Ο καλλιτεχνικός και όχι μόνο χώρος έχει σοκαριστεί από την είδηση του θανάτου του δημοφιλούς Έλληνα τραγουδοποιού Τζίμη Πανούση, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το μεσημέρι του Σαββάτου (13/01).
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, υπέστη καρδιακό επεισόδιο στο σπίτι του γύρω στη μια το μεσημέρι και εξέπνευσε καθ΄ οδόν προς το νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός που τον μετέφερε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ.
Στις αρχές Δεκεμβρίου ο 64χρονος καλλιτέχνης είχε καταρρεύσει στη σκηνή κατά τη διάρκεια της εμφάνισής του σε μαγαζί της Αθήνας. Τότε είχε μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, όπου και νοσηλεύτηκε για λίγες ημέρες.
O Τζίμης Πανούσης γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 1954 από μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς -τον Θεόδωρο και τη Φωτεινή- στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Χολαργό. Το 1973 βρήκε από αγγελία δουλειά σε περιοδεύοντα θίασο. Στη συνέχεια εγκατέλειψε το θίασο για να δουλέψει ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα από την οποία παραιτήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Πρώτες προσπάθειες στο χώρο της μουσικής έγιναν με το σχήμα «Χαρούμενη Κουδουνίστρα» όταν ακόμα ήταν στο Γυμνάσιο. Στα μέσα με τέλη της δεκαετίας του 1970 σχηματίστηκαν οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» από τον Τζίμη Πανούση (φωνή, στίχοι, μουσική) και τους Σπύρο Πάζιο (κιθάρα, synthesizer, έγχορδα), Γιάννη Δρόλαπα (ηλεκτρική κιθάρα), Βαγγέλη Βέκιο (τύμπανα) και Δημήτρη Δασκαλοθανάση (μπάσο). Στη συνέχεια προστέθηκε και ο Van Svarnas (σαξόφωνο).
Η πρώτη εμφάνιση σε κοινό για τις «Μουσικές Ταξιαρχίες» έγινε το 1980 στο «Skylab» στην Πλάκα, ενώ η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά ήταν ο δίσκος «Μουσικές Ταξιαρχίες» που κυκλοφόρησε από την MINOS-EMI, το 1982, ενώ δυο χρόνια νωρίτερα είχαν κυκλοφορήσει μία ανεξάρτητη παραγωγή σε κασέτα, το «Disco Tsoutsouni».
Ακολούθησαν οι δίσκοι «Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν» (1984) και «Hard Core» (ζωντανή ηχογράφηση, 1985). Το 1983 οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» καμουφλάρονται κάτω από το όνομα «Alamana’s Bridge» (Γέφυρα της Αλαμάνας) και συμμετείχαν στο δίσκο-συλλογή ελληνικού ροκ «Made in Greece Vol.1», παρά τις αντιρρήσεις της τότε δισκογραφικής τους εταιρείας. Από τον επόμενο δίσκο «Κάγκελα Παντού» (1986) ο Πανούσης αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του.
Το 1987 κυκλοφόρησε ο τελευταίος δίσκος από την MINOS-EMI με τίτλο, «Χημεία και Τέρατα», ενώ τα επόμενα δύο άλμπουμ, «Δουλειές του Κεφαλιού» (1990) και «Ο Ρομπέν των Χαζών» (ζωντανή ηχογράφηση, 1992), κυκλοφόρησαν από την Music Box International, και το «Vivere Pericolosamente» από την Warner, το 1993. Η επόμενη δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε εφτά χρόνια μετά, το 2000, με τίτλο «Με Λένε Πόπη» (ζωντανή ηχογράφηση).
Στις 20 Ιανουαρίου 2009 κυκλοφόρησε ένα διπλό DVD με ζωντανή κινηματογράφηση της παράστασης «Της Πατρίδας μου η Σημαία», που δόθηκε το 2008 στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, ενώ την άνοιξη του 2015 οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» επανενώθηκαν για μια σειρά εμφανίσεων στο Κύτταρο, έπειτα από 30 χρόνια απουσίας.
Ραδιόφωνο – τηλεόραση – κινηματογράφος
Πέρα από τη μουσική o Τζίμης Πανούσης ασχολήθηκε, κατά καιρούς, με το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και με τον κινηματογράφο. Έχει μια δεκαπεντάχρονη ιστορία σαν ραδιοφωνικός παραγωγός στους ραδιοσταθμούς ενώ τηλεοπτική εκπομπή του, με τίτλο «Κορίτσια ο Τζίμης», που επρόκειτο να μεταδοθεί από την τότε ΕΤ2, το 1995, τελικά «κόπηκε», ωστόσο στιγμιότυπά της έχουν κατά καιρούς παρουσιάσει κατά τη διάρκεια τηλεοπτικών συνεντεύξεών του. Στον κινηματογράφο, έχει πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Ο δράκουλας των Εξαρχείων» (1981) του Νίκου Ζερβού μαζί με τις υπόλοιπες «Μουσικές Ταξιαρχίες» και ως γκεστ σταρ στις ταινίες «Ηνίοχος» (1995) του Αλέξη Δαμιανού, «Προστάτης Οικογένειας» (1997) του Νίκου Περάκη και «Safe Sex» (1999) των Ρέππα – Παπαθανασίου.
Εκδόσεις
Την υπογραφή του Τζίμη Πανούση φέρουν έξι βιβλία, κυρίως βασισμένα στις ραδιοφωνικές του εκπομπές. Πρώτο ήταν το «Η Ζάλη των Τάξεων» (Γνώσεις, 1989) που περιέχει 40 ιστορίες ραδιοφωνικής φαντασίας που ακούστηκαν από την εκπομπή «Δούρειος Ήχος» στον Top FM την περίοδο 1988-89, ακολούθησαν τα «Πικρέ, Μικρέ Μου Αράπη» (Opera, 1990) που είναι μια σαπουνόπερα 22 επεισοδίων η οποία ακούστηκε από τον «Δούρειο Ήχο» το καλοκαίρι του 1989 και «Το Κυνήγι της Γκόμενας» (Opera, 1992) που αποτελείται από 30 σύντομες γυναικείες βιογραφίες.
Το 1996, κυκλοφόρησε το «Υγιεινή Διαστροφή» (Opera), τον Ιανουάριο του 2002 παρουσίασε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟ τον «εναλλακτικό Καζαμία» με τίτλο «Μωρόν λαβέ» ντυμένος με μαντήλα τύπου Παλαιάς Διαθήκης κρατώντας κούκλα βρέφους, τυλιγμένο με την αστερόεσσα. Τέλος, το 2005, κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα ακόμα δύο βιβλία του από τις εκδόσεις «Opera» με τίτλους «Μικροαστική Καταστροφή» και «Πούστευε και Μη Ερεύνα», ενώ το 2010 κυκλοφόρησε το πολύτομο έργο «Ο Στάλιν σκέφτεται για σένα στο Κρεμλίνο».