Σήμερα αρχίζει στη Νέα Υόρκη σε αστικό δικαστήριο η δίκη του Ντόναλντ Τραμπ και δύο παιδιών του, με την κατηγορία ότι διόγκωναν υπερβολικά για χρόνια τα περιουσιακά τους στοιχεία σε μια υπόθεση που απειλεί την οικονομική του αυτοκρατορία και αποτελεί το προοίμιο δικαστικού μαραθωνίου που περιμένει το φαβορί των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές του 2024.
Ο 77χρονος πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε χθες, Κυριακή, το βράδυ ότι σχεδιάζει να παρουσιαστεί σήμερα για τις εναρκτήριες αγορεύσεις ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου της πολιτείας της Νέας Υόρκης. «Αύριο το πρωί θα πάω στο δικαστήριο για να αγωνιστώ για το όνομά μου και τη φήμη μου», αναφέρει ο πρώην μεγιστάνας των ακινήτων σε μήνυμα που ανήρτησε αργά το βράδυ στην πλατφόρμα του Truth Social, στο οποίο χαρακτηρίζει τη διαδικασία στη Νέα Υόρκη «διεφθαρμένη» και τον δικαστή που έχει επιφορτιστεί με την υπόθεση «ανισόρροπο».
«Όλη αυτή η υπόθεση είναι απάτη!!!!», γράφει επίσης. Ο Τραμπ δεν μπορεί να καταδικαστεί σε φυλάκιση στην υπόθεση αυτή, αλλά η δίκη του αυτή προσφέρει μια γεύση από τις άλλες που θα ακολουθήσουν και μπορεί να διαταράξουν την εκστρατεία του για να λάβει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.
Μετά την απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του και σε τέσσερις ποινικές υποθέσεις, οι οποίες προς το παρόν δεν έχουν βλάψει τη δημοτικότητά του στη βάση των Ρεπουμπλικανών, ο Τραμπ αναμένεται κυρίως να παρουσιαστεί από τις 4 Μαρτίου ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Ουάσινγκτον, κατηγορούμενος ότι προσπάθησε να ανατρέψει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020 που κέρδισε ο Τζο Μπάιντεν. Το επόμενο ραντεβού του με τη δικαιοσύνη το έχει και πάλι στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, κατηγορούμενος για λογιστικές απάτες, και το αμέσως επόμενο στη Φλόριντα για αμέλεια στη διαχείριση απορρήτων εγγράφων μετά την αποχώρησή του από την προεδρία, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η δίκη που ξεκινά σήμερα έλαβε αιφνιδίως σημαντικές διαστάσεις την περασμένη εβδομάδα όταν ο δικαστής Άρθουρ Ένγκορον, που προεδρεύει, έκρινε ότι διαπιστώθηκαν «επανειλημμένες απάτες» και ότι η γενική εισαγγελία της πολιτείας της Νέας Υόρκης είχε ήδη αποδείξει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ και το γενικό επιτελείο του ομίλου του είχαν «υπερτιμήσει» τα περιουσιακά τους στοιχεία μεταξύ 812 εκατομμυρίων και 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το 2014 ως το 2021.
Κατά συνέπεια ο δικαστής έδωσε εντολή για την ανάκληση στην πολιτεία της Νέας Υόρκης εμπορικών αδειών του Ντόναλντ Τραμπ και δύο παιδιών του, του Έρικ Τραμπ και του Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, εκτελεστικούς αντιπροέδρους του Οργανισμού Τραμπ, όπως και την κατάσχεση εταιρειών που αφορά η αγωγή, οι οποίες θα ανατεθούν σε εκκαθαριστές. Αν εφαρμοστεί η εντολή, οι κυρώσεις αυτές θα επιφέρουν «μεγάλο πλήγμα στη δυνατότητα του Ντόναλντ Τραμπ να έχει επιχειρηματικές δραστηριότητες στην πολιτεία της Νέας Υόρκης», σύμφωνα με τον Γουίλ Τόμας, καθηγητή επιχειρηματικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Ο Τραμπ, ο οποίος έκανε περιουσία στον τομέα των ακινήτων και τα καζίνο τη δεκαετία του ’80 και είχε υποσχεθεί να κυβερνήσει τις ΗΠΑ όπως τις επιχειρήσεις του, θα χάσει ως εκ τούτου τον έλεγχο σε πολλές «ναυαρχίδες» του ομίλου του, όπως ο Πύργος Τραμπ στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν.