Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να δρα σαν γραφείο ταξιδίων και να στέλνει αλλού όλους τους πρόσφυγες σχολιάζει ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας και αρχηγός των Σοδιαλδημοκρατών Βέρνερ Φάιμαν αναφέροντας ότι δεν κατανοεί πλέον την πολιτική των Ελλήνων.
«Η Ελλάδα υποδέχθηκε τον τελευταίο χρόνο 11.000 πρόσφυγες, ενώ εμείς 90.000. Αυτό δεν επιτρέπεται να επαναληφθεί» δήλωσε σε συνέντευξή του στο κυριακάτικο φύλλο της αυστριακής εφημερίδας Έστεραϊχ ο Φάιμαν, σημειώνοντας πως η χώρα του θα παραμείνει συνεπής στη γραμμή της και θα διατηρήσει στους 37.500 τον αριθμό των αιτούντων άσυλο που έχει αποφασιστεί ως ανώτερο όριο (ή «τιμή αναφοράς») για εφέτος.
«Δεν μπορούμε να υποδεχθούμε όλους τους πρόσφυγες και αυτό, ως επικεφαλής της κυβέρνησης, θα το πρεσβεύω με κάθε συνέπεια», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο καγκελάριος επαναλαμβάνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να υποδεχθεί πάνω από δύο εκατομμύρια πρόσφυγες, εάν εφαρμοζόταν αναλογικά σε όλες τις 28 χώρες-μέλη της ΕΕ η αυστριακή ποσόστωση.
«Η μεμονωμένη δράση μας είναι καθαρή άμυνα, και επίσης μία κραυγή για βοήθεια. Θέλουμε μία ευρωπαϊκή λύση, όμως υπάρχουν τόσο πολλές ανεφάρμοστες αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που έχω πειστεί ότι πρέπει να δράσουμε οι ίδιοι», συμπληρώνει ο Αυστριακός καγκελάριος.
Σε άλλη συνέντευξή του, στην κυριακάτικη έκδοση της αυστριακής εφημερίδας Κρόνεν Τσάιτουνγκ, ο Βέρνερ Φάιμαν σημειώνει επίσης πως η Αυστρία δεν μπορεί να δεχθεί όλους τους πρόσφυγες και «αυτό θα το φωνάζει δυνατά και καθαρά», ενώ προσθέτει πως η Αυστρία έχει κρατήσει υποδειγματική στάση και είναι απογοητευτικό το ό,τι αυτό δεν αναγνωρίζεται.
Ο ίδιος, σε αυτή τη συνέντευξή του χαρακτηρίζει «σκανδαλώδη» τη στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία, σημειώνει, «έχει συνηθίσει να παρακολουθεί με θλίψη ότι η Ελλάδα στέλνει παρακάτω τους πρόσφυγες και ήταν ευχαριστημένη που βρέθηκε κάποιος ο οποίος σήκωσε τα μανίκια και βοήθησε».
Κριτική ασκεί ο καγκελάριος και στη Γερμανία, επισημαίνοντας πως η χώρα αυτή δεν υποστήριξε το αυστριακό αίτημα να διαγραφούν κοινοτικές επιδοτήσεις εν μέσω της διένεξης ως προς τις ποσοστώσεις στην κατανομή των μεταναστών.