο που χαραμίζει μία καλή ιδέα απλώνοντάς την ώσπου την «ξεχειλώνει», ως τη σκηνοθεσία που δεν μπορεί να συμμαζέψει τη σεναριακή πλαδαρότητα, ως τις ερμηνείες που δεν έχουν πού να πατήσουν.
Πέρα από κάποιες σκόρπιες «μαγικές» σκηνές, επικρατεί μία γενική αμηχανία, καλυμμένη άτσαλα από την ατμοσφαιρική φωτογραφία. Μία αποτυχημένη απόπειρα για το κάτι άλλο που δεν βλέπουμε ποτέ, με τη συμμετοχή γόνων επιφανών πατεράδων: του Τζο Χιλ, γιου του Στίβεν Κινγκ και συγγραφέα του βιβλίου όπου βασίστηκε το σενάριο και του Μαξ Μινγκέλα, γιου του αείμνηστου Άντονι Μινγκέλα («Ο Άγγλος ασθενής»), σε βασικό ρόλο.
Το Παιδί Ζιγκ-Ζαγκ
Ευρωπαϊκή περιπέτεια με πρωταγωνιστή ένα τολμηρό παιδί, τον Νόνο, που θέλει να γίνει ο καλύτερος αστυνομικός επιθεωρητής στον κόσμο… Δυο μέρες πριν το Μπαρ Μίτζβα του, ο ονειροπόλος μικρός θα σταλεί χωρίς να το θέλει στον αυστηρό θείο του. Στην διάρκεια του ταξιδιού με το τρένο, όμως, ο Νόνο έχει μια τελευταία ευκαιρία να αποδείξει τι αξίζει. Μαζί με τον ιδιοφυή τζέντλεμαν-ληστή Φίλιξ Γκλικ σταματάει το τρένο και μπαίνει σε ένα κόσμο γεμάτο μεταμφιέσεις, ανθρωποκυνηγητό, Γαλλικά τραγούδια και τη Ζοχάρα, μια μυστηριώδη γυναίκα που θα αλλάξει τη ζωή του Νονο για πάντα.