Η Λιβύη μάχεται με την αναρχία, καθώς δύο κυβερνήσεις διεκδικούν τη νομιμότητα τρία χρόνια μετά την πτώση του Μουάμαρ Καντάφι.
Ο πρωθυπουργός της Λιβύης Αμπντάλα αλ-Τίνι και η κυβέρνησή του ορκίστηκαν σήμερα, Κυριακή, αφού έλαβαν την έγκριση του κοινοβουλίου, αλλά θα πρέπει να αγωνιστούν για να διοικήσουν μια χώρα στην οποία ένα αντίπαλο κοινοβούλιο εδρεύει στην πρωτεύουσα Τρίπολη.
Η Λιβύη μάχεται με την αναρχία, καθώς δύο κυβερνήσεις διεκδικούν τη νομιμότητα τρία χρόνια μετά την πτώση του Μουάμαρ Καντάφι.
Η εκλεγμένη Βουλή των Αντιπροσώπων και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι μετακινήθηκαν στην ανατολική πόλη Τομπρούκ, αφού μια ένοπλη ομάδα από τη δυτική πόλη Μιζράτα κατέλαβε την πρωτεύουσα και εγκαθίδρυσε μία αντίπαλη βουλή και μία κυβέρνηση.
Την περασμένη εβδομάδα η Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα, συμφώνησε σε έναν δεύτερο κατάλογο μελών του υπουργικού συμβουλίου αφού είχε απορρίψει έναν αρχικό κατάλογο 16 μελών ως πολύ μεγάλο.
Η νέα κυβέρνηση έχει 13 υπουργούς, περιλαμβανομένων τριών αναπληρωτών του Τίνι, ενώ δεν διαθέτει υπουργό Πετρελαίου. Ο ζωτικός πετρελαϊκός τομέας θα διοικείται από την κρατική εταιρεία National Oil Corp (NOC), όπως διοικείτο και επί Καντάφι.
Ο Τίνι, πρώην στρατιώτης καριέρας, ήταν πρωθυπουργός από τον Μάρτιο αλλά είχε παραιτηθεί μετά τις εκλογές του Ιουνίου. Στη συνέχεια, οι βουλευτές τού ζήτησαν να σχηματίσει νέα κυβέρνηση.
Οι δυτικές δυνάμεις φοβούνται πως η Λιβύη οδεύει προς εμφύλιο πόλεμο. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει πρώην αντάρτες που βοήθησαν στην εκδίωξη του Καντάφι, αλλά τώρα πολεμούν για την εξουσία και για ένα μερίδιο από τα πετρελαϊκά έσοδα.