Την ευθύνη για την χθεσινή βομβιστική επίθεση στην κατοικία της εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη, στην οδό Ιπποκράτους, στα Εξάρχεια, ανέλαβε η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς/F.A.I., με ανάρτησή της σε ιστότοπο του αντιεξουσιαστικού χώρου.
Στην ανάρτησή της η οργάνωση αναφέρει ότι γνώριζε πως «η Τσατάνη έχει αστυνομική συνοδεία και αποτελεί φυλασόμενο στόχο» αλλά «αυτό δεν στάθηκε εμπόδιο στο να πραγματοποιηθεί η επίθεση». «Επιλέξαμε μια συμβολική ενέργεια με στόχο μόνο υλικές ζημιές, αλλά στο μέλλον η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς δεν θα περιοριστεί εκεί» σημειώνουν οι συντάκτες του κειμένου, προσθέτοντας ότι η επιλογή της συγκεκριμένης δικαστικού έγινε για δύο βασικούς λόγους: «Ο πρώτος λόγος είναι ότι η Γ. Τσατάνη αποτελεί μέλος του παραδικαστικού κυκλώματος, που αναλαμβάνει να “εξαφανίζει” δικογραφίες που θίγουν τα συμφέροντα της επιχειρηματικής και πολιτικής μαφίας» υποστηρίζει η οργάνωση και προσθέτει: «Αποκορύφωμα της βρώμικης σταδιοδρομίας της είναι η υπόθεση Βγενόπουλου, που η Τσατάνη την έβαλε στο αρχείο, βοηθώντας τον να απαλλαγεί από τη σίγουρη καταδίκη του. Ο χρηματισμός της απ’ τον επιχειρηματία Βγενόπουλο φούσκωσε κι άλλο τον αόρατο παραδικαστικό της λογαριασμό».
Σύμφωνα με το κείμενο, η κ. Τσατάνη «ήταν αυτή που ανέλαβε τη δικογραφία για τα εξοπλιστικά και τις μίζες του τότε υπουργού Εθνικής Αμύνης Βαγγέλη Μεϊμαράκη και φρόντισε να “ξεχάσει” να τη στείλει στη Βουλή, με σκοπό να τον καλύψει. Το αντάλλαγμα αυτής της συνδιαλλαγής ήταν η τοποθέτηση της κόρης και του άντρα της Τσατάνη ως υποψήφιους βουλευτές στη Ν.Δ. επί προεδρίας Μεϊμαράκη».
Οι συντάκτες της προκήρυξης υποστηρίζουν ακόμη ότι «η Τσατάνη είχε εμπλοκή και στην υπόθεση Βατοπεδίου επικυρώνοντας για άλλη μια φορά τη μαφιόζικη σύμπραξη Εκκλησίας-Δικαιοσύνης, όπως και σε πολλές ακόμα γνωστές υποθέσεις που τις “χειρουργούσε” με σκοπό την απόκρυψή τους και την προστασία των συμφερόντων της εξουσίας».
Ο δεύτερος λόγος που επελέγη ως στόχος η εισαγγελεας Εφετών ήταν, σύμφωνα πάντα με την προκήρυξη, «η συμμετοχή της στη δικαστική ομηρία συγγενών των συντρόφων μας». Όπως αναφέρεται, «η Τσατάνη ήταν αυτή που έκρινε ως απαράδεκτη μία από τις αιτήσεις αποφυλάκισης της Εύης Στατήρη, συζύγου του μέλους της Σ.Π.Φ Γεράσιμου Τσάκαλου. Συνέβαλε έτσι και αυτή με τη σειρά της στην αντι-αντάρτικη δικαστική εκστρατεία και σε έναν απ’ τους πιο ανήθικους εκβιασμούς εναντίον αναρχικών επαναστατών».
Η οργάνωση εκτοξεύει απειλές και εναντίον άλλων δικαστών σημειώνοντας: «Η εκδικητική μανία των δικαστών απέναντι στις οικογένειες των συντρόφων μας είναι μία επιλογή που θα κληθούν να πληρώσουν με ακριβό τίμημα όλοι οι δικαστικοί που συμμετέχουν σε αυτόν τον εκβιασμό και οι οικείοι τους».