Σε νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας προχώρησε σήμερα η Standard & Poor’s, απειλώντας παράλληλα και με νέες υποβαθμίσεις, αν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του προϋπολογισμου.
Σε νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας προχώρησε σήμερα η Standard & Poor’s, απειλώντας παράλληλα και με νέες υποβαθμίσεις, αν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του προϋπολογισμου.
Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι η εγκυρότητα της απόφασης τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Στην ανακοίνωσή της η Standard & Poor’s αιτιολογεί τη νέα υποβάθμιση βασιζόμενη στη συζήτηση που διεξάγεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επιμήκυνση του χρέους της Ελλάδας, η οποία εκτιμάται ότι θα συμπεριλάβει και τους ιδιώτες ομολογιούχους.
Όπως σημειώνει, ακόμη κι αν η τελική λύση δεν περιλαμβάνει «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας του υφιστάμενου χρέους, η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής θα θεωρηθεί λιγότερο προτιμητέα λύση από τους κατόχους των ομολόγων σε σύγκριση με την αποπληρωμή των ομολόγων.
«Η υποβάθμιση αντανακλά την άποψή μας ότι ενισχύεται η αίσθηση στους κύριους κρατικούς δανειστές της χώρας στην Ευρωζώνη ότι θα επιμηκυνθούν οι διάρκειες στα δάνεια ύψους 80 δισ. ευρώ. Ως συνέπεια μιας τέτοιας επιμήκυνσης θεωρούμε ότι οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης πιθανόν να επιδιώξουν “παρόμοια μεταχείριση” και για τους ιδιώτες επενδυτές αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος αξιολόγησης.
Παράλληλα, η Standard & Poor’s «απειλεί» και με νέες υποβαθμίσεις εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του προϋπολογισμού, καθώς διατηρεί τις αρνητικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία.
Το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση σχετικά με την αξιολόγηση του οίκου Standard and Poor’s:
«Η αξιολόγηση από τον οίκο Standard and Poor’s έρχεται σε μία περίοδο που δεν έχει προστεθεί καμία πληροφορία και καμία απόφαση που να επιδεινώνει την κατάσταση της Ελλάδας σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση του οίκου που είχε λάβει χώρα ένα μήνα πριν.
Οι αποφάσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης πρέπει να βασίζονται πάνω σε στοιχεία, αποφάσεις και πραγματική αξιολόγηση ως προς τα ουσιαστικά δεδομένα κάθε οικονομίας.
Η εγκυρότητα τους τίθεται σε αμφισβήτηση, όταν βασίζεται σε στοιχεία πέρα από αυτά».