Τρύπα του όζοντος, πέντε φορές στο μέγεθος της Γερμανίας και παρόμοια με αυτήν της Ανταρκτικής, εντόπισαν επιστήμονες πάνω από την Αρκτική.
Τρύπα του όζοντος, πέντε φορές στο μέγεθος της Γερμανίας και παρόμοια με αυτήν της Ανταρκτικής, εντόπισαν επιστήμονες πάνω από την Αρκτική. Όπως λένε, θα χρειαστούν χρόνια μελέτης για να δώσουν μια λογική εξήγηση, ωστόσο αιτία φαίνεται να είναι το παρατεταμένο ψύχος που επικράτησε τους προηγούμενους μήνες.
«Από τον Δεκέμβριο έως και τον Απρίλιο, έκανε διαρκώς κρύο, κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ ξανά στην Αρκτική» εξηγεί η Μισέλ Σαντέ από το Jet Propulsion Laboratory (JPL) της NASA. Παρότι κάθε χειμώνα παρατηρείται μια μικρή φθορά στο στρώμα του όζοντος, συνήθως αποκαθίσταται. Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Όπως λέει ο Νιλ Χάρις από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, λαμβάνοντας τις μετρήσεις και τα δεδομένα, ο ίδιος και οι συνάδελφοί του άρχισαν να συζητούν εάν η απώλεια όζοντος είναι συγκρίσιμη με αυτήν στην Ανταρκτική. «Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που συζητάμε κάτι τέτοιο» επισημαίνει.
Το 2011, σε απόσταση 18 με 20 χιλιομέτρων από την επιφάνεια της Γης, το 80% του στρώματος όζοντος στην Αρκτική καταστράφηκε: η απώλεια είναι διπλάσια σε σχέση με το 1996 και το 2005, δηλαδή τις δύο πιο πρόσφατες χρονιές με παρατεταμένους χειμώνες. Η τρύπα ήταν εξίσου μεγάλη με αυτήν στην Ανταρκτική, τη δεκαετία του 1980.
«Η διαφορά σε σχέση με προηγούμενους χειμώνες είναι ότι οι θερμοκρασίες ήταν τόσο χαμηλές, που είχαν ως αποτέλεσμα η παραγωγή του χλωρίου που καταστρέφει το όζον να συνεχιστεί για πολύ μεγαλύτερο διάστημα» λέει η Γκλόρια Μάνεϊ από το JPL, διευκρινίζοντας ότι ο φετινός χειμώνας διήρκεσε περίπου 30 ημέρες περισσότερο από τον ετήσιο μέσο όρο. «Αυτό μας δείχνει ότι, εάν οι χειμερινές θερμοκρασίες της στρατόσφαιρας στην Αρκτική πέσουν έστω και ελάχιστα στο μέλλον – για παράδειγμα ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής- τότε θα έχουμε σοβαρή απώλεια όζοντος πολύ συχνότερα».
Όπως και στην Ανταρκτική, η τρύπα του όζοντος στην Αρκτική επέτρεψε να περάσει περισσότερη υπεριώδης ακτινοβολία, ειδικότερα σε Ευρώπη, Ρωσία και Βόρειο Καναδά. Οι επιστήμονες είναι καθησυχαστικοί. Λένε ότι κάτι τέτοιο μάλλον δεν έβλαψε σοβαρά κανέναν. Όπως εξηγεί ο Μπρους Άντερσον από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, «περιστασιακά επεισόδια φθοράς του όζοντος, όπως αυτό, επιτείνουν ελάχιστα τον υφέρποντα κίνδυνο εμφάνισης στον πληθυσμό καρκίνου που συνδέεται με την υπεριώδη ακτινοβολία».