Ο Ντόναλντ Τραμπ διέκοψε απότομα τη συνέντευξη Τύπου που παραχωρούσε χθες Δευτέρα, μετά τα μεσάνυχτα σήμερα Τρίτη ώρα Ελλάδας, και ο Λευκός Οίκος τέθηκε για λίγη ώρα υπό περιορισμό, προτού ο αμερικανός πρόεδρος εξηγήσει στους διαπιστευμένους δημοσιογράφους μερικά λεπτά αργότερα ότι στελέχη της Μυστικής Υπηρεσίας, η οποία είναι αρμόδια για την προστασία του αρχηγού του κράτους, πυροβόλησαν ύποπτο «στο εξωτερικό του Λευκού Οίκου».
Στελέχη της Μυστικής Υπηρεσίας «πυροβόλησαν κάποιον», είπε ο μεγιστάνας αφού επέστρεψε στο βήμα. «Ο ύποπτος βρίσκεται καθ’ οδόν προς νοσοκομείο» της Ουάσινγκτον φρουρούμενος, διευκρίνισε.
Ερωτηθείς εάν ο ύποπτος για τον οποίο έκανε λόγο ήταν οπλισμένος, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος απάντησε «εξ όσων αντιλαμβάνομαι, ναι».
Το συμβάν «σημειώθηκε στο εξωτερικό» της περιμέτρου του Λευκού Οίκου, σημείωσε. Το συμβάν «μπορεί να μην έχει καμία σχέση με μένα».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε μόλις αρχίσει να παραχωρεί τη συνέντευξη Τύπου που δίνει σχεδόν καθημερινά όταν πράκτορας της ασφάλειάς του τον πλησίασε. «Συγγνώμη;» ρώτησε ο Τραμπ όταν τον διέκοψε, προτού να αποχωρήσει ήρεμα από την αίθουσα όταν ο πράκτορας τον ενημέρωσε διακριτικά, ακολουθούμενος από την ομάδα του υπό τη φρούρηση της Μυστικής Υπηρεσίας.
Ερωτηθείς εάν «ταράχτηκε», ο Τραμπ απάντησε «ο κόσμος ήταν πάντοτε επικίνδυνο μέρος. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο».
«Αισθάνομαι ασφαλής με τη Μυστική Υπηρεσία. Είναι φανταστική, οι καλύτεροι των καλύτερων», διαβεβαίωσε ο αρχηγός του αμερικανικού κράτους αναφερόμενος στο σώμα που είναι αρμόδιο για την φύλαξη του προέδρου και άλλων κορυφαίων πολιτικών προσωπικοτήτων των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ ξανάρχισε κατόπιν τη συνέντευξη Τύπου, που είναι αφιερωμένη κυρίως στα οικονομικά μέτρα που εξήγγειλε για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού.
Εξετάζει να απαγορευθεί η είσοδος σε πολίτες αν έχουν προσβληθεί από τον κορωνοϊό
Η κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ μελετά το ενδεχόμενο να απαγορεύεται σε πολίτες και μόνιμους κατοίκους των ΗΠΑ ο επαναπατρισμός τους εάν υπάρχουν «εύλογες» υποψίες πως έχουν προσβληθεί από τον SARS-CoV-2, δήλωσε ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς.
Κατά τον αξιωματούχο, έχει καταρτιστεί ήδη σχέδιο, που πάντως δεν έχει οριστικοποιηθεί και ενδέχεται να αλλάξει, ώστε η κυβέρνηση να αποκτήσει τη δυνατότητα να απαγορεύει την είσοδο σε πρόσωπα που υπάρχουν «εύλογες υποψίες» πως έχουν προσβληθεί από τον κορωνοϊό ή φέρουν άλλες μολυσματικές ασθένειες.
Ο Τραμπ επέβαλε σειρά μέτρων με την οποία περιορίστηκε η μετανάστευση αφότου η πανδημία άρχισε να εξαπλώνεται, ενώ επέτρεψε στην αστυνομία συνόρων να απελαύνει ουσιαστικά αμέσως παράτυπους μετανάστες που συλλαμβάνονται στα σύνορα, χωρίς την τήρηση των συνηθισμένων νομικών διαδικασιών.
Το Ρόιτερς μετέδωσε τον Μάιο πως η κυβέρνηση Τραμπ φοβόταν πως πολίτες με διπλή υπηκοότητα, αμερικανική και μεξικανική, μπορεί να μετακινηθούν μαζικά προς τις ΗΠΑ αν η επιδημιολογική κατάσταση στο Μεξικό χειροτερέψει, κλιμακώνοντας ακόμη περισσότερο την πίεση για τα αμερικανικά νοσοκομεία.
Το σχέδιο για την επιβολή του μέτρου, την ύπαρξη του οποίου αποκάλυψε η εφημερίδα The New York Times χθες, προβλέπει πως θα το ανακοινώσουν τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), σύμφωνα με τον αξιωματούχο που μίλησε στο Ρόιτερς.
Η task force του Τραμπ για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού δεν αναμένεται να προχωρήσει σε κάποια κίνηση εντός της εβδομάδας, πρόσθεσε η ίδια πηγή.
Οι ΗΠΑ είναι η χώρα που υφίσταται μακράν το βαρύτερο πλήγμα στον κόσμο από την πανδημία του κορωνοϊού καθώς έχουν καταγράψει τουλάχιστον 163.160 νεκρούς εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 5,11 εκατομμυρίων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2, κατά την καταμέτρηση του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς.
Ο Όμαρ Τζαντουάτ, στέλεχος της οργάνωσης υπεράσπισης των πολιτικών ελευθεριών ACLU ειδικευμένο στα ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα των μεταναστών, έκρινε ότι η απαγόρευση σε πολίτες των ΗΠΑ να εισέρχονται στην πατρίδα τους θα αποτελούσε αντισυνταγματικό μέτρο και «άλλο ένα βαρύ σφάλμα» της κυβέρνησης μέσα σε μια χρονιά «που είδαμε ήδη παρά πολλά».
Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters