Την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 72 ετών, άφησε η γνωστή τραγουδοποιός Αρλέτα, έπειτα από σοβαρά προβλήματα υγείας.
Η Αρλέτα νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες στην εντατική του νοσοκομείου «Αγία Όλγα», καθώς είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο παράλληλα με έμφραγμα.
«Ήδη έχω κερδίσει τρεις φορές τον “κύριο” που λέγεται θάνατος, τι να πω, νομίζω ότι μάλλον έχουν σωθεί οι φορές μου. Το ότι ζω αυτή τη στιγμή μάλλον είναι θαύμα», είχε πει η ίδια σε συνέντευξή της στον Νοέμβριο του 2016.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Αργυρώ – Νικολέτα Τσάπρα, αλλά από μικρή όλοι την φώναζαν «Αρλέτα». Η γνωστή τραγουδίστρια γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου του 1945 και μεγάλωσε στο «τρίγωνο του θανάτου», όπως το χαρακτηρίζει η ίδια: Μεταξουργείο, Εξάρχεια, Κυψέλη.
Το τραγούδι μπήκε από πολύ νωρίς στη ζωή της, καθώς από παιδί έμαθε να τραγουδά από τον πατέρα της, ο οποίος μπορεί να ήταν γιατρός στο επάγγελμα, αλλά ήταν και εξαιρετικός τραγουδιστής. Τα μοναδικά ερεθίσματα ήταν ένα ραδιόφωνο που έπαιζε οπερέτες και τα δημοτικά τραγούδια που άκουγε στο χωριό από όπου καταγόταν, τη Λιβαδειά Ορχομενού.
Πριν ακόμα τελειώσει το γυμνάσιο έδωσε εξετάσεις για την Σχολή Καλών Τεχνών. Είχε την τύχη τότε να γνωρίσει μεγάλες προσωπικότητες και να διδαχτεί πολλά από δασκάλους σαν τον Μόραλη, τον Σαραφιανό και τον Πρεβελάκη, προσωπικότητες που σημάδεψαν και χάραξαν βαθιά το χαρακτήρα και τις ιδέες της. Όταν ακόμα ήταν πρωτοετής, συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Γιώργο Παπαστεφάνου σε μια εκδρομή, όπου την άκουσε να τραγουδά το «Άξιον Εστί». Ενθουσιάστηκε και την ρώτησε αν θέλει να κάνει δίσκο. Κάπως έτσι και χωρίς να ρωτήσει κανέναν έκανε τον πρώτο της μεγάλο δίσκο που είχε τίτλο «Τραγουδά η Αρλέτα».
Λογοκρίθηκε έντονα από τη χούντα και σταμάτησε να τραγουδά. Τρία χρόνια αργότερα, δέχτηκε ένα τηλεφώνημα εκ μέρους του Ζορζ Μουστακί. Πήγε στις Σπέτσες στο σπίτι της Ναταλίας Μελά, που ήταν φίλη με τον Μουστακί και την κάλεσε να τραγουδήσει στο Bobino, στο Παρίσι. Παρόλο που την κέρδισε το τραγούδι, δεν εγκατέλειψε ποτέ την ζωγραφική. Είχε κάνει δύο εκθέσεις, ενώ είχε σχεδιάσει όλα τα εξώφυλλα για τους δίσκους της. Επίσης η καλλιτεχνική της φλέβα φάνηκε και μέσα από τη γραφή της. Το ’97 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Από πού πάνε για την άνοιξη;» με ποιητικά και πεζά κείμενα, αλλά και με δικά της σχέδια.
Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με αρκετούς γνωστούς συνθέτες, όπως οι Γιάννης Σπανός, Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης. Στο ενεργητικό της υπάρχουν πολλά επιτυχημένα μουσικά κομμάτια, αλλά τρία έγιναν «σουξέ»: το «Μια φορά θυμάμαι», η «Σερενάτα», και το «Μπαρ το Ναυάγιο». Η συνεργασία που ξεχώρισε στη ζωή της ήταν αυτή με τον Λάκη τον Παπαδόπουλο, ο οποίος ήταν και η αιτία που παρέμεινε στο χώρο του τραγουδιού. Μαζί με τον Λάκη Παπαδόπουλο έκανε δύο δίσκους που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα.