Εξελίξεις που δεν επιβεβαιώνονται επίσημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα αποκάλυψε το Bloomberg.
Στη διάψευση του δημοσιεύματος του αμερικανικού μέσου, που ανέφερε πως ενδέχεται να επιστραφούν σταδιακά στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα, μέσα από συμφωνία ανταλλαγής, που ενδέχεται να συνάψουν το μουσείο της Ακρόπολης με το Βρετανικό Μουσείο, προχώρησαν πηγές από το υπουργείο Πολιτισμού.
Ειδικότερα, πηγές του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι δεν ισχύει το δημοσίευμα του Bloomberg ότι το Βρετανικό Μουσείο και το Μουσείο Ακρόπολης βρίσκονται κοντά σε συμφωνία που θα ανοίξει τον δρόμο για τη σταδιακή επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής ανταλλαγής.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η συμφωνία θα προβλέπει ένα μέρος των Γλυπτών να αποστέλλεται από το Βρετανικό Μουσείο στην Αθήνα εκ περιτροπής σταδιακά.
Σε αντάλλαγμα, το Μουσείο της Ακρόπολης θα μπορούσε να δανείζει άλλα αντικείμενα στο Βρετανικό Μουσείο ενώ η Βρετανία θα μπορούσε να πάρει και γύψινα αντίγραφα των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Τι ανέφερε το δημοσίευμα
Ως αντάλλαγμα της συμφωνίας, η οποία διαψεύστηκε από το υπουργείο, το Βρετανικό Μουσείο θα έπαιρνε άλλα αντικείμενα, τα οποία δεν έχουν διευκρινιστεί ακόμη. Παράλληλα, θα είχε το δικαίωμα να λάβει γύψινα αντίγραφα των γλυπτών του Παρθενώνα.
Οι πολύπλοκες συζητήσεις «πάγωσαν». Άξιο αναφοράς είναι ότι η συμφωνία θα έλυνε μια διαμάχη που ταλαιπωρεί τις αγγλοελληνικές σχέσεις από την ίδρυση της σύγχρονης Ελλάδας το 1832, και η οποία μάλιστα απειλούσε κάποια στιγμή να προσθέσει άλλο ένα επίπεδο στις ήδη περίπλοκες διαπραγματεύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου για το Brexit με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τα γλυπτά – γνωστά και ως Ελγίνεια Μάρμαρα – είναι μια συλλογή αρχαίων αντικειμένων που μεταφέρθηκαν από την Ακρόπολη στην Αθήνα στις αρχές του 19ου αιώνα από τον λόρδο Έλγιν, τον Βρετανό πρεσβευτή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο Έλγιν αφαίρεσε τα γλυπτά από τα ερείπια του Παρθενώνα υπό αμφιλεγόμενες συνθήκες και τα μετέφερε στη Βρετανία. Οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν εντείνει τις εκκλήσεις για την επιστροφή τους τις τελευταίες δεκαετίες, σε μια μακροχρόνια πολιτική και διπλωματική διαμάχη.