Εικόνες που σοκάρουν περιγράφουν στις καταθέσεις τους στο δικαστήριο μάρτυρες που έζησαν τη μανία από την πυρκαγιά στο Μάτι, αλλά και, όπως λένε, την αδιαφορία των υπευθύνων.
Ο Αλέξανδρος Φλώρος, του οποίου το σπίτι απέχει 600 μέτρα από την ακτή, περιέγραψε στους δικαστές τις απεγνωσμένες προσπάθειες που έκανε με την οικογένειά του για να σωθούν, όταν είδε τη φωτιά να πλησιάζει επικίνδυνα. Όπως είπε ο μάρτυρας, κατάφεραν να φθάσουν στην ακτή, χωρίς να υπάρχει καμία ειδοποίηση για εκκένωση.
«Βλέπαμε πυκνό καπνό από την πλευρά του βουνού, ενώ ερχόταν συνεχώς κόσμος στην παραλία και η ορατότητα μειωνόταν. Μπήκαμε στη θάλασσα, κάποια στιγμή χάσαμε τη στεριά, δεν βλέπαμε. Κολυμπούσαμε, προσπαθούσαμε να μείνουμε ενωμένοι, ο αέρας δυνάμωνε όσο περνούσε η ώρα. Προσπαθούσαμε να μείνουμε σε κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο. Έπεφταν σπίθες, κουκουνάρια στο νερό. Κάποια στιγμή δυσκόλεψαν τα πράγματα πάρα πολύ. Ακούγαμε τα αεροπλάνα και νομίζαμε ότι έρχονταν να μας σώσουν, φωνάζαμε βοήθεια. Κάποια στιγμή η γυναίκα μου λέει, “αυτό ήταν”…» κατέθεσε ο μάρτυρας. Όπως είπε, είχαν αρχίσει να χάνουν το κουράγιο τους και προσπαθούσαν να παραμένουν ενωμένοι κολυμπώντας, μη γνωρίζοντας προς τα πού κατευθύνονται.
«Τα παιδιά είχαν γίνει μπλε…»
Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας κολυμπούσαν επί ώρες στη θάλασσα. «Είχαμε φτάσει κοντά στο λιμάνι της Ραφήνας, είδαμε φώτα πλοίου. Ερχόταν ένα ψαροκάικο. Μας έριξε φως με φακό, μετά μια κουλούρα. Η γυναίκα μου είχε πάθει υποθερμία, τα παιδιά είχαν γίνει μπλε. Μας έδωσαν κουβέρτες. Είδα έναν παππού να επιπλέει στη θάλασσα… Ανέσυραν μια γυναίκα, της έκαναν ανάνηψη, δεν τα κατάφερε… Μας έβγαλαν στην ακτή, από το σοκ δεν θυμόμασταν να πάρουμε τηλέφωνο κάποιον δικό μας… Δεν βλέπαμε καλά, στην ακτή φαίνονταν κάποια ασθενοφόρα. Εκεί είδαμε πλαστικές σακούλες μαύρες, που τις έκλειναν… Αν μέναμε μέσα στο σπίτι, θα καιγόμασταν ζωντανοί. Ήταν τόσο το θερμικό φορτίο, που έλιωσαν τα σίδερα…», είπε με τρεμάμενη φωνή και πρόσθεσε πως καθ’ όλη τη διάρκεια της προσπάθειάς του να σώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του δεν είδε ούτε έναν εκπρόσωπο των αρχών. «Τον μόνο ένστολο που είδα ήταν μια λιμενικός στις 11 τη νύχτα στο λιμάνι της Ραφήνας» είπε.
Επόμενος μάρτυρας, ο οποίος έχασε την αδελφή του στην πυρκαγιά, κατέθεσε στο δικαστήριο τι αντίκρυσε την επόμενη μέρα. «Είδα το σπίτι κατεστραμμένο. Είδα μετά το αυτοκίνητο με τα κλειδιά μέσα και με βαλίτσες φορτωμένο να έχει καεί» είπε στο δικαστήριο. Όπως κατέθεσε, και ο ίδιος κινδύνεψε από την πυρκαγιά. «Δυστυχώς, δεν εμφανίστηκε κάποιο ελικόπτερο να κάνει ρίψεις. Δεν υπήρχε μέριμνα, δεν ειδοποιήθηκα από κανέναν, ούτε είχα κάποια πληροφόρηση» είπε ο κ. Χατζηαθανασίου.