Ρώτησε ο δημοτικός σύμβουλος Στ. Παπαδόπουλος, απάντησε ο Αντιδήμαρχος Αν. Θεοδωράκος…
Την κάλυψη του κόστους των ξενόγλωσσων βιβλίων των μαθητών του Περιστερίου έθεσε ως θέμα ο δημοτικός σύμβουλος της δημοτικής παράταξης «Ενεργοί πολίτες για την Ανατροπή στο Περιστέρι», Στέφανος Παπαδόπουλος.
Ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρθηκε σε μελέτη που έγινε από την Ένωση Γονέων Περιστερίου η οποία έδειξε πως το συνολικό κόστος αγοράς όλων των βιβλίων ανέρχεται στα 15.000€.
Με ερώτημα προς τη Διοίκηση έθεσε ζήτημα πληρωμής των βιβλίων από τις σχολικές επιτροπές του Δήμου Περιστερίου.
Απαντώντας στον δημοτικό σύμβουλο της Αντιπολίτευσης, ο Αντιδήμαρχος Παιδείας Αναστάσιος Θεοδωράκος ανέφερε:
«Όλοι γνωρίζουμε ότι το πρόγραμμα εκπαίδευσης βγαίνει από το Υπουργείο.
Εμείς υποστηρίζουμε τη δωρεάν παιδεία αλλά δεν θα αδυνατίσουμε τις σχολικές επιτροπές του Δήμου μας.
Αν δοθούν τα χρήματα από το Υπουργείο παιδείας δεν έχουμε καμία αντίρρηση να αγοράσουμε τα βιβλία».
Παρακολουθήστε το θέμα από την κάμερα του PeristeriNews.gr στο Δημοτικό Συμβούλιο Περιστερίου:
Για το θέμα ο δημοτικός σύμβουλος Στέφανος Παπαδόπουλος εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
Επιτέλους λύση για την πληρωμή των ξενόγλωσσων βιβλίων
Ας δούμε πως ξεκινάει το πρόβλημα και πως καταλήγει στις τσέπες των γονιών όταν μιλάμε βάσει Συντάγματος για ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ.
Έως το 1983 ο ΟΕΔΒ είχε δικής του έκδοσης βιβλίο ξένης γλώσσας (αγγλικής και γαλλικής γλώσσας) που διένεμε στους μαθητές της Β/θμιας εκπαίδευσης (δεν υπήρχε μάθημα ξένης γλώσσας στο δημοτικό σχολείο). Το έτος αυτό στα πλαίσια της αναδόμησης και «αναβάθμισης» της ποιότητας της εκπαίδευσης καταργήθηκαν τα βιβλία ξένης γλώσσας έκδοσης του ΟΕΔΒ και για ένα μικρό διάστημα η διδασκαλία των αντίστοιχων μαθημάτων, μετά από εντολή του υπουργείου Παιδείας γίνονταν με σημειώσεις που μοίραζαν οι εκπαιδευτικοί στους μαθητές. Αυτό επιβλήθηκε από την τότε ηγεσία του υπουργείου εν’ όψη της συγγραφής νέων σύγχρονων βιβλίων.
Το 1986 παρουσιάστηκαν από τον ΟΕΔΒ τα νέα βιβλία ξένων γλωσσών που είχαν συγγραφεί από ομάδα εκπαιδευτικών και διανεμήθηκαν στους μαθητές. Αμέσως μετά άρχισε η αμφισβήτηση της ποιότητας και παιδαγωγικής τους επάρκειας από τους εν’ ενεργεία εκπαιδευτικούς. Την ίδια εποχή άρχισε η έντονη ανάπτυξη των φροντιστηρίων ξένων γλωσσών ταυτόχρονα με την ίδρυση εκδοτικών οίκων ξενόγλωσσων βιβλίων ελλήνων όμως συγγραφέων. Σταδιακά η βιομηχανία ξένων γλωσσών (φροντιστήρια και βιβλία) έφθασε σε ιλιγγιώδεις τζίρους που κάποια στιγμή ξεπέρασε τα 150 δις δραχμές. Τα επίσημα βιβλία του ΟΕΔΒ ουσιαστικά παραμερίστηκαν και το μάθημα στα σχολεία γίνονταν με βοηθήματα του εμπορίου που οι μαθητές «εμμέσως ή αμέσως» υποχρεώνονταν να αγοράσουν.
Το 1992 η τότε ηγεσία του υπουργείου Παιδείας επανέφερε, ως επίσημα διδακτικά βιβλία ξένων γλωσσών, τα βιβλία που διανέμονταν έως το 1983 κυρίως, όμως, στα σχολεία της επαγγελματικής εκπαίδευσης για τα οποία δεν υπήρχε εξειδικευμένο βιβλίο.
Το 1998 στα πλαίσια της μεταρρύθμισης Αρσένη και της συγγραφής νέων βιβλίων της επαγγελματικής εκπαίδευσης, ομάδα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου συνέγραψε βιβλία ξένης γλώσσας για την Β/θμια εκπαίδευση. Αποσύρθηκαν όμως λόγο ακαταλληλότητας μετά από τις επισημάνσεις εκπαιδευτικών απ’ όλη τη χώρα για σωρεία γλωσσικών λαθών και κακή παιδαγωγική διάρθρωση του περιεχομένου τους.
Το 2000 υφυπουργός Παιδείας ανέλαβε γνωστός μεγαλοϊδιοκτήτης φροντιστηρίων ξένης γλώσσας στη Θεσσαλονίκη. Επί θητείας ξεκίνησε νέα προσπάθεια συγγραφής βιβλίων ξένης γλώσσας. Τα βιβλία όμως που παρουσιάσθηκαν απορρίφθηκαν κι αυτά ως ακατάλληλα και ουδέποτε εκδόθηκαν από τον ΟΕΔΒ.
Λύση στο πρόβλημα έδωσε η επινόηση της εξής μεθόδου: «Επιτροπή στο υπουργείο Παιδείας θα αξιολογούσε τα καλύτερα βιβλία της αγοράς και θα τα περιελάμβανε σε κατάλογο. Από αυτόν το κάθε σχολείο θα επέλεγε αυτό που του «ταίριαζε» στην ψυχοσύνθεση των μαθητών του και στο επίπεδο των γνώσεων τους». Η αγορά τους δεν θα γίνονταν από το υπουργείο επίσημα, αλλά από την σχολική επιτροπή κάθε σχολείου, απευθείας από τον εκδότη ή τα τοπικά βιβλ
ιοπωλεία. Με την διαδικασία αυτή επήλθε πλέον ηρεμία στους εκπαιδευτικούς ξένων γλωσσών αφού ο καθένας πρότεινε το βιβλίο της «αρεσκείας» του ή αυτό που «εν τη σοφία του» έκρινε ως το πλέον κατάλληλο για τους μαθητές του. Βέβαια πρέπει να αναφερθεί ότι ουδέποτε έγινε προσπάθεια, από το υπουργείο, για τον καθορισμό ειδικής τιμής προμήθειας για τα σχολεία. Η μόνη υποχρέωση που είχαν και έχουν είναι να ορίζουν και δηλώνουν εγγράφως στο υπουργείο Παιδείας τη λιανική τιμή πώλησης των βιβλίων τους. Το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής (που μάλιστα είναι νομοθετημένη) είναι οι μαθητές ή οι σχολικές επιτροπές να αγοράζουν τα βιβλία σε πολύ υψηλές τιμές, αφού κανένας «σώφρων» έμπορος δεν θα πωλούσε ποτέ σε χαμηλότερες τιμές από αυτές που δέχονταν το υπουργείο.
Το 2011 είχε τεθεί το πρόβλημα στην τότε υπουργό παιδείας κα Χριστοφιλοπούλου και εκείνη φέρεται να εξηγεί ότι: “Υπάρχει η δωρεάν παροχή προς τους μαθητές είτε αυτών καθαυτών των βιβλίων του Οργανισμού είτε πιστώσεων που μεταβιβάζονται από το Υπουργείο στους προϋπολογισμούς των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για την επιχορήγηση των σχολικών επιτροπών αποκλειστικά για το σκοπό της αγοράς ξενόγλωσσων βιβλίων. Είναι μια διαδικασία η οποία γίνεται παγίως αρκετά χρόνια.”
Παρότι το Σύνταγμα της χώρας και οι εκτελεστικοί του νόμοι ορίζουν ότι η παιδεία στη χώρα μας παρέχεται δωρεάν το υπουργείο Παιδείας δεν διανέμει βιβλία για τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών τα τελευταία 15 περίπου χρόνια.
Μάλιστα το υπουργείο επιλέγει τα βιβλία, καθορίζει τις τιμές και υποχρεώνει τους μαθητές να τα αγοράζουν. Για να μην κατηγορηθεί μάλιστα ότι επιβάλει στους μαθητές την αγορά ενός συγκεκριμένου βιβλίου, στέλνει στα σχολεία εγκεκριμένο κατάλογο 24 βιβλίων οκτώ εκδοτών για το Γενικό Λύκειο και αντίστοιχο για τους άλλους τύπους σχολείων. Στον κατάλογο αυτό εκτός από την λίστα βιβλίων αναφέρεται και η τιμή του κάθε ενός, τιμή στην οποία καλούνται οι μαθητές να τα αγοράσουν. Το ποιο βιβλίο, από τον κατάλογο, θα αγορασθεί κατά πάγια πρακτική το αποφασίζει ο εκπαιδευτικός που κάνει το μάθημα.
Σε ερώτησή μας στο δημοτικό συμβούλιο για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά , ζητάμε από το Δήμο Περιστερίου και την β/θμια σχολική επιτροπή να καλύψει το συγκεκριμένο κόστος των βιβλίων , ένα κόστος που υπολογίζεται για το Δήμο μας περίπου στα 15.000 ευρώ.
Για το σημαντικό κι επείγον ζήτημα της δαπάνης που αφορά στα ξενόγλωσσα βιβλία, καλούμε όχι μόνο το Δήμο Περιστερίου, μέσω της β/θμιας ενιαίας σχολικής επιτροπής , καθώς και το υπουργείο Παιδείας , ν’ αναλάβουν εξ ολοκλήρου το κόστος γι’ αυτά τα βιβλία.
Στέφανος Παπαδόπουλος
Δημοτικός Σύμβουλος με την παράταξη « ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ για την ΑΝΑΤΡΟΠΗ στο Περιστέρι» και μέλος της Ένωσης Γονέων Περιστερίου.