Η όραση ως λειτουργία αναπτύσσεται μέσα στα πρώτα χρόνια της ζωής. Μαθαίνουμε να βλέπουμε όπως μαθαίνουμε να μιλάμε. Η περίοδος που ένα παιδί μαθαίνει να βλέπει, αρχίζει με την γέννηση του και σταματά γύρω στα 7ο – 8ο έτος της ζωής.
Αυτό σημαίνει ότι ένα πρόβλημα απλό για ένα ενήλικα, όπως πχ υπερμετρωπία, αστιγματισμός, μυωπία μπορεί να έχει μία μόνιμη και καθοριστική επίδραση στην όραση ενός παιδιού.
Ο προληπτικός οφθαλμολογικός έλεγχος των παιδιών έχει τεράστια αξία γιατί θα αναγνωρίσει παθολογικές καταστάσεις που μπορεί να έχουν σαν συνέπεια δια βίου προβλήματα όρασης και σπανιότερα καταστάσεις που απειλούν την ζωή του παιδιού.
Ο προληπτικός έλεγχος των ματιών των παιδιών επιβάλλεται γιατί:
– Τα προβλήματα όρασης συχνά δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά από τους γονείς.
– Πολλά παιδιά δεν μπορούν να αναφέρουν το πρόβλημα με την όραση τους, εκτός αν αυτό συμβεί ξαφνικά.
– Ο πόνος ή άλλα συμπτώματα δεν συνοδεύουν τα προβλήματα όρασης.
– Η μη έγκαιρη διάγνωση ή αντιμετώπιση έχουν σαν αποτέλεσμα την απώλεια της όρασης.
– Η έγκαιρη θεραπεία θα δώσει στα παιδιά μεγαλύτερες πιθανότητες για να έχουν καλή όραση σαν ενήλικες.
Ποτέ δεν είναι νωρίς για ένα παιδί να εξεταστεί οφθαλμολογικά. Ακόμα και σε ένα νεογέννητο είναι δυνατό να εξετάσουμε τα μάτια.
Αυτό γιατί, σε αντίθεση με την γενική πεποίθηση, η οφθαλμολογική εξέταση δεν απαιτεί την συνεργασία του παιδιού ή την ικανότητα του να διαβάσει γράμματα ή αριθμούς.
Ο παιδοφθαλμίατρος έχοντας, αν είναι εφικτό, και την συνεργασία του ορθοπτικού που επίσης εξειδικεύεται στα παιδιά, καθώς και την κατάλληλη τεχνολογία θα πραγματοποιήσει σειρά εξετάσεων για να φθάσει στη διάγνωση.
Η φιλοσοφία που διακατέχει την παιδοφθαλμολογική εξέταση είναι ότι πρέπει να γίνει γρήγορα και ταυτόχρονα προσεκτικά, καθώς ο χρόνος που τα παιδιά θα είναι συνεργάσιμα συνήθως δεν είναι πολύς. Η τεχνολογία επιτρέπει να εξετάσουμε το παιδί ενώ κάθεται στα πόδια ενός από τους γονείς, χωρίς να χρειαστεί να μείνει ακίνητο ή να προσαρμοστεί σε κάποιο μηχάνημα σε θέση που γι’ αυτό είναι άβολη ή τρομάζει.
Σημειώνεται ότι οι εξετάσεις αυτές είναι ανώδυνες και η κυριότερη ενόχληση για τους μικρούς ασθενείς είναι η χρήση σταγόνων στην πορεία του ελέγχου (εάν βέβαια κριθεί απαραίτητο).
Ο οφθαλμολογικός έλεγχος συστήνεται να γίνεται στις ακόλουθες ηλικίες:
Αμέσως μετά την γέννηση (συνήθως γίνεται από τον παιδίατρο)
Σε ηλικία 6 – 12 μηνών
Σε ηλικία 3 – 3½ ετών
Σε ηλικία 5 ετών
Με την έναρξη της σχολικής ηλικίας μία φορά ετησίως.
Επιπλέον οφθαλμολογικός έλεγχος, ανεξαρτήτου ηλικίας, πρέπει να γίνεται σε παιδιά με βάση τις ακόλουθες ενδείξεις:
Ιστορικό από την γενική υγεία
Οικογενειακό ιστορικό με οφθαλμολογική πάθηση
Σημεία και συμπτώματα που θα αναφέρει το παιδί ή θα παρατηρήσουν οι γονείς.
Σαν γονείς να θυμάστε:
Κάθε φορά που υποπτεύεστε ότι το μωρό σας έχει κάποιο πρόβλημα συμβουλευτείτε το γιατρό σας.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι καίριας σημασίας για την αποκατάσταση διαταραχών στην όραση του μωρού. Ακολουθήστε το ένστικτο σας όταν κάτι στο μωρό σας φαίνεται διαφορετικό. Μπορεί οι υποψίες σας να αποδειχτούν αβάσιμες, όμως ένας παιδοφθαλμίατρος θα σας ακούσει με προσοχή και θα σας λύσει κάθε απορία.
Φροντίστε για την προληπτική οφθαλμολογική εξέταση του μωρού σας.
Η ηλικία του 1 έτους είναι η καταλληλότερη για την πρώτη εξέταση. Για όσα παιδιά έχουν περάσει αυτή την ηλικία, μία εξέταση στην ηλικία μεταξύ 3 – 4 χρονών θα αποτρέψει μία μόνιμη απώλεια όρασης στον μέλλοντα ενήλικα.