«Η Δανία εγκαινίασε πρόσφατα την εφαρμογή της. Την κατέβασαν πολλοί. Δεν έχω δει ακόμη τα στοιχεία. Μου είπαν όμως ότι δεν είναι συμβατή με εκείνη της Γερμανίας».
του Braulio García Jaén
Αυτό έγραψε πριν από λίγες ημέρες μια δανέζα ευρωβουλευτής σε συνάδελφούς της στις Βρυξέλλες αναφορικά με την εφαρμογή του κινητού που παρακολουθεί την πορεία του ιού και εντοπίζει τις επαφές. Λίγες ημέρες νωρίτερα, η Κομισιόν είχε ανακοινώσει μια συμφωνία για τη συμβατότητα αυτών των εφαρμογών.
Αλλά δεν είναι έτσι. Δεν έχουν διαλέξει όλες οι ευρωπαϊκές χώρες το λεγόμενο αποκεντρωμένο σύστημα, όπου οι αρχές δεν έχουν πρόσβαση στα στοιχεία. Παρά τα λεγόμενα της ευρωβουλευτή, η δανική εφαρμογή είναι συμβατή με τη γερμανική. Η Γαλλία όμως, μια μεγάλη τουριστική δύναμη, έχει επιλέξει μια εφαρμογή που χρησιμοποιεί ένα πρωτόκολλο διαφορετικό από εκείνο των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών.
Οι εφαρμογές λειτουργούν μέσω του Bluetooth, που ανιχνεύει την παρουσία άλλων κινητών με την ίδια εφαρμογή και καταγράφει όσους βρίσκονται για πάνω από 10 λεπτά σε απόσταση μικρότερη των δύο μέτρων. Όταν κάποιος διαγιγνώσκεται θετικός στον ιό και ενημερώνει την εφαρμογή, αμέσως λαμβάνουν ειδοποίηση όσοι περιλαμβάνονται σε αυτό το φάσμα χρόνου και χώρου.
Για να εγγυηθεί τη συμβατότητα του αποκεντρωμένου συστήματος, η Κομισιόν θα χρηματοδοτήσει έναν κόμβο όπου θα διαβιβάζονται τα κρούσματα που έχουν γνωστοποιηθεί σε εθνικό επίπεδο. Αυτός ο κόμβος, που θα εδρεύει στο Λουξεμβούργο, δεν θα ενεργοποιηθεί όμως πριν από τον Σεπτέμβριο.
Ο τρόπος αυτός είναι ο μόνος που μπορεί να αποτρέψει μια νέα καραντίνα όταν έρθει το δεύτερο κύμα, λέει η ερευνήτρια Χέμα Γκαλντόν, που συνεργάζεται με διάφορες κυβερνήσεις για τη δημιουργία αυτών των προγραμμάτων. Η διασφάλιση όμως του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα σε ένα τόσο σημαντικό πεδίο όπως η υγεία οδήγησε τις περισσότερες κυβερνήσεις να επιλέξουν τελικά το αποκεντρωμένο σύστημα. «Το πραγματικό ερώτημα είναι αν χρειάζονται αυτές οι εφαρμογές και κατά πόσον καταστρέφονται τα στοιχεία όταν πια δεν είναι απαραίτητα για την προστασία της υγείας», επισημαίνει ο ιταλός Αντρέα Ρέντα, επικεφαλής ερευνών στο Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής των Βρυξελλών.
Σε κάθε περίπτωση, η εγκατάσταση και η χρήση αυτών των εφαρμογών είναι εθελοντική. «Όμως αυτό που ξέρουμε είναι ότι οι εφαρμογές είναι χρήσιμες όταν είναι υποχρεωτικές», συνεχίζει ο Ρέντα.
Μέχρι τώρα, αυτού του είδους οι εφαρμογές έχουν αποτύχει σε όλες τις δημοκρατικές χώρες όπου έχουν χρησιμοποιηθεί, από την Ισλανδία μέχρι τη Νότια Κορέα. «Στην Ευρώπη, το μόνο μοντέλο που μπορεί να λειτουργήσει είναι εκείνο της Γερμανίας», υποστηρίζει η Χέμα Γκαλντόν. Το σύστημα αυτό υποστηρίζεται από την Apple και την Google, κάτι που δείχνει την εξάρτηση της Ευρώπης από τους τεχνολογικούς κολοσσούς στις μεγάλες κρίσεις. Οι δύο αυτές εταιρείες αρνήθηκαν να συνεργαστούν με ένα σύστημα όπου θα έχουν πρόσβαση οι αρχές, με το επιχείρημα ότι μπορεί να το εκμεταλλευθούν αυταρχικές κυβερνήσεις.
Σύμφωνα με την Γκαλντόν, το γεγονός ότι η Γερμανία επέλεξε το μοντέλο που προστατεύει τα δικαιώματα σηματοδοτεί ένα «πριν» και ένα «μετά» στην πολιτική της προστασίας των δεδομένων.
(*) Ο Μπραούλιο Γκαρθία Χαέν είναι αρθρογράφος της El País
Πηγές: ΑΜΠΕ, El País