Με βασικό στόχο την αποκλιμάκωση της έντασης στο Αιγαίο και την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, συμφώνησαν να προχωρήσουν, Αλέξης Τσίπρας και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να σημειώνει πως αν αποδώσουν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης στο τραπέζι των συζητήσεων θα τεθεί το ζήτημα της υφαλοκριπίδας.
Για «ειλικρινείς συνομιλίες» με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε λόγο ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στις δηλώσεις του, αμέσως μετά τη, διάρκειας άνω των δύο ωρών, συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο, στην Άγκυρα, και τις διευρυμένες συνομιλίες, με τη συμμετοχή και των αντιπροσωπειών Ελλάδας και Τουρκίας, που ακολούθησαν στο Προεδρικό Μέγαρο.
Όπως σημείωσε, οι δύο χώρες μπόρεσαν να συνεργαστούν στενά το 2015 και το 2016 κατά την προσφυγική κρίση. «Καταφέραμε πρώτη φορά να συνεργαστούμε για την αντιμετώπιση αυτού του μείζονος σημασίας θέματος. Μπορέσαμε να συνεργαστούμε για την οικοδόμηση μιας νέας στρατηγικής ευρωτουρκικής συνεργασίας, να βάλουμε μπροστά την οικονομική και ενεργειακή μας συνεργασία και να προωθήσουμε τον διάλογο των υπουργείων Άμυνας και Εξωτερικών για τη μείωση της έντασης. Την ίδια στιγμή, οι ΥΠΕΞ μας δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για έναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό, όπου για πρώτη φορά μιλήσαμε για θέματα ασφάλειας στο νησί και φτάσαμε κοντά στη λύση.
Δυστυχώς, όμως, ακολούθησε το αποτρόπαιο πραξικόπημα στην Τουρκία και οι εξελίξεις φρέναραν αυτή τη συνεργασία. Αργότερα υπήρξαν εξελίξεις, προσκόμματα και εμπόδια, ρητορική αντιπαραθετική, στο Αιγαίο οι παραβιάσεις έφτασαν σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα με πολύ επικίνδυνα περιστατικά στη θάλασσα και στον αέρα» είπε ο Πρωθυπουργός.
Παράλληλα, τόνισε ότι η υπόθεση των οκτώ στρατιωτικών αποτέλεσε «αγκάθι» στις σχέσεις των δύο χωρών, όπως και η φυλάκιση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που κρατήθηκαν στην Τουρκία.
«Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός ο φαύλος κύκλος είναι η μοίρα μας, το κισμέτ μας, αλλά ευτυχώς δεν το πράξαμε. Ούτε εσείς, ούτε κι εγώ δεχόμαστε τη λογική της αδράνειας και της συμμόρφωσης με την πεπατημένη, γιατί οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην εποχή μας και στην περιοχή μας δεν επιτρέπουν να παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε αδιέξοδα. Πρέπει να ανατρέπουμε τις λογικές του παρελθόντος για να οικοδομήσουμε μια σχέση βασισμένη στον αμοιβαίο σεβασμό και στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου, να βρούμε ειρηνικό τρόπο για την επίλυση των διαφορών μας» είπε ο κ. Τσίπρας.
«Η επίσκεψή σας στην Αθήνα ήταν επιτυχημένη, ακριβώς επειδή μιλήσαμε με ειλικρίνεια» είπε στον Τούρκο Πρόεδρο ο Αλέξης Τσίπρας, θυμίζοντας ότι η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2017 ήταν η πρώτη μετά από 65 χρόνια για Τούρκο Πρόεδρο και πως ο ίδιος έχει επισκεφθεί τέσσερις φορές την Τουρκία μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Οι δύο άντρες συμφώνησαν να συνεργαστούν ώστε το καλοκαίρι να γίνει πραγματικότητα η ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης-Θεσσαλονίκης, να προχωρήσουν στη διοργάνωση νέου επιχειρηματικού φόρουμ που θα αναδείξει τις ευκαιρίες που ανοίγονται για συνεργασία, ιδίως τώρα που η Ελλάδα έχει εξέλθει από μια κρίση που την ταλαιπώρησε για πολλά χρόνια, αλλά και να εντείνουν τη συνεργασία τους στον τομέα της ασφάλειας. Προς την κατεύθυνση αυτή, όπως είπε ο Πρωθυπουργός, «σε αυτό το θετικό πνεύμα, συμφωνήσαμε σήμερα να επανέλθουμε σε συνομιλίες μεταξύ των υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών, για αποκλιμάκωση της έντασης και προώθηση μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Με τη δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων, μπορούμε, πιστεύω, στη συνέχεια να έχουμε πρόοδο και να επαναλάβουμε και τις διερευνητικές συνομιλίες γαι τη διαφορά που έχουμε στο θέμα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο» είπε ο κ. Τσίπρας.
«Θέλουμε να βάλουμε τα θεμέλια ώστε να μπορέσουμε να χτίσουμε. Η συνάντηση αυτή είχε στόχο να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να μπορέσουμε αργότερα να μιλήσουμε για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις» υπογράμμισε ο Πρωθυπουργός. Τόνισε και την πάγια στήριξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας – κάτι που, όπως είπε, θα είναι και προς όφελος της Τουρκίας, και προς όφελος της Ευρώπης -, αλλά και τη σημασία που έχει ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου στην Ανατολική Μεσόγειο «και βεβαίως την ανάγκη η ενέργεια να αποτελέσει γέφυρα συνεργασίας στην περιοχή».
Ο κ. Τσίπρας μίλησε για την «πολύ σημαντική δυνατότητα το επόμενο διάστημα να επενδύσουμε στη θετική ατζέντα των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες». Όπως είπε, «η περίοδος που διανύουμε είναι ιδιαίτερη, η Ελλάδα βγαίνει μετά από πολυετή κρίση στις αγορές, λύνουμε προβλήματα δεκαετιών, όπως τη διαφορά μας με τον βόρειο γείτονά μας, τη Βόρεια Μακεδονία. Πρέπει να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να διαμορφώσουμε ένα κλίμα ασφάλειας, ειρήνης και συνεργασίας στο Αιγαίο, που θα είναι προς όφελος και των δύο χωρών».
«Θέλουμε να βάλουμε τα θεμέλια ώστε να μπορέσουμε κάποια στιγμή να χτίσουμε, δεν είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε χωρίς να βάλουμε τα θεμέλια» ανέφερε ο Πρωθυπουργός, σημειώνοντας πως η σημερινή συνάντηση είχε ως αντικείμενο «να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε αργότερα ιστορικά βήματα και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις».
Αναφερόμενος περαιτέρω στην υπόθεση των οκτών Τούρκων στρατιωτικών, ο Πρωθυπουργός σημείωσε πως η Ελλάδα ως κράτος δικαίου οφείλει να κάνει αποδεκτές τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, απάντησε ότι το θέμα εξαντλήθηκε στις συζητήσεις. Επανέλαβε, ωστόσο, την κατηγορηματική αντίθεση της Ελλάδας σε όσους επιχείρησαν να ανατρέψουν με πραξικόπημα την κυβέρνηση στην Τουρκία, λέγοντας πως στην Ελλάδα οι πραξικοπηματίες δεν είναι καλοδεχούμενοι. «Η Ελλάδα στηρίζει τη Δημοκρατία, δεν έχει πρόθεση να στηρίξει πραξικοπηματίες. Στην Ελλάδα είναι απολύτως σαφής η διάκριση των εξουσιών, η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι απολύτως σεβαστή. Υπήρξαν κάποιες αποφάσεις της, οφείλουμε να τις σεβαστούμε και τις σεβόμαστε» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο Πρωθυπουργός συζήτησε με τον Τούρκο Πρόεδρο και την ανάγκη να υπάρξει δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ. Ζήτησε «λύση προς όφελος του συνόλου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που θα καθιστά την επανενωμένη, ομοσπονδιακή Κύπρο μια κανονική χώρα της περιοχής και της ΕΕ».
Τσίπρας και Ερντογάν συζήτησαν και για τη συνεργασία στο πλαίσιο της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας και τις δυνατότητες που υπάρχουν για μείωση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών, για την ανάγκη αύξησης των επιστροφών και την αντιμετώπιση των δικτύων των διακινητών. Επιπλέον, μίλησαν και για την προοπτική της αναθεώρησης της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, προς όφελος όλων των χωρών της περιοχής.
Ερωτηθείς γιατί επέλεξε να αποδεχτεί την πρόσκληση του Τούρκου Προέδρου και να γίνει αυτή η συνάντηση σε αυτή την συγκυρία, δεδομένης και της κριτικής που έχει διατυπωθεί επ’ αυτού, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι δύο γειτονικές χώρες, ιδίως όταν έχουν ζητήματα που πρέπει να επιλύσουν, οφείλουν να έχουν τακτικές συνομιλίες και ανοικτά κανάλια συνεννόησης και ιδιαίτερα στο υψηλότερο επίπεδο.
Ο Πρωθυπουργός είπε ότι η κριτική που ενδεχομένως να ασκείται από ορισμένους είναι κριτική που οδηγεί σε ένα τέλμα, αδράνεια και σε επικίνδυνους κι ολισθηρούς δρόμους.
Σημείωσε δε ότι έχουν αποτραπεί κίνδυνοι και προβλήματα στα οποία βρέθηκαν μπροστά και πως αν δεν είχαν και οι δύο τη δυνατότητα να σηκώσουν το τηλέφωνο για να επικοινωνήσουν, «θα ήταν πολύ πιθανό να βρεθούμε, χωρίς προθέσεις, μπροστά σε κλιμακώσεις επικίνδυνες».
Παράλληλα, χαρακτήρισε «ευτυχές» το γεγονός ότι υπάρχει αυτό το επίπεδο επικοινωνίας και ειλικρίνειας μεταξύ τους και ότι αυτό είναι η βάση ώστε να προχωρήσουν ακόμα παραπέρα το επόμενο διάστημα και σε πιο εποικοδομητικές συνομιλίες που πιθανόν να έχουν και συγκεκριμένες αποφάσεις.
«Ανεβαίνοντας στο βήμα, ο Πρόεδρος μου είπε ότι δεν έχουμε σήμερα να υπογράψουμε αποφάσεις, του είπα όμως ότι ίσως να έχουμε την επόμενη φορά που θα συναντηθούμε» δήλωσε ο κ. Τσίπρας.
«Ο διάλογός μας όλα αυτά τα χρόνια είναι σημαντικός, όχι μόνο για το μέλλον των λαών μας, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή μας» ανέφερε, και μέσω twitter, αμέσως μετά το πέρας της συνάντησής του, ο Πρωθυπουργός.
Ερντογάν: Μπορούμε να βρούμε ειλικρινείς και δίκαιες λύσεις
Ως Τουρκία επιθυμούμε να αναπτύξουμε τις διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα, δήλωσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά τις κοινές του δηλώσεις με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, μετά τη συνάντησή τους στην Άγκυρα.
Στην κοινή συνέντευξη που ακολούθησε τις συζητήσεις των δύο ηγετών, ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε πως υπάρχουν πράγματα στις διμερείς σχέσεις που χρειάζονται βελτιώση, ωστόσο -όπως είπε- μπορούμε να βρούμε ειλικρινείς και δίκαιες λύσεις σε όλα τα ζητήματα.
Όπως είπε «όλα τα θέματα Ελλάδας – Τουρκίας μπορούν να λύνονται με βάση το διάλογο και διεθνές δίκαιο. «Μπορούμε να λύνουμε τα προβλήματα συζητώντας με τον φίλο μας», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών και την ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης – Θεσσαλονίκης, σημείωσε πως πρέπει να αναβαθμιστούν. «Το σημείο που βρισκόμαστε στις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις είναι κατά πολύ χαμηλότερο από τον στόχο μας», πρόσθεσε.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στη μουσουλμανική μειονότητα της δυτικής Θράκης και ανέφερε πως «οι ομογενείς μας που ζουν στην Ελλάδα και οι Ρωμιοί που ζουν στην Τουρκία αποτελούν γέφυρες», ενώ κάλεσε την Ελλάδα να πραγματοποιήσει βήματα προς τη βελτίωση της ζωής τους.
«Να δημιουργήσουμε μια σχέση εμπιστοσύνης για το κυπριακό, με βάση την ισοτιμία των Τουρκοκύπριων», επεσήμανε.
«Η τουρκική ακτοφυλακή προσπαθήσει να εμποδίσει τους θανάτους στο Αιγαίο», σημείωσε ο Tαγίπ Ερντογάν, μιλώντας για το μεταναστευτικό, υπογραμμίζοντας πως «η Τουρκία έχει τηρήσει όλες τις υποσχέσεις που έχει δώσει στο μεταναστευτικό, όχι όμως και η Ευρωπαϊκή Ένωση».
Σχετικά με το ζήτημα της τρομοκρατίας, ο Ερντογάν τόνισε πως θα πρέπει να δημιουργηθεί οδικός χάρτης με την Ελλάδα για την αντιμετώπισή της, ενώ όπως είπε περιμένει από την Αθήνα να σεβαστεί τα θύματα από την απόπειρα πραξικοπήματος και να μην δίνει άσυλο στους «φυγάδες».
«Οι πολιτικοί πρέπει να κερδίζουν φίλους και όχι εχθρούς», δήλωσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, απαντώντας σε ερώτηση για τα αν ήταν η καλύτερη στιγμή, ωστέ ο κ. Τσίπρας να επισκεφθεί την Άγκυρα.
«Όπως γνωρίζετε η Θεολογική Σχολή της Χάλκης είναι κλειστή από το 1971, δεν φταίμε εμείς», ανέφερε και πρόσθεσε πως «όποτε μου λέτε για τη Σχολή, εγώ απαντώ να λυθεί και το θέμα των Μουφτήδων».