Η Μορίν Ο’ Χάρα, η κοκκινομάλλα ιρλανδοαμερικανίδα ηθοποιός γνωστή για τις ερμηνείες της σε ρόλους δυναμικών γυναικών σε κλασικές ταινίες όπως “Η Κοιλάδα της Κατάρας” και “Το Θαύμα της 34ης Οδου”, καθώς και για τη χημεία της στην κινηματογραφική οθόνη με τον Τζον Γουέιν, απεβίωσε από φυσικά αίτια σε ηλικία 95 ετών, ανακοίνωσε ο μάνατζέρ της.
Η Μορίν Ο’ Χάρα άφησε γαλήνια την τελευταία της πνοή στην κατοικία της στο Μπόιζι του Άινταχο έχοντας γύρω της μέλη της οικογένειάς της και ακούγοντας “την αγαπημένη της μουσική” από την ταινία του 1952 “Ο Ήσυχος Άνθρωπος”, είπε ο Τζόνι Νικολέτι, ο μάνατζέρ της ο οποίος συνυπογράφει επίσης τα απομνημονεύματά της με τίτλο “Tis Herself”.
Η Ο’ Χάρα ήταν μια από τις κορυφαίες πρωταγωνίστριες του Χόλιγουντ των δεκαετιών του 1940 και του 1950 και από τις ηθοποιούς που προτιμούσε ο θρυλικός σκηνοθέτης Τζον Φορντ.
Πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 50 ταινίες διαφόρων ειδών — δράματα, περιπέτειες, γουέστερν, κωμωδίες και ταινίες για όλη την οικογένεια.
Η Ο’ Χάρα μετέφερε στους ρόλους της το δυναμικό ταμπεραμέντο της, την κοφτερή γλώσσα και την ισχυρογνωμοσύνη της. Με τα κόκκινα μαλλιά και τα πράσινα μάτια της, την αποκαλούσαν “Βασίλισσα του Technicolor”.
Πρωταγωνίστησε δίπλα σε κορυφαίους παρτενέρ όπως οι Τζον Γουέιν, Τζίμι Στιούαρτ, Χένρι Φόντα, Τάιρον Πάουερ και Ντάγκλας Φαίρμπανκς Τζούνιορ. Ο Γουέιν έλεγε γι’ αυτήν πως ήταν “ο καλύτερος τύπος που γνώρισα ποτέ”.
Παρά το γεγονός ότι ήταν επί δεκαετίες μια από τις πιο αναγνωρίσιμες πρωταγωνίστριες του αμερικανικού κινηματογράφου και είχε προσφέρει πολυάριθμες αξιομνημόνευτες ερμηνείες, δεν ήταν ποτέ υποψήφια για Όσκαρ.
Ωστόσο το 2014 τιμήθηκε με ένα Όσκαρ για το σύνολο της καριέρας της και έδειξε πως στην ηλικία των 94 ετών διατηρούσε το δυναμικό ταμπεραμέντο της, διαμαρτυρόμενη όταν έκοψαν την ομιλία που εκφωνούσε και την απομάκρυναν από τη σκηνή πανω στην αναπηρική καρέκλα της.
Ο πρώτος ρόλος με τον οποίο έγινε γνωστή ήταν το 1939, όταν υποδύθηκε την τσιγγάνα Εσμεράλντα δίπλα στον Τσαρλς Λότον στον ρόλο του Κουασιμόδου στην ταινία “Η Παναγία των Παρισίων”.
Αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο μετά το γουέστερν του 1971 “Μονομαχία στη Δύση” (Big Jake) με τον Γουέιν και την τηλεταινία του 1973 “The Red Pony” με τον Φόντα, αλλά επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη το 1991 για να υποδυθεί τη δεσποτική μητέρα του Τζον Κάντι στην ταινία “Ποτέ χωρίς τη μαμά” (Only the Lonely).
Γεννήθηκε το 1920 κοντά στο Δουβλίνο ως Μωρήν Φιτζσίμονς. Το 1939 επελέγη στο καστ της ταινίας του Άλφρεντ Χίτσκοκ “Η Ταβέρνα της Τζαμάικα” (Jamaica Inn). Ο συμπρωταγωνιστής της ταινίας Τσαρλς Λότον εντυπωσιάσθηκε τόσο ώστε την πήρε στις ΗΠΑ και της έδωσε έναν μεγάλο ρόλο στην “Παναγία των Παρισίων”. Της άλλαξε επίσης το όνομα.
“Είπε ότι κανείς δεν θα το έπιανε ποτέ σωστά, έτσι θα αλλάξουμε το όνομά σου σε Ο’ Χάρα ή Ο’ Μάρα. Είπα, ‘Μου αρέσει το Μωρήν Φιτζσίμονς και θέλω να το κρατήσω’ και εκείνος είπε, ‘Πολύ καλά, είσαι η Μορίν Ο’ Χάρα'”, αφηγήθηκε στην Guardian του Λονδίνου.
Το 1991, όταν της ζητήθηκε να κατονομάσει τους δύο καλύτερους συμπρωταγωνιστές της, είπε στους Los Angeles Times: “Γιατί πρέπει να το κάνετε τόσο δύσκολο; Αν με ρωτούσατε για έναν, θα έλεγα Τζον Γουέιν. Αλλά δύο — δεν μπορώ να διαλέξω– Χένρι Φόντα; Μπράιαν Κιθ; Τζίμι Στιούαρτ; … Ήταν όλοι θαυμάσιοι ηθοποιοί, τζέντλεμεν, έξυπνοι, σέβονταν τον άλλον — θαυμάσιοι άνθρωποι. Ήταν σκληροί και δυνατοί. Ήμουν κι εγώ σκληρή και δυνατή”.
Παντρεύτηκε τρεις φορές. Ο τρίτος σύζυγός της ήταν ο αεροπόρος Τσαρλς Μπλερ, τον οποίο παντρεύτηκε το 1968. Όταν ο Μπλερ σκοτώθηκε σε αεροπορική συντριβή το 1978, πήρε τη θέση του, επικεφαλής μιας αεροπορικής εταιρείας της Καραϊβικής. Ήταν η πρώτη γυναίκα στην ιστορία των ΗΠΑ που διηύθυνε μια αεροπορική εταιρεία.