Η εν λόγω έρευνα, που δημοσιεύθηκε στις 11 Μαρτίου, δείχνει ότι ο κορονοϊός, που προκαλεί τη νόσο COVID-19, μπορεί να εξαπλωθεί μέσω του αέρα, καθώς μέσω της επαφής με γυμνά χέρια με πράγματα που έχουν μολυνθεί από ήδη ασθενείς, πέρα από από την άμεση επαφή τους ενός ατόμου με το άλλο.
Από τότε που εμφανίστηκε στην Κίνα στα τέλη του περασμένου έτους, ο νέος κορωνοϊός έχει μολύνει περισσότερους από 120.000 ανθρώπους παγκοσμίως και προκάλεσε περισσότερους από 4.300 θανάτους.
Αυτά τα νούμερα είναι πολύ μεγαλύτερα από το ξέσπασμα SARS του 2003 που προκλήθηκε από έναν γενετικά παρόμοιο ιό.
Για την μελέτη αυτή, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια συσκευή νεφελοποίησης για να εξαπλώσουν δείγματα του νέου κορωνοϊού στον αέρα. Με αυτόν τον τρόπο παρομοίασαν τον τρόπο που μεταφέρεται στον αέρα ο κορωνοϊός όταν ένας ήδη ασθενής βήξει ή φτερνιστεί.
Διαπιστώθηκε ότι ο κορονοϊός παρέμεινε ζωντανός και μπορούσε να ανιχνευθεί αργότερα μέχρι και:
- τρεις ώρες στον αέρα
- τέσσερις ώρες στον χαλκό
- 24 ώρες σε χαρτόνι
- δύο έως τρεις ημέρες σε πλαστικό και ανοξείδωτο χάλυβα (ατσάλι)
Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξαν επιστημονικές δοκιμές κατά το ξέσπασμα του SARS το 2003. Αυτό σημαίνει ότι οι διαφορές στην ανθεκτικότητα του νέου κορωνοϊού δεν αντιπροσωπεύουν το πόσο ευρύτερα μπορεί να εξαπλωθεί, λένε οι ερευνητές.
Οι τελευταίες δοκιμές έγιναν από επιστήμονες του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας του πανεπιστημίου Princeton και από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, με χρηματοδότηση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και το αμερικανικό Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών.
Τα ευρήματα δεν έχουν ακόμη εξεταστεί από άλλους επιστήμονες και αναρτήθηκαν στο medrxiv.com, όπου οι ερευνητές μπορούν να διαμοιραστούν γρήγορα τη δουλειά τους πριν από την επίσημη δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό επιθεώρησης επιστημονικών ερευνών.
Η νέα έρευνα για το πόσο παραμένει ζωντανός σε αέρα κι επιφάνειες
«Είναι μια πολύ καλή ερευνητική δουλειά που απαντά σε απλές απορίες των πολιτών και δείχνει την αξία και τη σημασία των συμβουλών για την υγιεινή που παρέχονται από τους ειδικούς», δήλωσε η Julie Fischer, καθηγήτρια μικροβιολογίας στο πανεπιστήμιο του Georgetown.
«Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να πλένουμε τα χέρια μας, έχοντας επίγνωση ότι οι μολυσμένοι άνθρωποι μπορεί να μολύνουν τις επιφάνειες γύρω μας και να μην ακουμπάμε με τα χέρια μας το πρόσωπό μας», πρόσθεσε η ίδια.