Η ιδεολογικοποίηση της ιστορίας και η χρήση της για τον εθνικό φρονηματισμό και την ιδεολογική χειραγώγηση έχει επιχειρηθεί αρκετές φορές και στο παρελθόν και κάποιες φορές στοίχισε ακριβά στην ανθρωπότητα. Με την προβολή της εθνοκεντρικότητας, της διάκρισης και της υπεροχής η ιστορία παρουσιάζεται σαν εγχείρημα κατασκευής ταυτότητας και συνέχειας ενός περιχαρακωμένου και υπέρτερου έθνους που αποκλείει τον Άλλο ή τον θεωρεί κατώτερο. Ακραία τέτοια περίπτωση η θεωρία της Άριας φυλής, που όλοι γνωρίζουμε τις συνέπειες της. Η καλύτερη περίπτωση στην αντίληψη αυτή είναι να χρησιμοποιείται ο Άλλος ως συμπληρωματικό στοιχείο μιας αναχρονιστικής γραμμικής αντίληψης για την ιστορία.
Η κατεύθυνση, στην προκειμένη περίπτωση, είναι προφανής : να λειτουργήσει η Ιστορία ως το κατεξοχήν πεδίο ανάπτυξης ιδεολογικών στόχων, που εξυπηρετούν συγκεκριμένα εθνικά, πολιτικά, θρησκευτικά ή και κομματικά συμφέροντα. Στην ελληνική περίπτωση, η προσφυγή στην ιδεολογική χειραγώγηση επιχειρείται, συνήθως, μέσω της υποκατάστασης των «γενικών» ή πανανθρώπινων σκοπών της ιστορίας (συνήθως χρησιμοποιούνται ως επικάλυμμα) από τους «ειδικούς», τους στενά, δηλαδή, εθνικούς, που υπερισχύουν. Ενδεικτική η περίπτωση της FYROM, όπου η Ιστορία χρησιμοποιείται σαν πόρνη και κατά κόρον στην προσπάθεια να ικανοποιηθούν ανομολόγητες ορέξεις.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η προσέγγιση των ιστορικών γεγονότων να επιχειρείται, ως επί το πλείστον, με βάση την αναχρονιστική γραμμική αντίληψη της ιστορίας (ευρωκεντρική, ελληνοκεντρική), όπου η ιστορική ετερότητα ή δεν υπάρχει ή εμφανίζεται ως συμπληρωματικό στοιχείο του κέντρου, Ευρώπης ή Ελλάδας. Έτσι, η μοναδική συλλογικότητα που εμφανίζεται συνήθως είναι αυτή του έθνους, ενώ απουσιάζουν ή αποκλείονται οι κοινωνικές τάξεις, οι εθνικοπολιτισμικές ομάδες κ.ο.κ. Και στην προκειμένη περίπτωση το έθνος, αν και πολιτιστική έννοια καλύπτει την έννοια «κράτος» που είναι νομική και την έννοια «χώρα», που είναι γεωγραφική. Ταυτόχρονα ισοπεδώνει τις κοινωνικές ανισότητες και την ταξική πάλη και τα θέτει όλα κάτω από μια κάλπικη σημαία.
Στην κατεύθυνση αυτή τα ακροδεξιά στοιχεία βρίσκουν την ευκαιρία να εμφανιστούν ως «πατριώτες» και να πλασάρουν αντιδραστικά «αφηγήματα» εξόδου από την κρίση σε ένα λαό που δεινοπαθεί από τα Μνημόνια και δεν βρίσκουν να πουν τίποτα για την ουσιαστική κατάργηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας και την υποταγή της χώρας στις κυρίαρχες ελίτ Βρυξελλών και Βερολίνου. Δεν έχουν να πουν τίποτα για μια χώρα που βρίσκεται εδώ και κάποια χρόνια σε άθλια κατάσταση υποτέλειας και υποδούλωσης, Πολύ περισσότερο διαμορφώνουν ευνοϊκό πολιτικό κλίμα στα φασιστοειδή της «Χρυσής Αυγής» να προβάλλονται ως «υπερ-πατριώτες» όταν παραμένουν «βαθιά εφεδρεία» του συστήματος και οι ομογάλακτοι τους πρόγονοι ήταν συνεργάτες των Γερμανών-ναζί κατακτητών.
Ιδιαίτερα σε μια περίοδο δύσκολη για το λαό και τη χώρα μας, όπου η πατρίδα μας υποτελής και υπόχρεη μετατρέπεται σε «πεδίο βολής φθηνό» και έρμαιο της απληστίας των τοκογλύφων, των ισχυρών του χρήματος και των τραπεζιτών, οι «φασουλήδες ξύπνησαν» και κάνουν πάλι τους τιμητές. Φασουλήδες που τη δύναμη τους, όμως, μεγέθυναν τα κεντρικά ΜΜΕ, οι ΜΚΟ και η παροχή υπηρεσιών στην εξουσία.
Έτσι, η κυρίαρχη τάξη στην προσπάθεια της να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της και να διατηρήσει τα κεκτημένα και σε αντίθεση με όσους αμφισβητούν την αξίωση της αυτή, επιλέγει, απολυτοποιεί και προβάλλει ως αιώνιες αλήθειες τις ιδέες και τις αντιλήψεις εκείνες που θα συντελέσουν στη στήριξη του ιδεολογικού της οπλοστασίου. Ταυτόχρονα προωθεί και τις εκάστοτε σκοπιμότητες. Είναι προφανές ότι ακόμα και το λεγόμενο «Μακεδονικό» ήρθε στην επιφάνεια, εξαιτίας των στρατηγικών σχεδιασμών των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, οι οποίοι επιδιώκουν να αξιοποιήσουν τη FYROM -με ένταξη της στο ΝΑΤΟ- ως ένα ακόμα ορμητήριο των γεωστρατηγικών τους επιδιώξεων στην ευρύτερη περιοχή της Ευρω-Ασίας, ιδιαίτερα μετά τις τριβές με την Τουρκία και κλείσιμο της βάσης του Isirlik στα Άδανα της Μ.Ασίας.
Η επιλεκτική αυτή χρήση της Ιστορίας ιδεολογικοποιεί αυτή και την καθιστά όργανο των εκάστοτε σκοπιμοτήτων. Και όταν η ιστορία μετατρέπεται σε ιδεολογικό μηχανισμό και αυτοανακηρύσσεται σε τράπεζα αποδεικτικού υλικού με σκοπό την επικύρωση και τη δικαίωση του παρόντος μέσω της επιλεκτικής χρήσης του παρελθόντος, τότε αναιρεί το ρόλο της και αποτυχαίνει. Έτσι, η ιστορία μπορεί να αποτελεί ένα συνονθύλευμα απλοποιητικών και γενικευτικών σχημάτων, απόρροια του χαλκευμένου ιδεολογικού λόγου, και να μην πείθει κανένα για την επιστημονική της εγκυρότητα και, κυρίως για την αξία της ως επιστήμης. Μάλιστα, σε κάποιες περιόδους, οι σκοπιμότητες αυτές είναι τόσο πρόδηλες και ισχυρές που τείνουν να υποκαταστήσουν και αυτό το γνωστικό αντικείμενο της ιστορίας.
Από την άλλη πλευρά ο «κοσμοπολιτισμός» επιχείρησε και αυτός με τη σειρά του να αλλοιώσει την Ιστορία και να την υποτάξει σε τρέχουσες πολιτικές σκοπιμότητες. Από το ένα άκρο, δηλαδή, στο άλλο, από τη μια υπερβολή στην άλλη. Από την κρατική – επίσημη ιστορία που είχε επιβληθεί στον τόπο μας, στη νεολαία από τις δεξιές – εθνικιστικές κυβερνήσεις στο άλλο άκρο, στη σχετικοποίηση της ιστορίας, στο μεταμοντέρνο σπάραγμα της. Με πρόσχημα, δηλαδή, ή αντίβαρο το κιτς και το απεχθές της εθνικοφροσύνης, πίσω απ’ το οποίο κρυβόταν η υποτέλεια της Δεξιάς, εμφανίσθηκε ο δήθεν «εκσυγχρονιστικός αναστοχασμός», που με τη σειρά του κάλυπτε την υποτέλεια της Κεντροαριστεράς. Η χρήση αυτή της Ιστορίας ή διαφορετικά η αναθεώρηση της εντάσσεται στον μεταμοντερνισμό.
Στο πνεύμα αυτό θυσιάζονταν και η ιστορική αλήθεια. Μάλιστα το γενναιόδωρο ίδρυμα Σόρος προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη συγγραφή των «νέων» βιβλίων ιστορίας!!! Ποιοι άραγε θα τα έγραφαν; Προφανώς οι καθηγητάδες που κάθε χρόνο ταξιδεύουν στην Αμερική για σεμινάρια. Και είναι γνωστοί αυτοί, όπως γνωστές είναι και οι απόψεις τους. Οι αστικές τάξεις έχουν κάθε συμφέρον να διαχέουν στις μάζες τη λήθη και την παραπληροφόρηση, ώστε να ξαναστέλνουν τους λαούς στα σφαγεία , προκειμένου να αρπάζουν τον πλούτο των εθνών, τον πλούτο των εργατών…
Η ορολογία της (μετα)νεωτερικότητας, του μεταεθνικού κράτους, της πολυπολιτισμικότητας, εφόσον δεν σχετίζεται με σοσιαλιστικά κράτη και σοσιαλιστικές κοινωνίες, αποτελεί σφυρί στα χέρια της καπιταλιστικής αποθηρίωσης. Σφυρί για την πολιτισμική καθήλωση των λαών, την πολιτική εξουδετέρωση των φιλολαϊκών δυνάμεων και τον αφοπλισμό των προσώπων από την αξιοπρέπεια και τις προσδοκίες τους. Και την πολιτιστική τους αλλοτρίωση. Απότοκος τέτοιων απόψεων είναι και οι πολιτικές εκείνες που ενέκριναν τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, τις «ανθρωπιστικές» εισβολές στο Ιράκ, την «εξαγωγή της Δημοκρατίας» στον Αραβικό Κόσμο, τις πορτοκαλί επαναστάσεις, την εφαρμογή του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο και εν τέλει των μνημονίων στην Ελλάδα.
O στόχος είναι διττός: η απαλλοτρίωση της ψυχής των Ελλήνων και η συνακόλουθη αποδόμηση του ως κυρίαρχου και υπερήφανου λαού. Οι Έλληνες στην μακραίωνη ιστορία τους παρέμειναν αθεράπευτοι λάτρεις της συγκυρίας και απέφευγαν τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις, τη συστηματικότητα, την επιμονή και υπομονή, χαρακτηριστικά προαπαιτούμενα για μεγαλόπνοα έργα. Αντίθετα, όμως, οι Έλληνες δεν αποδέχθηκαν τις συνέπειες της εξάρτησης και εναντιώθηκαν κυρίως στις εθνικές εκφάνσεις αυτής. Αρκετές φορές στην ιστορία διεκδίκησαν την πολιτική τους ανεξαρτησία και την οικονομική και πολιτιστική τους αυτονόμηση, παλεύοντας με ισχυρούς αντιπάλους. Στην πορεία αυτή δέχθηκαν τραύματα βαριά, όπως ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, η επιβολή του Δ.Ο.Ε, η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Διχασμός, οι Δικτατορίες, η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η Χούντα, Κυπριακή Τραγωδία, οι αλλεπάλληλες πτωχεύσεις που σημάδεψαν τον αγώνα του.
Το πολιτικό πρόβλημα των Ελλήνων σήμερα είναι η πολιτισμική τους κατάρρευση. Η αλλοτρίωση εισέρχεται βαράει στο ψαχνό, στην ψίχα και την ψυχή – χωρίς Ρίτσο, χωρίς Παπαδιαμάντη, χωρίς πνευματικούς οδηγούς, ο έλληνας πορεύεται όλο και πιο μόνος, όλο και πιο ιδιώτης, όλο και πιο ανυπεράσπιστος …..και κινδυνεύει να αποδεχθεί την «μοίρα» του.
Με βάση την παραπάνω τοποθέτηση και με κίνδυνο να πέσω στα ίδια λάθη που επισημαίνω τσαλαβουτώ στο εγχείρημα να θέσω έξι ερωτήματα και να προσπαθήσω να δώσω μια σύντομη πειστική απάντηση.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ: Αμφισβητείται η ελληνικότητα της Μακεδονίας;
Από ιστορικής απόψεως, την ελληνικότητα της Μακεδονίας δεν την αμφισβήτησε ποτέ κανείς στα σοβαρά, εννοώ με ντοκουμέντα και όχι με γραφικότητες και μπουρδολογίες. Η ελληνικότητα του αρχαίου κράτους –πόλης της Μακεδονίας με βάση τις ιστορικές αποδείξεις και τις αρχαιολογικές έρευνες είναι δεδομένη. Εξάλλου το βασίλειο των Μακεδόνων, ο Φίλιππος, ο διεθνιστής Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος έχτισε μια τεράστια αυτοκρατορία και ήταν αναγκασμένος να παρακολουθεί και ενίοτε να οικειοποιείται τα ήθη και τις παραδόσεις των λαών αυτών, αλλά και οι άλλοι Μακεδόνες βασιλείς που δεν αναφέρονται, αποτελούν μέρος της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας και είναι καθαρή πλαστογραφία η όποια διεκδίκηση της από τους ηγέτες της FYROM. Αρκεί ενδεικτικά να θυμίσουμε τη γνωστή φράση, κατά τη σύνοδο που οργάνωσε ο Μ.Αλέξανδρος στην Κόρινθο (335 πχ) πριν ξεκινήσει την εκστρατεία στη Μ.Ασία, όπου τονίζεται ότι «παραβρέθηκαν εκπρόσωποι όλων των Ελλήνων πλην Λακεδαιμονίων».!! Και αρκετές άλλες πηγές βέβαια…. Σε γενικές γραμμές, όμως, ούτε οι Σκοπιανοί φαίνεται να την αμφισβητούν. Αυτό που αμφισβητούν είναι το δικαίωμα της μονοχρησίας του ονόματος Μακεδονία. Και αυτό επειδή ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να καθοριστούν τα σαφή γεωγραφικά και εθνολογικά όρια μιας περιοχής, καθώς οι αρχαίοι λαοί δεν είχαν σύνορα, με τη νομική έννοια που έχει ο όρος σήμερα.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ: Υπήρχαν σαφή και ευδιάκριτα σύνορα στην αρχαιότητα;
Στην αρχαιότητα, τα σύνορα ήταν πάντα φυσικά και δεν είχαν το περιεχόμενο που δίνουμε εμείς σήμερα. Τα φυσικά εμπόδια ήταν τεράστια, τα βουνά δύσβατα και τα ποτάμια ορμητικά και εξαιρετικά δύσκολα να τα περάσουν οι άνθρωποι με τα μέσα που διέθεταν. Αυτό είχε ως συνέπεια να υποχρεώνονται εκ των πραγμάτων οι λαοί να αναπτύσσουν τις πολιτιστικές τους ιδιομορφίες εντός φυσικά καθορισμένων γεωγραφικών ορίων, απ’ τα οποία θα μπορούσαν να διαφύγουν και να απλωθούν μόνο με τους αποικισμούς και τις μεταναστεύσεις, αλλά όταν ήδη η πολιτιστική τους συνείδηση είχε ήδη διαμορφωθεί στην αρχική γεωγραφική κοιτίδα. Η νομική έννοια των συνόρων, δηλαδή οι συμφωνίες που γίνονται ανάμεσα σε γειτονικά κράτη για το πού τελειώνει το ένα και πού αρχίζει το άλλο και η συνακόλουθη χάραξη διαχωριστικών γραμμών επί του χάρτου, είναι υπόθεση πάρα πολύ μεταγενέστερη.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ: Ποιος ήταν ο γεωγραφικός χώρος της Μακεδονίας;
Εδώ διατυπώνονται υπεραπλουστεύσεις από όλες τις πλευρές και από αυτούς που μιλούν για πολλές Μακεδονίες, είτε για μία και μοναδική, είτε για τρεις και πάει λέγοντας. Το γεγονός είναι ότι ο επίμαχος γεωγραφικός χώρος είναι ευμετάβλητος. Η ιστορία της περιοχής που φέρει αυτό το ιστορικό όνομα είναι τόσο παλιά και τα φυσικά ή στρατιωτικά της όρια έχουν αλλάξει τόσες πολλές φορές απ’ το 1000 π.Χ. μέχρι σήμερα, που κανείς πια δεν ξέρει τι είναι και τι δεν είναι Μακεδονία από γεωγραφικής και εθνολογικής απόψεως. Άλλα ήταν τα όριά της και οι λαοί της επί Φιλίππου, άλλα επί Μεγάλου Αλεξάνδρου, άλλα στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, άλλα στα χρόνια της τουρκικής κατάχτησης, άλλα στην πριν τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων (1913) περίοδο, και άλλα σήμερα. Όπως όλα τα σύνορα, αλλά περισσότερο απ’ όλα στην Ευρώπη αυτά της Μακεδονίας είναι εξόχως «ελαστικά», και κανείς δεν μπορεί να ξέρει ποια περιοχή θα ονομάζουν Μακεδονία οι σύγχρονοι γεωγράφοι.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ: Ποιοι είναι και ποιοι δεν είναι Μακεδόνες;
Αυτό μπορεί να είναι ένα σημαντικό ερώτημα, που δεν έχει να κάνει, όμως, με γεωγραφικό προσδιορισμό, αλλά με πολιτιστικό. Βέβαια δεν υπάρχει, ούτε διατυπώνεται, όπως και προαναφέρθηκε, ουδεμία αμφισβήτηση, για τους σημερινούς Μακεδόνες της σημερινής ελληνικής. Είναι Μακεδόνες γιατί είναι Έλληνες και γιατί κατοικούν σε μια περιοχή όπου πάντα υπήρχαν Έλληνες. Ανήκουν, δηλαδή, στο ελληνικό έθνος και είναι Μακεδόνες. Εξάλλου η λέξη Έλληνας είναι ευρύτερη της έννοιας Μακεδόνας και αυτό σημαίνει σύμφωνα με το συλλογισμό της λογικής ότι οι Μακεδόνες είναι Έλληνες, αλλά δεν είναι όλοι οι Έλληνες Μακεδόνες. Μετέχουν, συνεπώς της ημετέρας παιδείας και του ημετέρου πολιτισμού, του ελληνικού. Όσοι Μακεδόνες μετέχουν του ελληνικού πολιτισμού, δεν μπορεί παρά να είναι και σήμερα Έλληνες, όπως ήταν πάντα από πολιτιστικής απόψεως. Συνεπώς, Μακεδόνες δεν είναι αυτοί που κατοικούν σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, τα όρια της οποίας είναι ευμετάβλητα κατ’ ανάγκην, αλλά αυτοί που μετέχουν σ’ έναν συγκεκριμένο πολιτισμό, που λέγεται μακεδονικός, και που σαν τέτοιος δεν μπορεί παρά να είναι ελληνικός κατά κύριο λόγο. Και η απόφανσή μας για την ελληνικότητα μιας γεωγραφικής περιοχής δεν μπορεί παρά να γίνεται βάσει πολιτιστικών και όχι γεωγραφικών παραμέτρων, όπως τα ασταθή σύνορα.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΕΜΠΤΟ: Πότε χρησιμοποιήθηκε το όνομα Μακεδονία;
Και εδώ υπάρχει μια παρανόηση. Το όνομα Μακεδονία που χρησιμοποιούν οι Σκοπιανοί για τη Δημοκρατία τους, δεν το πρωτοχρησιμοποίησε ο Τίτο. Μακεδονία ονόμαζαν οι Τούρκοι μια ευρύτατη περιοχή που εκτός της ελληνικής περιλάμβανε και την περιοχή των Σκοπίων, καθώς και ένα κομμάτι της Βουλγαρίας. Από την αρχαιότητα και μέχρι την επιτυχή για τους Έλληνες και τους Σέρβους έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων το 1913 δεν υπήρχε πρόβλημα ελληνικής, ή βουλγαρικής, ή σερβικής Μακεδονίας, για τον απλό λόγο πως ολόκληρη αυτή η περιοχή περνάει αδιαλείπτως απ’ τη μία (πολυεθνική) αυτοκρατορία στην άλλη. Από τη Ρωμαϊκή στη Βυζαντινή κι απ’ αυτήν στην Οθωμανική. Οι εν λόγω αυτοκρατορίες δεν είχαν κανέναν λόγο να καθορίσουν είτε τα ιστορικά, είτε τα γεωγραφικά, είτε τα πολιτιστικά όρια αυτής της συγκεκριμένης περιοχής, όπως και οποιασδήποτε άλλης εντός των ορίων τους. Το πρόβλημα, λοιπόν, προέκυψε με τον καθορισμό των συνόρων των βαλκανικών κρατών το 1913, ύστερα απ’ την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το κομμάτι της μέχρι τότε ενιαίας, ας την πούμε έτσι, «τουρκικής» Μακεδονίας που πέρασε στη Σερβία το 1913, ονομαζόταν από τότε, είτε Παλαιά Σερβία, είτε Άνω Μακεδονία. Και κανείς Έλληνας τότε δε διαμαρτυρήθηκε για τη χρήση του ονόματος Μακεδονία, προκειμένου για την καινούργια επαρχία της ήδη αυτόνομης Σερβίας. Το πρόβλημα, λοιπόν, με το όνομα Μακεδονία υπάρχει απ’ το 1913 και όχι απ’ το 1945 που ο Τίτο εγκαθίσταται στην εξουσία και, για λόγους δικής του πολιτικής σκοπιμότητας, δημιουργεί την Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας, που μέχρι τότε ήταν περιφέρεια της Σερβίας και από πολλούς λεγόταν Μακεδονία.
ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΚΤΟ: Στο επίμαχο ζήτημα ενυπάρχει ο αλυτρωτισμός;
Ενυπάρχει ακόμα και στο γραφικό μέρος του, με τα αγάλματα, τις ονομασίες, τα σύμβολα και άλλα τέτοια, όπως και στο ουσιαστικό, στο Σύνταγμα του γειτονικού κράτους. Η FYROM, δηλαδή, που ενώ πληθυσμιακά αποτελείται βασικά από σλαβομακεδόνες και μια ισχυρή μειονότητα αλβανών, η ηγεσία της διεκδικεί την αποκλειστική χρήση του όρου «Μακεδονία», μάλιστα ως ιστορική συνέχεια της Μακεδονίας του Φιλίππου, Μ.Αλεξάνδρου κλπ. Αν ήταν απλώς «εθνολογική φαντασίωση», θα ήταν λίγο το κακό και στο χώρο του γραφικού. Είναι, όμως, έτσι; Η απάντηση είναι ότι πίσω διεκδικήσεις υπολανθάνει ένας γνήσιος αλυτρωτισμός και ενδεχομένως απορρέουν εδαφικές διεκδικήσεις και επαναχάραξη συνόρων, εμμέσως πλην σαφώς σε βάρος της Ελλάδας και Βουλγαρίας, η οποία και αυτή αντιδρά.
Η επαναχάραξη λοιπόν συνόρων είναι ένα θέμα κατασκευής και φαντασίας, καθώς στην Ελλάδα, δεν υφίσταται σήμερα μειονότητα που να αυτοπροσδιορίζεται ως «σλαβομακεδονική» και να διεκδικεί δικαίωμα «αυτοδιάθεσης» ή επαναχάραξης συνόρων. Αντίθετα αυτές οι αντιλήψεις καλλιεργούνται κυρίως από τους ηγέτες της FYROM. Είναι άλλο πράγμα η αναφορά σε παραδόσεις, ήθη και έθιμα, τόπος καταγωγής, συγγένειες, και άλλα τα οποία πρέπει να είναι σεβαστά και να προστατεύονται και άλλο πράγμα η καλλιέργεια ιδεών «αλυτρωτισμού» και διεκδικήσεων, είτε για τη δημιουργία μεγάλης «Μακεδονίας» (Σλαβομακεδονίας) ή μεγάλης Αλβανίας, ή νέας «Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» ή νέας «μεγάλης Ελλάδας», και παρόμοια επικίνδυνα κατασκευάσματα που επαναφέρουν μνήμες που τα Βαλκάνια ήταν η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης.
Σπύρος Τζόκας
Πανεπιστημιακός
Αντιπεριφερειάρχης Αττικής