Θα πρόκειται για οργανωμένη κι ενιαία μετακίνηση, με στόχο την περαιτέρω μείωση του κινδύνου από την ενδεχόμενη εμφάνιση κρούσματος κορωνοϊού στα ΚΥΤ.
Όπως έκανε γνωστό το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, αμέσως μετά το Πάσχα θα αρχίσει η σταδιακή μετακίνηση 2.380 ευάλωτων ατόμων αιτούντων άσυλο, συμπεριλαμβανομένων και των μελών των οικογενειών τους, από τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης των νησιών Λέσβου, Χίου, Κω, Σάμου και Λέρου σε δομές φιλοξενίας στην ηπειρωτική Ελλάδα,
Ο χρόνος μεταφοράς των 2.380 αιτούντων άσυλο αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός δύο εβδομάδων και είναι σε άμεση συνάρτηση με την εξέλιξη των γενικών μέτρων προστασίας από τον Covid 19-που αφορούν στους γενικούς περιορισμούς μετακίνησης.
Στον πληθυσμό των 2.380 ατόμων συμπεριλαμβάνονται 200 αιτούντες άσυλο ηλικίας άνω των 60 ετών, οι οποίοι μαζί με τις οικογένειές τους αριθμούν περίπου 650 άτομα. Οι υπόλοιποι 1.730 είναι άτομα κάθε ηλικίας τα οποία αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα υγείας, μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους.
Η επιλογή των ευάλωτων ατόμων που πρόκειται να μετακινηθούν έγινε μετά από αξιολόγηση του ιατρικού ιστορικού τους, από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, τον ΕΟΔΥ, της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ και φορέων της κοινωνίας των πολιτών. Η διαδικασία της μετακίνησής τους στην ενδοχώρα και η εγκατάστασή τους στις δομές φιλοξενίας θα γίνει σε συνεργασία όλων των εν λόγω φορέων με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας και το προσωπικό της ΕΛ.ΑΣ.
Το σύνολο των 2.380 ατόμων που θα μετακινηθούν θα φιλοξενηθούν σε δομές φιλοξενίας, σε διαμερίσματα και σε ξενοδοχεία. Οι διαδικασίες της μετακίνησής τους βρίσκονται στο τελικό στάδιο προετοιμασίας. Το χρονοδιάγραμμα της μετακίνησης θα γνωστοποιηθεί προσεχώς από το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
Σε δήλωσή του, ο υπουργός, Νότης Μηταράκης, σημείωσε πως «συνεχίζεται η οργανωμένη αποσυμφόρηση των δομών φιλοξενίας των νησιών μας, στόχος μας είναι η προστασία των διαμενόντων στις δομές, λόγω της κρίσης δημόσιας υγείας.
Με σχέδιο αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της πανδημίας, προστατεύοντας και τους διαμένοντες στις δομές και τους κατοίκους των τοπικών κοινωνιών».