Επιστήμονες ανέπτυξαν εξέταση αίματος για τη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ, χωρίς την ανάγκη δαπανηρής απεικόνισης του εγκεφάλου ή της επώδυνης οσφυονωτιαίας παρακέντησης.
Εάν η εν λόγω εξέταση λάβει την απαραίτητη έγκριση, το τεστ θα μπορούσε να επιτρέψει την ταχύτερη διάγνωση της νόσου, γεγονός που σημαίνει ότι οι θεραπείες θα μπορούσαν να ξεκινήσουν ταχύτερα.
Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο κοινή μορφή άνοιας, αλλά η διάγνωση παραμένει δύσκολη – ιδίως κατά τα πρώιμα στάδια. Οι τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές συνιστούν την ανίχνευση τριών διαφορετικών δεικτών: ανώμαλη συσσώρευση των πρωτεϊνών αμυλοειδούς και ταυ (tau), καθώς και νευροεκφυλισμός – η αργή και προοδευτική απώλεια νευρωνικών κυττάρων σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω ενός συνδυασμού απεικόνισης του εγκεφάλου και ανάλυσης του εγκεφαλονωτιαίου υγρού (ΕΝΥ).
Παρόλα αυτά, η οσφυονωτιαία παρακέντηση μπορεί να είναι επώδυνη και οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν πονοκεφάλους ή πόνο στην πλάτη μετά τη διαδικασία, ενώ η απεικόνιση του εγκεφάλου είναι δαπανηρή και χρειάζεται πολύ χρόνο για να προγραμματιστεί.
«Πολλοί ασθενείς, ακόμη και στις ΗΠΑ, δεν έχουν πρόσβαση σε σαρωτές μαγνητικής τομογραφίας και PET. Η προσβασιμότητα αποτελεί μείζον ζήτημα», δήλωσε ο Τόμας Καρικάρι, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ, ο οποίος συμμετείχε στη μελέτη.
«Μια εξέταση αίματος είναι φθηνότερη, ασφαλέστερη και ευκολότερη στη χορήγηση και μπορεί να βελτιώσει την κλινική εμπιστοσύνη στη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ και στην επιλογή των συμμετεχόντων για κλινικές δοκιμές και παρακολούθηση της νόσου», είπε ο ερευνητής.
Παρόλο που οι τρέχουσες εξετάσεις αίματος μπορούν να ανιχνεύσουν με ακρίβεια ανωμαλίες στις πρωτεΐνες αμυλοειδές και ταυ, η ανίχνευση δεικτών βλάβης των νευρικών κυττάρων που είναι ειδικά για τον εγκέφαλο είναι δυσκολότερη.
Ο Καρικάρι και οι συνάδελφοί του επικεντρώθηκαν στην ανάπτυξη μιας εξέτασης αίματος με βάση τα αντισώματα που θα ανιχνεύει μια συγκεκριμένη μορφή της πρωτεΐνης ταυ που ονομάζεται εγκεφαλική ταυ, η οποία συνδέεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Όπως γράφει ο Guardian, οι ερευνητές πραγματοποίησαν την εξέταση αίματος σε 600 ασθενείς σε διάφορα στάδια της νόσου και διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα της πρωτεΐνης συσχετίζονταν καλά με τα επίπεδα ταυ στο ΕΝΥ και μπορούσαν να διακρίνουν αξιόπιστα τη νόσο Αλτσχάιμερ από άλλες νευροεκφυλιστικές νόσους. Τα επίπεδα της πρωτεΐνης αντιστοιχούσαν επίσης στενά με τη σοβαρότητα των αμυλοειδών πλακών και των δεσμών ταυ στον εγκεφαλικό ιστό από άτομα που είχαν πεθάνει με Αλτσχάιμερ. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Brain».
Το επόμενο βήμα θα είναι η επικύρωση του τεστ σε ένα ευρύτερο φάσμα ασθενών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από ποικίλο φυλετικό και εθνικό υπόβαθρο και εκείνων που πάσχουν από διαφορετικά στάδια απώλειας μνήμης ή άλλα πιθανά συμπτώματα άνοιας.
Ο Καρικάρι ελπίζει ότι η παρακολούθηση των επιπέδων του εγκεφαλικού ταυ στο αίμα θα μπορούσε να βελτιώσει τον σχεδιασμό κλινικών δοκιμών για θεραπείες της νόσου Αλτσχάιμερ.
Πηγή: news247.gr