Ο Φιλ Ραντ, ο αυστραλός ντράμερ του διάσημου ροκ συγκροτήματος AC/DC, καταδικάστηκε σε οκτάμηνο περιορισμό κατ΄οίκον από δικαστήριο της Νέας Ζηλανδίας.
Σε οκτάμηνο κατ’ οίκον περιορισμό καταδικάστηκε από δικαστήριο της Νέας Ζηλανδίας ο Φιλ Ραντ, ο Αυστραλός ντράμερ του διάσημου ροκ συγκροτήματος AC/DC, αφού παραδέχθηκε την ενοχή του στις κατηγορίες για απειλή με σκοπό τη δολοφονία και για κατοχή ναρκωτικών. Στη διάρκεια του οκταμήνου, ο Ραντ θα παρακολουθείται ηλεκτρονικά, ενώ θα επιτρέπεται να πραγματοποιεί επισκέψεις κατόπιν ειδικής αδείας.
Ο 61χρονος Ραντ είχε αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση μετά τη σύλληψή του τον περασμένο Νοέμβριο και τον Απρίλιο δήλωσε ένοχος των κατηγοριών, που επισύρουν ανώτατη ποινή επταετούς κάθειρξης. Η πολιτική αγωγή ζήτησε να του επιβληθεί ελάχιστη ποινή φυλάκισης 18 μηνών μετά την κατηγορία ότι απείλησε να σκοτώσει έναν άνδρα, επειδή δεν ήταν ικανοποιημένος από το πάρτι που διοργανώθηκε για την κυκλοφορία του άλμπουμ του.
Ο συνήγορός του δήλωσε στο δικαστήριο ότι ο πελάτης του βρισκόταν υπό πίεση την περίοδο της διάπραξης του αδικήματος και υπό την επήρεια ναρκωτικών και περιέγραψε το περιστατικό απλώς ως ένα οργισμένο τηλεφώνημα. Ζητώντας την απαλλαγή του, ο συνήγορός του υποστήριξε, επίσης, ότι μία καταδίκη θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα ο Ραντ να χάσει δεκάδες εκατομμύρια δολάρια μελλοντικών εσόδων, αφού δεν θα μπορεί να συμμετέχει στις περιοδείες του διάσημου συγκροτήματος. Η αρχική κατηγορία, σύμφωνα με την οποία ο Ραντ προσπάθησε να προκαλέσει φόνο, αποσύρθηκε ελλείψει στοιχείων.
Γεννημένος στην Αυστραλία, ο Ραντ εγκαταστάθηκε στην Ταουράνγκα το 1983, όταν εκδιώχθηκε από το συγκρότημα. Το 1994 επέστρεψε στους AC/DC, αλλά παρέμεινε στη Νέα Ζηλανδία όπου διατηρεί εστιατόριο. Το 2010 καταδικάστηκε για κατοχή κάνναβης και του επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο.