Στη δικαιοσύνη κατά εισπρακτικής εταιρίας που τον παρενοχλούσε για τις οφειλές του σε τράπεζα στράφηκε δανειολήπτης και τελικά δικαιώθηκε.
Το Ειρηνοδικείο Αθηνών, επέβαλε αποζημίωση σε τραπεζικό ίδρυμα, το οποίο διέθεσε τα προσωπικά του δεδομένα σε εισπρακτική εταιρεία χωρίς να λάβει προηγουμένως τη σχετική έγκριση του ιδίου.
Το Ειρηνοδικείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 483/2018 απόφαση επιδικάστηκε στον δανειολήπτη το ποσό των 5.869,40 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη, σύμφωνα με όσα αναφέρει η εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος.
Όπως αναφέρεται, «η τράπεζα δεν απέδειξε ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματος πραγματικά γεγονότα, όπως έπρεπε για να απαλλαγεί από την ευθύνη της».
Ωστόσο, το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα του δανειολήπτη για χρηματική αποζημίωση ύψους 10.000 ευρώ, διότι -κατά τον δικαστικό λειτουργό- το ποσό είναι υπερβολικό, «καθόσον σκοπός του νομοθέτη δεν είναι ο πλουτισμός του υποκειμένου, δηλαδή του δανειολήπτη, αλλά η συμμόρφωση των υπευθύνων επεξεργασίας, δηλαδή της τράπεζας».
Η υπόθεση αφορά καταναλωτικό δάνειο ύψους 25.000 ευρώ, το οποίο έλαβε αστυνομικός το 2010. Για μία πενταετία η αποπληρωμή της δανειακής σύμβασης γινόταν κανονικά. Όμως από τις αρχές του 2015 ο δανειολήπτης άρχισε αντιμετωπίζει δυσκολίες στην εξόφληση των δόσεων του δανείου. Περί την ίδια περίοδο άρχισαν να καλούν στο κινητό του τηλέφωνο υπάλληλοι εισπρακτικής εταιρίας.
Ακολούθησαν εννέα μήνες οχλήσεων, ωστόσο το ποτήρι ξεχείλισε όταν το τηλέφωνο σήκωσε η 10χρονη κόρη του αστυνομικού. Σύμφωνα με την απόφαση, η ανήλικη έγινε αποδέκτης ερωτήσεων για την ηλικία της και το χρόνο επιστροφής των γονέων της στο σπίτι, γεγονός που εξόργισε τον πατέρα της.
Έτσι, αποφάσισε να στείλει εξώδικο, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι οχλήσεις μέχρι το 2017. Τότε, ακολούθησε ακόμα ένας γύρος αλλεπάλληλων κλήσεων στο κινητό του τηλέφωνο, οι οποίες -όπως καταγράφεται- τον έφεραν σε «εξαιρετικά δύσκολη θέση μπροστά σε συναδέλφους και σε οικεία του πρόσωπα».
Τα τηλεφωνήματα συνεχίστηκαν για περίπου επτά μήνες, οπότε και ο αστυνομικός μαζί με το δικηγόρο του, Γιώργο Πούλη, προχώρησαν σε αγωγή κατά του τραπεζικού ιδρύματος.
Σε αυτή αναφερόταν, μεταξύ άλλων, πως από τις παράνομες πράξεις και παραλείψεις της τράπεζας ο δανειολήπτης «έχει υποστεί σημαντική ηθική βλάβη και προσβολή στην προσωπικότητά του, καθώς τα προσωπικά του δεδομένα έχουν ανακοινωθεί και διαρρεύσει σε τρίτους κατά παράβαση του Ν. 2472/1997 και επιπλέον έχει παρουσιαστεί αναξιόχρεος σε συγγενικά του πρόσωπα και στους συναδέλφους του αστυνομικούς χωρίς να ισχύει κάτι τέτοιο».
Για «παράνομες και υπαίτιες πράξεις και παραλείψεις της τράπεζας» έκανε λόγο η δικαστική κρίση, στην οποία επισημαίνεται ότι «προσέβαλαν την προσωπικότητα του ενάγοντος και προκάλεσαν σε αυτόν ηθική βλάβη λόγω της ψυχικής πίεσης και του εκνευρισμού που βίωσε ακόμη και μετά την αποστολή εξωδίκου, με το οποίο δήλωνε στην τράπεζα ότι δεν συναινεί για κανένα λόγο να διαβιβάζει η τελευταία τα προσωπικά του στοιχεία και δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών και των οφειλών του, σε οποιονδήποτε τρίτο ιδιώτη».
Κατά το δικαστήριο, οι εισπρακτικές εταιρίες προέβησαν στην επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του δανειολήπτη δια των υπαλλήλων τους, «χωρίς να έχει ενημερωθεί ο τελευταίος ούτε κατά το αρχικό στάδιο σύναψης της δανειακής σύμβασης και συλλογής των δεδομένων αυτών προς τις ανωτέρω εταιρίες για τα στοιχεία των εταιριών (επωνυμία, διεύθυνση, ταυτότητα εκπροσώπων τους, το όνομα του υπεύθυνου επεξεργασίας) και για το σκοπό επεξεργασίας των δεδομένων του από τις εταιρίες αυτές».
Παράλληλα, για πρώτη φορά γίνεται ρητή αναφορά στην πρόσφατη με αριθ. 98/2017 σύσταση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, που αναφέρει ότι η ενημέρωση του οφειλέτη πρέπει να είναι εξατομικευμένη με συγκεκριμένη αναφορά στο όνομα της εταιρίας ενημέρωσης οφειλετών και έγκαιρη. Δηλαδή, ο οφειλέτης να ενημερώνεται περίπου 15 ημέρες νωρίτερα, ώστε να έχει ικανό χρόνο να ασκήσει τα δικαιώματά του, τα οποία, σε κάθε περίπτωση, πρέπει επίσης να του αναφέρονται και γνωστοποιούνται».