Έπειτα από περισσότερες από 24 ώρες διαπραγματεύσεων, η Αγγελα Μέρκελ και οι σοσιαλδημοκράτες έφθασαν σε επί της αρχής συμφωνία για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού στην Γερμανία, η οποία θα επιτρέψει στην καγκελάριο να παραμείνει στην εξουσία.
Για ένα έγγραφο «πάρε-δώσε, όπως θα έπρεπε άλλωστε», έκανε λόγο η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ (CDU) αναφερόμενη στο 28σέλιδο κείμενο στο οποίο αποτυπώνεται η συμφωνία των κομμάτων. Η κυρία Μέρκελ δήλωσε ότι η συμφωνία αίρει σημαντικά εμπόδια για την γερμανική κοινωνία, «προκειμένου να ζούμε καλά και σε δέκα ή δεκαπέντε χρόνια από τώρα».
Ο Μάρτιν Σουλτς (SPD) από την πλευρά του μίλησε για ενα «εξαιρετικό αποτέλεσμα», το οποίο μπορεί να προτείνει στο κόμμα του να στηρίξει, ενώ ο Χορστ Ζεεχόφερ (CSU) δήλωσε «πολύ και εξαιρετικά ικανοποιημένος» από το αποτέλεσμα των συνομιλιών.
Ήδη πάντως σημειώνονται οι πρώτες αντιδράσεις, με τους Πράσινους να επικρίνουν τις προβλέψεις για το Κλίμα, αλλα και των βουλευτή του SPD Μάρκο Μπίλοου να μιλάει για «ντροπιαστικό αποτέλεσμα».
Αβέβαιη έκβαση
Το έγγραφο, που συντάχθηκε από τους διαπραγματευτές και το οποίο περιήλθε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου, προβλέπει κυρίως ότι η μελλοντική κυβέρνηση συνασπισμού θα εργασθεί μαζί με τη Γαλλία για να «ενισχύσει» και να «μεταρρυθμίσει» την ευρωζώνη ώστε να αντιστέκεται καλύτερα στις κρίσεις.
Το SPD επέμεινε πολύ στο σημείο αυτό, ενώ οι συντηρητικοί ήταν αρχικά πιο επιφυλακτικοί.
Η μεταναστευτική πολιτική αποτελούσε επίσης για καιρό σημείο διαφωνίας. Τελικά οι δύο παρατάξεις συμφώνησαν να περιορίσουν τον ετήσιο αριθμό των αιτούντων άσυλο στη χώρα σε 180.000 έως 200.000, κάτι που επιθυμούσαν οι συντηρητικοί.
Η Γερμανία υποδέχθηκε περισσότερους από ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο το 2015 και 2016, κάτι που προκάλεσε πολλές επικρίσεις σε βάρος της Άγγελα Μέρκελ και επέτρεψε στην ακροδεξιά να ενισχυθεί στην κοινή γνώμη.
Έπειτα από μια πρώτη αποτυχία τον Νοέμβριο να συνεννοηθεί για τον σχηματισμό ενός πλειοψηφικού συνασπισμού με τους οικολόγους και τους φιλελεύθερους, η καγκελάριος δεν είχε πλέον περιθώρια λάθους αυτή τη φορά, αν ήθελε να παραμείνει επικεφαλής της χώρας.
Όμως τίποτε δεν είναι ακόμη οριστικό. Από την πλευρά των Σοσιαλδημοκρατών, η απόφαση να μπουν σε μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού με τους συντηρητικούς θα πρέπει να λάβει επίσης το πράσινο φως των αντιπροσώπων του κόμματος στη διάρκεια έκτακτου συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί στις 21 Ιανουαρίου και η έκβασή του είναι πολύ αβέβαιη.
Στη συνέχεια θα αρχίσουν λεπτομερείς διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα του συνασπισμού.
Στην καλύτερη περίπτωση, η νέα κυβέρνηση δεν θα αναλάβει καθήκοντα πριν από τα τέλη Μαρτίου, ενώ ολόκληρη η Ευρώπη ανυπομονεί. Αρχικά το SPD είχε επιλέξει να περάσει στην αντιπολίτευση, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου που σηματοδοτήθηκαν από την ταπεινωτική ήττα του κόμματος αυτού, την οπισθοχώρηση των μεγάλων κομμάτων και την άνοδο της ακροδεξιάς.
Η βάση του SPD, που θα έχει την τελευταία λέξη, εξακολουθεί να μπορεί να ανατρέψει τα πάντα. Διότι παραμένει πολύ επιφυλακτική στην ιδέα να χρησιμεύσει και πάλι σαν στήριγμα για τους συντηρητικούς.
Γεμάτα δημόσια ταμεία
Θέλοντας να πείσει τα μέλη του, ο Μάρτιν Σουλτς προέβαλλε τα θέματα της κοινωνικής δικαιοσύνης στη διάρκεια των συνομιλιών. Ωστόσο απέχει πολύ από το να πέτυχε όλα όσα επεδίωκε.
Οι συντηρητικοί αρνήθηκαν το αίτημά του να δημιουργηθεί μια «ασφάλιση υγείας πολιτών», ένα είδος Κοινωνικής Ασφάλισης στην οποία να συμβάλλουν όλοι ώστε να μειωθούν οι ανισότητες στην υγεία ανάμεσα στους ευπόρους, που έχουν ιδιωτική ασφάλιση, και τους μισθωτούς με χαμηλότερα εισοδήματα, που έχουν δημόσια ασφάλιση.
Τελικά η συμφωνία προβλέπει μόνο πως οι εργοδότες θα βοηθούν περισσότερο στη χρηματοδότηση της ασφάλισης στα δημόσια ταμεία.
Επίσης το SPD δεν πέτυχε τις αυξήσεις των φόρων για τα υψηλότερα εισοδήματα τις οποίες επιθυμούσε.
Η Γερμανία, η οποία βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, έχει τα μέσα για να είναι γενναιόδωρη. Με περισσότερα από 38 δισεκ ευρώ δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2017, τα δημόσια ταμεία δεν ήταν ποτέ τόσο γεμάτα μετά την επανένωση, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη.
Ακόμη και μ’ αυτή τη συμφωνία, το πολιτικό πλαίσιο δεν είναι ευνοϊκό, ούτε για τους χριστιανοδημοκράτες ούτε και για τους σοσιαλδημοκράτες.
Ορισμένα μέσα ενημέρωσης έχουν ήδη χαρακτηρίσει την πιθανή συμμαχία τους «συνασπισμό των χαμένων» επειδή τιμωρήθηκαν αμφότεροι από τους ψηφοφόρους στις βουλευτικές εκλογές, που σηματοδοτήθηκαν από την άνοδο της άκρας δεξιάς.
Οι δύο παρατάξεις δεν αντιπροσωπεύουν πια παρά μια μικρή πλειοψηφία, καθώς η Άγγελα Μέρκελ κέρδισε μια πύρρειο νίκη με ιστορικά χαμηλή επίδοση.
Οι περισσότεροι Γερμανοί (56%) πιστεύουν μάλιστα πως η καγκελάριος θα εγκαταλείψει τα καθήκοντά της πριν από το τέλος της ενδεχόμενης επόμενης εντολής της, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε χθες Πέμπτη από την εφημερίδα Handelsblatt.