Tην επιστροφή στη Συρία όταν τελειώσει ο πόλεμος θέλει η συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων, σύμφωνα με την έρευνα της Κάπα Research για την Ένωση Περιφερειών, καθώς οι 9 στους 10 έχουν αφήσει πίσω κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο και οι μισοί έχουν εκεί περιουσιακά στοιχεία. Το 36,3% αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις εστίες του λόγω του ISIS, το 56,6% λόγω του καθεστώτος / κυβέρνησης, το 22,4% εξαιτίας του Συριακού Απελευθερωτικού Στρατού.
Ακόμη, οι 7 στους 10 ταξιδεύουν μαζί με κάποιον συγγενή ή ένα οικείο σε αυτούς πρόσωπο. Για τους περισσότερους (62,8%), το ταξίδι έχει διαρκέσει λιγότερο από 30 ημέρες, ενώ οι 6 από τους 10 έχουν μείνει για πάνω από δέκα μέρες σε κάποιο κατάλυμα ενδιάμεσης χώρας – πιθανότατα στην Τουρκία.
Πριν ξεκινήσει από τις χώρες του, το 56,8%, πήρε σημαντικές πληροφορίες για το ταξίδι και τον τόπο προορισμό του, από γνωστούς ή συγγενείς που έχουν ήδη εγκατασταθεί σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από το internet και τα social media (20,2%).
Το διαδίκτυο φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού καθώς η πλειοψηφία (53,5%) κάνει χρήση έξυπνων συσκευών τηλεφώνου (smartphone). Σύμφωνα με τις απαντήσεις του, το 53,1 πλήρωσε για να φτάσει στην Ελλάδα ενώ ένα 20,9% έδωσε αμοιβή για την μετακίνησή του (και) εντός Ελλάδος.
Οι 7 στους 10 (68%) πρόσφυγες που διαμένουν σήμερα στα κέντρα υποδοχής/φιλοξενίας του Λεκανοπεδίου θέλουν να φτάσουν στη Γερμανία και δηλώνουν πολύ ή αρκετά αισιόδοξοι ότι θα τα καταφέρουν (59,6%).
Η Ελλάδα (77,6%) και η Γερμανία (74%) συγκεντρώνουν τις περισσότερες θετικές γνώμες ανάμεσα στις χώρες που διαδραματίζουν ρόλο στο προσφυγικό ζήτημα, σε αντίθεση με την Τουρκία και τη Ρωσία που έχουν μόλις 15,1% και 8,4% θετικές γνώμες αντίστοιχα.
Ωστόσο, παρά τις θετικές γνώμες, η Ελλάδα δεν αποτελεί χώρα – προορισμό. Ακόμη και αν – στην πρώτη προσπάθεια – δεν καταφέρουν να περάσουν τα σύνορα προς την κεντρική Ευρώπη, μόλις ένα 12,5% των προσφύγων δηλώνει ότι θα επέλεγε να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα μας [είτε σε κάποια οργανωμένη δομή (8,6%), είτε σε συγγενείς/φίλους που κατοικούν ήδη στην Ελλάδα (3,9%).
Οι περισσότεροι δηλώνουν ότι θα έμεναν προσωρινά σε χώρο υποδοχής ελπίζοντας να ανοίξουν τα σύνορα (54,4%) ενώ υπάρχει και ένα 13,5% που αναφέρει ότι θα αναζητήσει άλλο πέρασμα και ένα 16,8% ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους.
Για τους πρόσφυγες, η Ελλάδα είναι χώρα – transit κυρίως εξαιτίας της ευκολίας να περάσει κάποιος τα σύνορα (76,3%) και του χαμηλού κόστους (είναι πιο φθηνά 19,1%).
Επίσης ότι οι Έλληνες είναι φιλόξενοι και τους βοηθάνε , οι ελληνικές αρχές δεν είναι τόσο αυστηρές και, ότι , υπάρχει μια φιλική προς τους πρόσφυγες κυβέρνηση.
Δεδομένων των συνθηκών, το 40,6% νιώθει καλά από τη μέχρι τώρα παραμονή του στη χώρα μας, μέτρια το 24,5%, ενώ άσχημα αισθάνεται το 26,5%. Σχεδόν, όμως, 7 στους 10 κρίνουν προβληματική την κατάσταση του χώρου που διαμένουν προσωρινά (Πειραιάς, Ελληνικό, Σχιστό, Ελαιώνας).
Όλοι ανεξαιρέτως οι θεσμοί/φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα κρίνονται θετικά: Το λιμενικό σώμα, η αστυνομία, η κυβέρνηση, οι ΜΚΟ, το σύστημα υγείας και η τοπική αυτοδιοίκηση λαμβάνουν θετικές κρίσεις σε ποσοστά άνω του 60%.
Το βασικό πρόβλημα που συναντούν οι πρόσφυγες στην επαφή τους με τις υπηρεσίες του κράτους είναι η γλώσσα (53,5%). Παρά το γεγονός ότι στο σύνολό τους οι πρόσφυγες δεν επιθυμούν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, υπό ορισμένες συνθήκες, σχεδόν οι 3 στους 10 θα επέλεγαν να μείνουν, αν έβρισκαν δουλειά, γιατί υπάρχει ήδη κοινότητα από τη χώρα τους εδώ ή έχει συγγενείς και επειδή κρίνουν ι καλό το σύστημα κοινωνικής προστασίας της χώρας μας.
Το 24,1% – εάν έμενε τελικά στην Ελλάδα – θα επεδίωκε και την επανένωση της οικογένειάς του προσκαλώντας την εδώ. Ο τόπος που θα ήθελαν να εγκατασταθούν είναι η Αθήνα και γύρω απ΄αυτήν ( ποσοστό 49,7 % ), ενώ το 22,4% θα έμενε οπουδήποτε αρκεί να μπορούσε να διασφαλίσει δουλειά, τροφή και στέγη.