Όπως από την πρώτη στιγμή σας ενημέρωσε το Peristerinews.gr, Περιστεριώτες επιχειρηματίες προχώρησαν στην επίσημη κατάθεση αιτήματος απαλλαγής δημοτικών τελών.
Συγκεκριμένα την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021 κατατέθηκε το από 15/2/2021 με αρ. πρωτοκόλλου 8811/26-2-2021 αίτημα προς την Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Περιστερίου και το Δημοτικό Συμβούλιο όπως εκπροσωπείται από τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου.
Το αίτημα με τα 49 ονόματα εμπόρων από το Περιστέρι κατατέθηκε στο Πρωτόκολλο του Δήμου Περιστερίου με αριθμό 8811 από τη νομικό, Ουρανία Σαγιάκου, η οποία διαθέτει έγγραφο με συνολικά 131 υπογράφοντες που επιθυμούν την απαλλαγή των δημοτικών τελών.
Μάλιστα οι εκατοντάδες καταστηματάρχες της πόλης μας προχώρησαν στην έσχατη λύση της κατάθεσης του αιτήματος αφού δεν είδαν καμία επίσημη διεκδίκηση από τους ιθύνοντες του Εμπορικού Συλλόγου Περιστερίου που αν μη τι άλλο θα έπρεπε να έχει προχωρήσει σε ενέργειες προς όφελος των εμπόρων (όπως συνέβη σε άλλες πόλεις) και όχι σε υπόγειες συμφωνίες και ανακοινώσεις για τα μάτια του κόσμου.
Όσον αφορά το επίσημο αίτημα που κατατέθηκε χθες στο Δημαρχείο αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Δια της παρούσης ζητούμε από την Οικονομική Επιτροπή να εισακούσει το αίτημά μας περί απαλλαγής από την καταβολή του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισµού, να συνεδριάσει επ’ αυτού, να αποφασίσει επί του αιτήματός μας και να εισηγηθεί προς το Δημοτικό συμβούλιο την αποδοχή του αιτήματός μας. Ομοίως, αιτούμεθα από το Δημοτικό Συμβούλιο να αποφασίσει θετικώς επί του αιτήματός μας. Το αίτημά μας είναι απολύτως βάσιμο, παραθέτουμε δε την ακόλουθη (νομική) βάση προς υποστήριξή του»
«Η παραπάνω συνταγματική επιταγή θέτει ιδίως δύο όρια στον νομοθέτη. Πρώτον, δεν είναι επιτρεπτή η θέσπιση νομοθετικών μέτρων, τα οποία, ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου με αυτά σκοπού δημοσίου συμφέροντος, συνεπάγονται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης, δηλαδή καταλήγουν σε αποτέλεσμα ευθέως αντίθετο προς τον σκοπό της συνταγματικής διάταξης. Ως σοβαρή διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης πρέπει να νοηθεί εξίσου η δραματική επιδείνωση των συνθηκών κοινοτικής διαβίωσης (όπως αύξηση του αριθμού των ανέργων, αστέγων, όσων διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας κλπ.), όσο και η διατάραξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας (π.χ. βίαιες ενέργειες διαμαρτυρίας, αύξηση της εγκληματικότητας κλπ.), που απορρέει από την επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών.
Δεύτερον, δεν είναι επιτρεπτή η θέσπιση νομοθετικών μέτρων, τα οποία συνεπάγονται δραματική συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος επιχειρήσεων και νοικοκυριών, προκειμένου να εξυπηρετηθεί μονομερώς ορισμένος, έστω και δημοσίου συμφέροντος, οικονομικός σκοπός. Αντιθέτως, όπως συνάγεται από την συνταγματική διάταξη, το γενικό συμφέρον δεν ταυτίζεται με το αμιγώς δημοσιονομικό».
«….Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων, συνάγεται ότι ο νομοθέτης δύναται κατ’ αρχήν να επιβάλει στους πολίτες, προς εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, επιβαρύνσεις για την αντιμετώπιση ορισμένης επείγουσας ανάγκης ή κατάστασης κρίσης, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι έχουν περιορισμένη διάρκεια, ότι είναι πρόσφορες και αναγκαίες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού δημοσίου συμφέροντος και όχι δυσανάλογες σε σχέση προς αυτόν, ότι είναι επαρκώς αιτιολογημένες και ότι κατανέμονται ισότιμα μεταξύ όλων των πολιτών, των απασχολουμένων τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, ανάλογα με τις δυνάμεις του καθενός…»
«Είναι αναντίρρητο ότι σε εποχή αναγκαστικής οικονομικής απραξίας διασαλεύεται πλήρως η επιβίωσή μας όταν παράλληλα προς την διοικητική διακοπή της δραστηριότητός μας, καλούμεθα να επιβαρυνθούμε με ανταποδοτικά τέλη, των οποίων, αναγκαστικώς δεν επωφελούμεθα, αλλά επιβαρυνόμεθα, άνευ αντκρύσματος, ακουσίως. Η τυχόν εμμονή στην είσπραξη των τελών, συμβάλλει στην οικονομική μας κατάρρευση και αντιβαίνει πλήρως στις ανωτέρω υπερονομοθετικής ισχύος αρχές».
«Είναι προφανές ότι οι επιχειρήσεις μας έχουν ήδη πληγεί, ως οι μόνες που παραμένουν κλειστές επί περίπου ήδη συνολικά έξι (6) μήνες. Υπό καθεστός διοικητικής απαγόρευσης λειτουργίας, δεν είναι νοητή, ούτε συνταγματικώς επιτρεπτή, η υπέρμετρη επιβάρυνσή μας, η οποία καθίσταται, ειδικά ως προς ημάς, αφόρητη και μη δικαιολογήσιμη, δεδομένων των συνθηκών. Επιβαρυνόμεθα με τέλος ανταποδοτικό, του οποίου δεν μπορούμε να επωφεληθούμε, όταν μάλιστα ευρισκόμεθα σε αναγκαστική επιχειρηματική απραξία. Η ελάχιστη πρόνοια, η υποχρέωση κοινωνικής αλληλεγγύης από το Δημόσιο και τους φορείς του Δημοσίου, αλλά και τα ΝΠΔΔ, απαιτεί την αποδοχή του αιτήματός μας, ως πλήρως εναρμονισμένου και δικαιολογημένου από τις ανωτέρω υπερνομοθετικής ισχύος αρχές» καταλήγει ένα εκ των άρθρων του αιτήματος.
«…Όμως, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, εάν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος, μείωση της περιουσίας είναι επιτρεπτή, κατά τους όρους που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία και στις γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου, ιδιαιτέρως δε υπό εξαιρετικές περιστάσεις που επιβάλλουν τη λήψη γενικών μέτρων οικονομικής και κοινωνικής στρατηγικής κατά την εκτίμηση των κρατικών αρχών, οι οποίες είναι και οι, κατ’ αρχήν, αρμόδιες να εκτιμήσουν, σε κάθε περίσταση, σε τι συνίσταται το δημόσιο συμφέρον και ποια είναι τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για την εξυπηρέτησή του, έχοντας ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως…»
«…Ακόμη και εάν ήθελε υποτεθεί ότι κατά την ως άνω από 11-3-2020 Π.Ν.Π παρέχεται διακριτική ευχέρεια στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης να αποφασίσουν την απαλλαγή, ή όχι, από τα συγκεκριμένα ανταποδοτικά τέλη όσο ισχύουν οι περιορισμοί, τότε οφείλει και πάλι ο ΟΤΑ να αιτιολογεί πλήρως τη σχετική του απόφαση, ακόμη και ως κανονιστική πράξη, με την παράθεση στοιχείων παρεχόντων τη δυνατότητα ελέγχου της υπερβάσεως ή μη των ακραίων ορίων της σχετικής διακριτικής ευχέρειας, άλλως η απόφαση θα είναι ακυρωτέα…».
«…Σε περίοδο απολύτως έκτακτη, κατά την οποία εκτάκτως αιφνιδίως έχει διοικητικώς αποκλειστεί η λειτουργία του φυσικού μας καταστήματος, η ασφάλεια δικαίου επιβάλει, εφ’ όσον παρέχεται ρητώς αυτή η δυνατότητα, ισόχρονα με τη διάρκεια του αποκλεισμού, να απαλλαγούμε των ανταποδοτικών τελών καθαριότητος και φωτισμού. Η εμπιστοσύνη του διοικούμενου στην συνταγματικώς κατοχυρωμένη υποστήριξη της επιχειρηματικότητος και της προστασίας της ατομικής ελευθερίας, απόρροια της οποίας είναι η επιχειρηματικότητα, πρέπει να οδηγήσει στην αποφυγή περιττών αιφνιδιασμών, ώστε να μην διασαλευτεί έτι περαιτέρω η υπόστασή μας…»
Ενώ γίνεται αναφορά και στις αποφάσεις άλλων Δήμων και αποφάσεων τους τονίζοντας: «Το αίτημά μας κρίνεται απολύτως νόμιμο υπό τις συνθήκες και έχει γίνει αποδεκτό από δημοτικά συμβούλια άλλων Δήμων. Τυχόν απόρριψη του αιτήματος, ως δυσμενή, για τα συμφέροντά μας, πράξη, πρέπει να αιτιολογείται πλήρως και να αποδεικνύεται ότι η εμμονή είσπραξης των ανταποδοτικών τελών, στην παρούσα συγκυρία, συνιστά σοβαρό λόγο δημοσίου συμφέροντος και είναι πρόσφορη για την εξυπηρέτηση αυτού, υπέρτερη, μάλιστα, του σοβαρότατου άχθους που μας μετακυλεί».
Κλείνοντας τα αιτήματα που θέτουν οι Περιστεριώτες επιχειρηματίες είναι τα εξής:
- α)Να εγκρίνετε την απαλλαγή του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισµού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του ν. 25/1975 (Α΄74), στις επιχειρήσεις μας, από την ημερομηνία που αυτές διέκοψαν τη λειτουργία τους λόγω των µέτρων αποτροπής της διασποράς του κορωνοϊού COVID -19 και για όσο διάστηµα ισχύει η προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας και β)να εγκρίνετε αύθις αμέσως την αναστολή της υποχρέωσής μας προς καταβολή του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισμού δια της μη εγγραφής της στα βιβλία του Δήμου Περιστερίου.
- Τα ανωτέρω αιτήματά μας να εισαχθούν με την παρούσα αίτησή μας στην ημερήσια διάταξη της αμέσως επόμενης προς σύγκλιση Οικονομικής Επιτροπή του Δήμου Περιστερίου Αττικής, δια του νομίμως διορισμένου εκπροσώπου της και να ληφθεί απόφαση επ΄ αυτής, ούτως ώστε,
- Να εισαχθούν τα αιτήματά μας όπως εισάγονται με την παρούσα αίτησή μας στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Περιστερίου δια του Προέδρου της προς λήψη απόφασης επ’ αυτής