«Μην κάνουν όρεξη», απαντά η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, σε αυτούς εντός κι εκτός Βουλής που εκτιμούν ότι η κυβέρνηση δεν θα αντέξει και θα πάει και πάλι σε εκλογές.
Σε συνέντευξή της στον «Εθνικό Κήρυκα», την ομογενειακή εφημερίδα της Νέας Υόρκης σημείωσε ότι «η κυβέρνηση διαθέτει πρόσφατη εντολή και τη στήριξη του ελληνικού λαού, o οποίος για πρώτη φορά κλήθηκε στην κάλπη μετά την υπογραφή συμφωνίας με τους εταίρους» και υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση έχει ορίζοντα τετραετίας, ακριβώς διότι έχουμε και πλήρη συναίσθηση της αποστολής μας και πραγματική θέληση να οδηγήσουμε τον τόπο μακριά από την κρίση και τις παθογένειες ενός απαξιωμένου πολιτικού συστήματος που την προκάλεσε».
Η κ. Γεροβασίλη ανέφερε ότι η εφαρμογή της συμφωνίας κινείται σύμφωνα με τον προγραμματισμό και πως «τα πιο δύσκολα προαπαιτούμενα έχουν περάσει χωρίς πρόβλημα από το ελληνικό κοινοβούλιο».
Επισήμανε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, «η οποία ήταν ένα από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα για την περαιτέρω σταθεροποίηση της οικονομίας, τελικά ολοκληρώθηκε ταχύτερα και απαίτησε σημαντικά λιγότερα κεφάλαια. Άρα και το ποσό δανεισμού από τους εταίρους θα μειωθεί κι αυτό κατά περίπου 15 δισ.».
Ανέφερε ότι επιλύθηκαν και τα ζητήματα αναφορικά με τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και τη ρύθμιση των εκατό δόσεων για τους οφειλέτες στο Δημόσιο, αποδεσμεύοντας 2 δισ. επιπλέον «και δεν αναμένουμε κάποιο άλλο σοβαρό πρόβλημα στην πρόοδο της συμφωνίας».
Σε σχετική ερώτηση αναφορικά με διαδηλώσεις και απεργίες, υπενθύμισε ότι ήδη έγινε η πρώτη πανελλαδική 24ωρη απεργία, με συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ, για να σημειώσει πως «θεωρούμε έμπρακτα την υγιή αντίδραση του κόσμου απέναντι σε κάποια μέτρα λιτότητας, με τη λογική των οποίων ούτε εμείς συμφωνούμε, ισχυρό διαπραγματευτικό μας όπλο».
«Όχι μόνο λοιπόν δεν υπάρχει αντίφαση», είπε, «αλλά οι πολίτες γίνονται συμμέτοχοι σε μία συνεχή διαπραγματευτική πορεία προς το καλύτερο και δικαιότερο δυνατό αποτέλεσμα».
Τόνισε επίσης ότι «σε αντίθεση με τους προκατόχους μας, που υπέγραφαν σχεδόν ό,τι απαιτούσαν οι δανειστές, εμείς συνεχίζουμε να διαπραγματευόμαστε με γνώμονα πρωτίστως το δημόσιο συμφέρον» και ότι «κατά συνέπεια, η διαμαρτυρία όχι μόνο δεν προκαλεί αναγκαστικά αδιέξοδα, αλλά είναι δυνατό να οδηγήσει σε διεξόδους απέναντι σε κάποιες άκαμπτες και κυρίως άδικες θέσεις των θεσμών».
Για το προσφυγικό
Αναφορικά με το προσφυγικό επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι αποτελεί κρίση μέσα στην κρίση και πως η ελληνική κυβέρνηση ήταν η πρώτη στην ΕΕ που παρουσίασε το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις, αναγκάζοντας τα υπόλοιπα κράτη-μέλη να το αντιληφθούν και να αναλάβουν τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της κοινοτικής αλληλεγγύης.
Σε αυτό το πλαίσιο είπε ότι «πλέον, αν και οι προσφυγικές ροές έχουν ήδη τραγικά διογκωθεί, βρισκόμαστε στην τελική πορεία σχεδιασμού και έναρξης κατασκευής ικανών χώρων φιλοξενίας και καταγραφής (hot-spots) σε όλη την Ευρώπη».
Όσον αφορά την Τουρκία, που είναι και η κύρια χώρα-σταθμός για τους πρόσφυγες της Συρίας πριν περάσουν στην Ευρώπη, επισήμανε ότι «η ελληνική κυβέρνηση λειτουργεί ταυτόχρονα ως γείτονας και ως εκπρόσωπος της ΕΕ».
«Βάλαμε», τόνισε, «τα θεμέλια για την αποτελεσματικότερη συνεργασία, ώστε να μην μπορούν τα κυκλώματα διακίνησης να εκμεταλλεύονται εξαθλιωμένους ανθρώπους, οδηγώντας κάποιους από αυτούς στον πνιγμό, στη θάλασσα του Αιγαίου».
Για την ομογένεια
Η κ. Γεροβασίλη τοποθετήθηκε και για διάφορα θέματα της ομογένειας, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «η ενίσχυση της σχέσης των Ελλήνων της Διασποράς με την μητέρα πατρίδα αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της εξωτερικής μας πολιτικής».
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «έχουμε ήδη προχωρήσει στο σχεδιασμό του οδικού χάρτη των ενεργειών για την έμπρακτη ενίσχυση των δεσμών με την ομογένεια». Μεταξύ αυτών, ανέφερε, είναι η ενίσχυση του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού, η πλήρως ψηφιοποιημένη πρόσβαση των αποδήμων στις υπηρεσίες του ελληνικού κράτους, ο εκσυγχρονισμός της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό κ.ά.
Μίλησε επίσης για την επιδίωξη της κυβέρνησης για επίλυση χρόνιων προβλημάτων και για ικανοποίηση πάγιων αιτημάτων της ομογένειας, σε ζητήματα όπως τα φορολογικά, η εκπαίδευση, το συνταξιοδοτικό και βέβαια η ψήφος των Ελλήνων της Διασποράς.
«Γι’ αυτήν ειδικά έχουμε αρχίσει ήδη τη συζήτηση στο υπουργείο Εξωτερικών, που είναι και καθ’ ύλην αρμόδιο, και σε επόμενο στάδιο θα είμαστε σε θέση να καταθέσουμε συγκεκριμένες προτάσεις για την ευρύτερη συνεννόηση με τα υπόλοιπα κόμματα της Βουλής», είπε.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος είπε ότι «οι ομογενείς λειτουργούν σαν πρεσβευτές των εθνικών συμφερόντων αλλά και διαπραγματευτές μεταξύ των επιχειρήσεων των δύο χωρών» και ότι κατά συνέπεια «τους αντιμετωπίζουμε ως σημαντικούς εταίρους για την ανάπτυξη και γι’ αυτό καταβάλουμε προσπάθειες να παρουσιάσουμε στόχους που θα τους είναι προσφιλείς, εντάσσοντάς τους στο πρόγραμμα επενδυτικών δράσεων του υπουργείου Ανάπτυξης».
Ανάμεσα στους προσφορότερους τομείς, είπε, είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η επιστήμη, η τεχνολογία και η καινοτομία.