Δυναμικά μπήκε η νέα χρονιά με δύο πολυαναμενόμενες ταινίες που θα συζητηθούν και ένα ιρανικό δράμα.
Μια πολυαναμενόμενη επιστροφή και συνεργασία, μια διορατική κερδοφόρα διαπίστωση εν μέσω της χειρότερης κρίσης της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας και τα προβλήματα των διαζευγμένων γυναικών στο Ιράν αποτελούν τις λιγοστές κινηματογραφικές επιλογές αυτής της εβδομάδας.
«Οι μισητοί 8»
Τρία χρόνια μετά την ταινία «Django: Ο τιμωρός», ο – βραβευμένος με Όσκαρ – Κουεντίν Ταραντίνο επιστρέφει με ένα ακόμη γουέστερν, υπογράφοντας, με το ιδιόμορφο προσωπικό του στυλ, το σενάριο και τη σκηνοθεσία. Αυτή η δημιουργία έχει ένα ακόμα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό, αφού έχοντας χρησιμοποιήσει ήδη μουσική του Ένιο Μορικόνε στις πέντε προηγούμενες ταινίες του, κατατάσσοντας τον εαυτό του ανάμεσα στους πιο σκληροπυρηνικούς θαυμαστές του, ο Ταραντίνο κάνει, επιτέλους, την πρώτη του συνεργασία με τον – βραβευμένο με τιμητικό Όσκαρ – Ιταλό συνθέτη, μαέστρο, ενορχηστρωτή και «αυτοκράτορα» της κινηματογραφικής μουσικής, ο οποίος έγραψε τη μουσική της ταινίας. Μάλιστα, έχουν περάσει 49 χρόνια από την τελευταία φορά που ο Μορικόνε συνέθεσε μουσική για γουέστερν, στο ιστορικό «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος».
Οι – υποψήφιοι για Όσκαρ – Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Ντέμιαν Μπισίρ, Τιμ Ροθ και Μπρους Ντερν και οι Κερτ Ράσελ, Τζένιφερ Τζέισον Λι, Ουόλτον Γκόγκινς, Οσβάλντο Μομπρέι, Μάικλ Μάντσεν και Τσάνινγκ Τέιτουμ πρωταγωνιστούν σε αυτό το τρίωρο «γουέστερν δωματίου», το οποίο εξελίσσεται λίγα χρόνια μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, την πλέον κρίσιμη περίοδο διαφυλετικών διαταραχών στις ΗΠΑ, και συγκεντρώνει οκτώ εκκεντρικούς και θανάσιμα επικίνδυνους χαρακτήρες, που βρίσκουν καταφύγιο σε μια καλύβα, κατά τη διάρκεια μιας χιονοθύελλας, και προσπαθούν να μείνουν ζωντανοί.
Ο Ταραντίνο περιγράφει την ταινία ως μία «απεικόνιση του πώς η χώρα διαλύθηκε από τον πόλεμο και του πώς οι εντάσεις συνεχίστηκαν έξι, επτά, οκτώ, δέκα χρόνια αργότερα. Το ζήτημα της λευκής υπεροχής υπάρχει και σήμερα, και γι’ αυτό ήθελα να μιλήσω. Δεν προσπαθήσαμε να το κάνουμε επίκαιρο, απλώς έτυχε. Χαίρομαι που οι άνθρωποι πια μιλούν για τον συστημικό ρατσισμό, που υπήρχε ανέκαθεν στη χώρα και περνούσε απαρατήρητος. Πρέπει να εκθέσεις την ασχήμια των πραγμάτων, πριν αυτά μπορέσουν να αλλάξουν. Και ελπίζω ότι αυτό συμβαίνει τώρα».
«Το μεγάλο σορτάρισμα»
Ο Άνταμ Μακέι μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το βιβλίο του Μάικλ Λιούις, συνθέτοντας μια σπονδυλωτή ταινία που μας πηγαίνει στις αρχές της οικονομικής κρίσης, στα τέλη του 2008, στη φούσκα της αμερικάνικης κτηματαγοράς, όταν οι τιμές των σπιτιών, που είχαν εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη, κατέρρευσαν μέσα σε ελάχιστους μήνες. Μαζί τους, συμπαρέσυραν και την παγκόσμια οικονομία, οδηγώντας στη χειρότερη κρίση των τελευταίων 80 ετών, η οποία παρέσυρε στο διάβα της κυβερνήσεις και υπόγειες διασυνδέσεις.
Με τους – βραβευμένους με Όσκαρ – Κρίστιαν Μπέιλ και Μαρίσα Τομέι, τους – υποψήφιους για Όσκαρ – Μπραντ Πιτ, Στιβ Καρέλ και Ράιαν Γκόσλινγκ και τους Κάρεν Γκίλαν, Σελένα Γκομέζ και Μελίσα Λίο, τέσσερις ιδιόμορφοι μικροεπενδυτές διαπιστώνουν αυτό, που οι τράπεζες, τα ΜΜΕ και η αμερικανική κυβέρνηση αρνούνταν να δουν: την επικείμενη κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας. Και, ενώ όλοι αγόραζαν σαν τρελοί, εκείνοι σόρταραν, πόνταραν δηλαδή, στην πτώση της αξίας συγκεκριμένων τίτλων.
«Η ιστορία της Ναχίντ»
Το δράμα της Ίντα Παναχαντέ, το οποίο έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών 2015, αποσπώντας το Ειδικό Βραβείο Ελπιδοφόρου Μέλλοντος, αποτελεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Ιρανής σκηνοθέτιδας. Με τους Σαρέχ Μπαγιάτ, Πεζμάν Μπαζεγκί, Ναβίντ Μοχάμεντ Ζάντεχ, Μιλάντ Χοσεΐν Πουρ, Πουριά Ραχιμί και Νασρίν Μπαμπαέι, η ταινία ξετυλίγει την ιστορία μιας νεαρής διαζευγμένης γυναίκας, η οποία ζει με τον γιο της σε μια μικρή πόλη στο Ιράν, και ερωτεύεται έναν άνδρα, που θέλει να την παντρευτεί. Ενώ, σύμφωνα με τους ιρανικούς κανόνες, σε περίπτωση διαζυγίου, την επιμέλεια του παιδιού έχει ο πατέρας, εκείνος της την παραχωρεί, με τον όρο, όμως, ότι δεν θα ξαναπαντρευτεί. Έτσι, πρέπει να βρει έναν τρόπο να κρατήσει την κηδεμονία του παιδιού της, αλλά και τον αγαπημένο της.
«Ως γυναίκα σκηνοθέτης, με ενδιέφεραν πάντα τα ζητήματα των γυναικών στο Ιράν και, κατ’ επέκταση, στη Μέση Ανατολή» εξηγεί η Ίντα Παναχαντέ. «Αυτή είναι μία από τις πρωτοποριακές ιρανικές ταινίες, οι οποίες παρουσιάζουν θέματα των διαζευγμένων γυναικών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός τους για την επιμέλεια των παιδιών και το ζήτημα του προσωρινού γάμου. Με την πραγματοποίηση αυτής της ταινίας και προβάλλοντας τη ζωή της Ναχίντ στην οθόνη, έχω υπογραμμίσει τις αγωνιώδεις ζωές όλων αυτών των γυναικών.
Ελπίζω, παρουσιάζοντας τέτοια ζητήματα, να μπορέσουμε να κάνουμε τη διαφορά, τουλάχιστον σε πολιτιστικό επίπεδο. Οι παραδοσιακές κοινωνίες εστιάζουν στη μητρότητα της γυναίκας και, συνεπώς, στον κυρίαρχο ρόλο της γυναίκας να ζει και να λειτουργεί σαν “μητέρα”. Όμως, το να είσαι μητέρα και το τι μπορεί να περιλαμβάνει η μητρότητα δεν αναγνωρίζεται πραγματικά σε τέτοιες κοινωνίες».