Η πανδημία του κορωνοϊού φέρνει στην Αυστρία μια άνευ προηγουμένου οικονομική κάμψη κατά περίπου 7% φέτος, καθώς και μία αύξηση στα ποσοστά ανεργίας και στα δημοσιονομικά ελλείμματα περίπου κατά 10% το καθένα, υπογραμμίζουν σε εκτιμήσεις τους το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών και το Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών της Βιέννης προβλέποντας ήδη για την επόμενη χρονιά και πάλι μία ανοδική πορεία.
«Στην Αυστρία, αυτή είναι η βαθύτερη ύφεση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», τονίζει στην νέα τριμηνιαία οικονομική πρόβλεψή του το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (WIFO), σημειώνοντας πως η μείωση της οικονομικής παραγωγής το 2020 είναι σημαντικά μεγαλύτερη από ότι το 2008-09 κατά την χρηματοπιστωτική και την οικονομική κρίση, και αυτή η παγκόσμια σοβαρή ύφεση προκλήθηκε από τους εκτεταμένους, πολιτικά επιβεβλημένους περιορισμούς στην εξάπλωση του κορωνοϊού.
Μείωση ΑΕΠ 9,5%
Το Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών (IHS) αναμένει ότι μέσα στο πρώτο εξάμηνο του έτους θα υπάρξει μείωση κατά 9,5% στο ΑΕΠ, και το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών εκτιμά ότι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου η οικονομική παραγωγή μπορεί να είχε συρρικνωθεί ακόμη και κατά ένα τέταρτο.
Σύμφωνα με την Αυστριακή Κεντρική Τράπεζα (ΑΚΤ), η μείωση της εβδομαδιαίας οικονομικής παραγωγής στο lockdown ήταν περίπου 25% (τέλη Μαρτίου έως μέσα Απριλίου) και σύμφωνα με το IHS κατά 20% (μέσα Απριλίου έως αρχές Μαΐου), ενώ κατά περίπου 10% μείον ήταν από τις αρχές Μαΐου.
Οι προβλέψεις τόσο του WIFO όσο και του IHS συνδέονται με την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει δεύτερο μεγάλο κύμα επειδή, όπως τονίζεται, όσο περισσότερο η οικονομία δεν θα είναι ενεργή, τόσο περισσότερο θα μπορούσε αυτή να ζημιωθεί μόνιμα.
Και μπορεί μεν, η μερική εργασία να περιορίσει τις επιπτώσεις και να κρατήσει τους ανθρώπους στις επιχειρήσεις για την επερχόμενη ανάκαμψη, ωστόσο, το WIFO αναμένει μείωση της απασχόλησης κατά 2,1% το 2020, ενώ το IHS προβλέπει μείωση κατά 2,5%.
Ανεργία στο 9,7%
Το ποσοστό ανεργίας, το οποίο ήταν 7,4% το 2019 (σύμφωνα με την βάση μέτρησης της στην ίδια την Αυστρία), είναι πιθανό να αυξηθεί εφέτος στο 9,7% σύμφωνα με το WIFO ή στο 10,2% σύμφωνα με το IHS, ενώ όπως αναφέρεται στις προβλέψεις τους, θα παραμείνει αρκετά υψηλό το 2021, στο 8,9% και 9,2%, αντίστοιχα.
«Το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής που σχετίζεται με την κρίση στην αγορά εργασίας είναι πιθανό να προέλθει από τη μείωση των ωρών εργασίας», αναφέρει το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών σημειώνοντας πως εφέτος θα καταγραφούν κατά 7% λιγότερες ώρες εργασίας και το 2021 κατά 4,6% περισσότερες.
Η παγκόσμια οικονομία
Αλλά και η παγκόσμια οικονομία καταρρέει επίσης, με το Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών να κάνει λόγο για την ισχυρότερη ύφεση στην παγκόσμια οικονομία από τη δεκαετία του 1930.
Το Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών αναφέρει επίσης πως ως επακόλουθο της κρίσης και σε συνδυασμό με τους πολυάριθμους περιορισμούς, η παγκόσμια οικονομική ύφεση έχει επίσης σημαντικό αντίκτυπο στο παγκόσμιο εμπόριο που εφέτος είναι πιθανόν να μειωθεί κατά 13%.
Στη συνέχεια ωστόσο, το IHS αναμένει αύξηση 8% το 2021, με την κατάσταση να είναι παρόμοια και για τις εγχώριες εξαγωγές, οι οποίες σύμφωνα με το WIFO, μπορεί να μειωθούν και κατά 14,8% φέτος, ενώ το 2021 θα πρέπει να σημειωθεί αύξηση 9,5%, ενώ το IHS προβλέπει μείωση 11,3% στις συνολικές εξαγωγές εφέτος, και αύξηση κατά 20,0% το 2021.
Τι ανησυχεί τους πολίτες
Οι ανησυχίες των ανθρώπων στην Αυστρία έχουν αυξηθεί στη διάρκεια της κρίσης του νέου κορωνοϊού, με την ανεργία, το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών και μια βαθιά οικονομική κρίση να είναι θέματα που τους ανησυχούν πιο συχνά, σύμφωνα με μεγάλη έρευνα που δημοσιεύεται σήμερα.
Οι φόβοι για το κλίμα έχουν μειωθεί ελαφρώς, αλλά συνεχίζουν να βρίσκονται στην τέταρτη θέση και εξακολουθούν να είναι μεγάλοι, όπως δείχνει η έρευνα του Ινστιτούτου Εμπειρικών Κοινωνικών Ερευνών, που έγινε για λογαριασμό του Αυστριακού Συνδικάτου Ιδιωτικών Υπαλλήλων, που αποτελεί τμήμα της Αυστριακής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα ανησυχούν στο ίδιο ποσοστό, 76%, για την αύξηση της ανεργίας και για το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών, ενώ στην τρίτη θέση, με ποσοστό 75%, βρίσκεται ο φόβος μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης, με το 89% του πληθυσμού να πιστεύει ότι η κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με ένα ισχυρό κράτος πρόνοιας.
Σε σύγκριση με ανάλογη έρευνα του Ινστιτούτου, τον περασμένο Ιανουάριο, οι ανησυχίες για την ανεργία αυξήθηκαν από 61% σε 76% και για μία οικονομική κρίση από 56% σε 75%, ενώ ο φόβος για μια κλιματική κρίση που εκφραζόταν τον Ιανουάριο, μετατοπίστηκε από την πρώτη στην τέταρτη θέση, συγκεκριμένα από 79% σε 72%, και την ίδια στιγμή, οι ανησυχίες σχετικά με την ψηφιοποίηση του κόσμου της εργασίας μειώθηκαν από 47% σε 30%.
Το 80% θα ήθελε μία οικονομική αλλαγή για μια δικαιότερη κοινωνία, με τα Συνδικάτα να εμφανίζονται επιβεβαιωμένα από τα αποτελέσματα της έρευνας ως προς τις απαιτήσεις της Συνομοσπονδίας τους για αύξηση των επιδομάτων ανεργίας και μείωση των ωρών εργασίας.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 57% του συνολικού πληθυσμού και το 59% των αυτοαπασχολούμενων υποστηρίζουν το αίτημα για αύξηση του επιδόματος ανεργίας από το τρέχον 55% στο 70% του τελευταίου καθαρού μηνιαίου μισθού, και το αίτημα για μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών υποστηρίζει επίσης το 57% του συνολικού πληθυσμού και το 66% των αυτοαπασχολούμενων.
Πηγή: ΑΜΠΕ, Reuters