Με τίτλο «Ανεπαρκείς κρίνονται οι θυσίες που ζητά από τους ιδιώτες πιστωτές η συμφωνία της 21ης Ιουλίου» και με φωτογραφία από τη συνάντηση Παπανδρέου-Σαρκοζί τυπώθηκε η εφημερίδα Le Monde στο φύλλο της Κυριακής.
Με τίτλο «Ανεπαρκείς κρίνονται οι θυσίες που ζητά από τους ιδιώτες πιστωτές η συμφωνία της 21ης Ιουλίου» και με φωτογραφία από τη συνάντηση Παπανδρέου-Σαρκοζί, η εφημερίδα Le Monde στο φύλλο της Κυριακής αναφέρεται στην ατζέντα των υπουργών Οικονομικών, που συναντώνται αύριο Δευτέρα στα πλαίσια του Eurogroup. Το βασικό θέμα συζήτησης θα είναι «η αναδιάταξη του σχεδίου βοήθειας για την Ελλάδα, ενώ ακόμη δεν έχει υιοθετηθεί από όλα τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια».
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, θα συζητηθούν οι επιπρόσθετες θυσίες που ενδεχομένως θα χρειασθεί να κάνουν οι ιδιώτες πιστωτές, διότι είναι δεδομένο ότι οι προσπάθειες που ζητά η συμφωνία της 21ης Ιουλίου από τις τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και άλλα επενδυτικά κεφάλαια, που κατέχουν ελληνικό χρέος, «δεν θα είναι αρκετές και η Αθήνα δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα».
Ως εκ τούτου, συζητείται μία αναμόρφωση της διαδικασίας μεταξύ πιστωτών και ευρωπαϊκών αρχών υπό την καθοδήγηση του ΙΙF (Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο), το οποίο συγκεντρώνει τα 400 μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στον κόσμο.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η επιτυχία της διαδικασίας, δηλαδή της ανταλλαγής ελληνικών ομολόγων βάσει των αποφάσεων της 21ης Ιουλίου και όπως έχει σχεδιαστεί από τις τράπεζες BNP Paribas, HSBC, Deutche Bank, βασιζόταν στη συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών κατά 90% και θα έπρεπε να γίνει ανταλλαγή 135 δισ. ευρώ του ελληνικού χρέους επί συνόλου 340 δισ. ευρώ.
Παρά τις αρχικές δυσκολίες, οι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδος σπεύδουν πλέον στην ουρά, καθώς τις τελευταίες δύο εβδομάδες τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων έχουν ανέβει στις αγορές και η πρόταση ανταλλαγής έχει γίνει «μάννα εξ ουρανού», αφού προσφέρει στις τράπεζες και στα άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που είχαν αγοράσει ελληνικό χρέος, «κούρεμα» της τάξης του 21%, ενώ οι αγορές τους επιβάλλουν ζημιές μεταξύ 40% και 50% για τους ίδιους τίτλους.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το ποσοστό συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα να εκτιμάται μεταξύ 80% και 85%.
Για την Ελλάδα, όμως, που προχωρά πολύ αργά στην αναδιάταξη της χρηματοπιστωτικής της κατάστασης, οι όροι της προσφοράς της 21 Ιουλίου μέρα με τη μέρα αναδεικνύονται όλο και λιγότερο αντιμετωπίσιμοι. Οι τράπεζες θα πρέπει να συγκατατεθούν σε μεγαλύτερες θυσίες.
Έτσι, εξετάζονται διάφορες εκδοχές, όπως:
- να συμπεριληφθούν στην ανταλλαγή οι τίτλοι που λήγουν μετά το 2020, κάτι που δεν ήταν στη Συμφωνία της 21ης Ιουλίου. Μια πρόταση που θα ενέπλεκε περισσότερες γερμανικές τράπεζες, κύριους κάτοχους μακροπρόθεσμων τίτλων ελληνικού χρέους,
- να τροποποιηθούν οι όροι ανταλλαγής, ώστε να υπάρξει «κούρεμα» της τάξης του 50% και όχι 21%. Η ιδέα προωθείται κυρίως από τη Γερμανία και τις σύμμαχες χώρες Ολλανδία, Αυστρία και Φινλανδία.
Σε αυτό το στάδιο, η Γαλλία αρνείται, μαζί με την Επιτροπή και άλλα κράτη, περαιτέρω «κούρεμα». Δεν είναι χρήσιμο να αναθεωρήσουμε τη Συμφωνία της 21ης Ιουλίου, λένε από τη γαλλική πλευρά στις Βρυξέλλες.
Πράγματι, οι γαλλικές τράπεζες έχουν προβλέψει στους ισολογισμούς τους ζημιές 21% στα ελληνικά ομόλογα και δεν επιθυμούν να προχωρήσουν και να τρομοκρατήσουν κι άλλο τις αγορές, που ήταν αμείλικτες απέναντί τους τις τελευταίες εβδομάδες.
Το Παρίσι θα προτιμούσε να κάνει χρήση μίας άλλης φόρμουλας που προβλέπει η Συμφωνία της 21ης Ιουλίου και η οποία θα έβλεπε την Ελλάδα να χρηματοδοτείται από το EFSF, ώστε να επαναγοράσει το χρέος της.
Για τη Γερμανία, αυτή η εκδοχή ευνοεί υπερβολικά τους κερδοσκόπους, που έχουν επαναγοράσει σε ανύποπτο χρόνο μέσα στο καλοκαίρι σε χαμηλές τιμές υποτιμημένα ελληνικά ομόλογα, ελπίζοντας ότι θα ανεβεί η αξία τους.
Τα γαλλικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μολονότι συνεχίζουν να διαβεβαιώνουν ότι προτεραιότητά τους είναι η εφαρμογή της Συμφωνίας όπως έχει, αρχίζουν να τροποποιούν τη θέση τους.
Στη Societe Generale εξηγούν, άλλωστε, ότι η υποτίμηση που εφαρμόζουν ισοδυναμεί έκτοτε σε ένα κούρεμα 35% και όχι 21%, γιατί απλώς από την 21η Ιουλίου ορισμένα ελληνικά ομόλογα που κατείχε η τράπεζα έφθασαν στη λήξη τους και αυτό μηχανικά κατεβάζει την αξία των ελληνικών τίτλων.
Σημειώνεται ότι ο διευθύνων σύμβουλος της BNP Paribas, Μποντουέν Προτ είχε δηλώσει στο Radio Classique, στις 21 Σεπτεμβρίου, ότι «εάν θα χρειαζόταν να υπάρξει πρόσθετη προσπάθεια από το σύνολο τω
ν ιδιωτών πιστωτών, από την πλευρά μας είμαστε έτοιμοι».
Οι συζητήσεις θα συνεχιστούν γιατί η διαδικασία ανταλλαγής, που προβλέφθηκε από τη Συμφωνία της 21ης Ιουλίου, «δεν θα μπορεί να ολοκληρωθεί όσο το σύνολο των ευρωπαϊκών κοινοβουλίων δεν έχουν επικυρώσει το σχέδιο βοηθείας που δίνει νέες αρμοδιότητες στο EFSF», καταλήγει η Le Monde.