Στη Βουλή για τη συζήτηση για την υπόθεση Novartis βρίσκεται ο πρώην πρωθυπουργός, Παναγιώτης Πικραμμένος και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Π. Πικραμμένος: Ουδεμία σχέση έχω με το σκάνδαλο Novartis
«Δεν με ενδιαφέρει καθόλου πιο όργανο θα κριθεί αρμόδιο ώστε να εξετάσει και να διαλευκάνει την υπόθεση», τόνισε ο πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμμένος, από το βήμα της Βουλής, τονίζοντας, ωστόσο ότι φοβάται πως με την διαδικασία που ακολουθείται αυτό μπορεί και να μην συμβεί ποτέ.
Όπως τόνισε ο κ. Πικραμμένος η διαδικασία προσβάλλει βάναυσα την υπόληψή του και την ίδια τη δικαιοσύνη, ενώ ζήτησε την ταχύτατη διαλεύκανση της υπόθεσης.
«Αν συρθεί επί μακρόν θα συνεχίζεται να σπιλώνεται το όνομα και κάποιοι θα πειστούν ότι πρόκειται για πολιτική δίωξη», υπογράμμισε.
«Ουδεμία σχέση έχω με το επικαλούμενο σκάνδαλο Novartis», υπογράμμισε ο πρώην πρωθυπουργός.
Γ. Στουρνάρας: Φοβήθηκαν την αποκάλυψη της αλήθειας και των πραγματικών ενόχων
Για τη μεγαλύτερη σκευωρία στην ιστορία της μεταπολίτευσης έκανε λόγο ο Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας από το βήμα της Βουλής. Άσκησε δε οξεία κριτική στην απόφαση της πλειοψηφίας της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής να «νίψει τας χείρας της» και να «σηκώσει τα ψηλά χέρια», αρνούμενη να εξετάσει τις «άθλιες και συκοφαντικές κατηγορίες», επισημαίνοντας ότι με τον τρόπο αυτό έχει ενσυνειδήτως απεμπολήσει το χρέος της να αποκαταστήσει το κύρος και την αξιοπιστία των θεσμών και της ίδιας της Δημοκρατίας, «που τα τραυμάτισε η οργανωμένη σπίλωση πολιτικών προσώπων και θεσμικών λειτουργών».
Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι η Επιτροπή είχε υποχρέωση κατά το Σύνταγμα να εξετάσει τις κατηγορίες, τις υπόνοιες, τα στοιχεία, και να εκδώσει πόρισμα. Επανέλαβε ότι ο ίδιος δεν επικαλέστηκε ούτε αποσβεστικές προθεσμίες, ούτε οποιαδήποτε άλλη εξαίρεση ή προνόμιο προβλέπεται για υπουργούς και θύμισε ότι κατά την προηγούμενη συζήτηση στη Βουλή ζήτησε να προστατευθεί η κοινωνία «από τις συνέπειες που θα είχε η επιλογή να παραμείνουν αιωρούμενες και ανέλεγκτες οι κατηγορίες, και να μετατραπεί, έτσι, η συκοφαντία σε θεσμό στο δημόσιο βίο της χώρας, με τη δική σας ανοχή ή συμμετοχή».
«Κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, αν και τα δέκα πρόσωπα που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση αυτή, αλλά και σύσσωμη η Αντιπολίτευση, ζήτησαν να προχωρήσει η διερεύνηση της υπόθεσης, η πλειοψηφία της Επιτροπής το αρνήθηκε» τόνισε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι κατά την άποψή του το αρνήθηκε, παρά την περί του αντιθέτου ρητή συνταγματική επιταγή, για τρεις λόγους:
– Πρώτον, επειδή φοβήθηκε την αποκάλυψη της αλήθειας.
«Διότι αν προχωρούσε στη διερεύνηση της υπόθεσης, αν καλούσε τους προστατευόμενους μάρτυρες, θα αποκαλύπτονταν οι ψευδομαρτυρίες, η παντελής έλλειψη στοιχείων, οι εκκρεμότητες των μαρτύρων με τη Δικαιοσύνη ή τη Φορολογική Διοίκηση, οι ακυρότητες του καθεστώτος προστασίας, οι αφόρητες πιέσεις που τους ασκήθηκαν προκειμένου να πουν αυτά που είπαν, οι ηθικοί αυτουργοί της υπόθεσης και, τελικά, η σκευωρία» ανέφερε ο κ. Στουρνάρας.
– Δεύτερον επειδή εκτιμήθηκε ότι «η μη διερεύνηση σε βάθος της υπόθεσης, θα συντηρήσει μέρος της συκοφαντικής λάσπης, που είχε αρχίσει, ευθύς αμέσως με το που έγινε αντιληπτό ότι στοιχεία και λογαριασμοί δεν υπάρχουν, να εξαερώνεται, και ότι έτσι θα συνεχίσει να προσφέρει μικροκομματικά οφέλη».
-Τρίτον, επειδή «θα αποκαλυπτόταν ότι ένοχοι είναι άλλοι και μάλιστα πρόσωπα που πρόσκεινται στην Κυβέρνηση».
Ο κ. Στουρνάρας έκανε επίσης λόγο για προσπάθεια δυσφήμησής του στον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι. «Αντιμετώπισα διεθνή δυσφήμηση από όσους επέλεξαν να διατηρήσουν την ηχώ της συκοφαντίας όπως για παράδειγμα με την ερώτηση του κ. Κούλογλου προς τον κ. Ντράγκι για το αν έχει ενημερωθεί για τις κατηγορίες σε βάρος μου. Ελληνας ευρωβουλευτής κατέθεσε τέτοιο ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τον διοικητή της ΤτΕ νομίζοντας ότι έτσι δυσφημίζει τον διοικητή αλλά ουσιαστικά έτσι δυσφήμισε τη χώρα του» είπε χαρακτηριστικά.