Τους ελλιπείς χειρισμούς των αρμόδιων και την κακή διαχείριση της πυρκαγιάς στο Μάτι περιγράφουν συγγενείς θυμάτων στους δικαστές του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας.
Ειδικότερα, μάρτυρας που έχασε τη μητέρα του κατέθεσε: «Εύχομαι κανείς να μη βιώσει αυτό που βιώσαμε. Να είσαι στο νεκροτομείο και να βιώνεις τη μυρωδιά της σαπίλας και του καμένου, για να ακούσουμε μετά ότι όλα έγιναν όπως έπρεπε. Εύχομαι ποτέ κανένας να μην το βιώσει αυτό, να μην ξέρεις αν στα επόμενα πέντε μέτρα θα καείς ή όχι» είπε ο κ. Κωνσταντάκης, ο οποίος στράφηκε σε βάρος της τότε κυβέρνησης, λέγοντας: «Ήρθαν και μου είπαν πάρε 2.000 ευρώ… Τι να τα κάνεις; Ο πρωθυπουργός της χώρας… Κάποια πράγματα δε θα τα συγχωρήσουμε ποτέ».
Περιγράφοντας τι συνέβη εκείνη την ημέρα, ο μάρτυρας κατέθεσε: «Άνοιξα την τηλεόραση. Βλέπω τη Μαραθώνος να καίγεται. Αναγνώρισα το σημείο, ήταν 50 μέτρα από το πατρικό μου σπίτι. Τρελάθηκα! Λέω “έχει περάσει στο Μάτι, καιγόμαστε”. Παίρνω τηλέφωνο την αδελφή μου, δεν το σήκωνε. Πήρα τηλέφωνο τη μητέρα μου και απάντησε ο γαμπρός μου. Του λέω “τι γίνεται, πού είστε;”. Μου λέει “είμαστε σε μια μικρή παραλία. Καλά είμαστε”. Άκουγα μέσα από το τηλέφωνο κραυγές και ίσως εκρήξεις. Άκουγα την αδελφή μου, δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ρώτησα για τα παιδιά και μου είπαν “έφυγαν σε άλλη κατεύθυνση”. Λέω “η μάνα μου πού είναι;”. Μου λέει “η μάνα σου δεν πρόλαβε…”» κατέθεσε ο μάρτυρας.
Ο ίδιος περιέγραψε τη διαδρομή που ακολούθησε η οικογένειά του εκείνο το απόγευμα για να ξεφύγουν από τη λύσσα της φωτιάς. «Ξεκίνησαν να φύγουν από το σπίτι όταν έπεσε το ρεύμα, γύρω στις 18:20. Κατάλαβαν ότι είναι άσχημα τα πράγματα. Μπήκαν στο αυτοκίνητο να φύγουν λόγω της μητέρας μου. Βγαίνοντας στην παραλιακή, θέλησαν να πάνε Νέα Μάκρη. Δυστυχώς, διοχέτευαν τα αυτοκίνητα μέσα στο Μάτι. Βγαίνοντας η αδελφή μου να πάει προς Νέα Μάκρη, έπεσαν σε μποτιλιάρισμα από αμάξια που παρατούσε ο κόσμος για να σωθεί από τη φωτιά. Η αδελφή μου τότε έκανε δεξιά. Χωρίστηκε η οικογένεια. Τα παιδιά πήγαν προς το λιμάνι και ο γαμπρός μου ακολούθησε την αδελφή μου και τη μητέρα μου. Έφτασαν στο ύψος της Περικλέους. Έβαλαν το αμάξι σε μια εσοχή απέναντι από μια από τις 14 διόδους του Ματιού που έχουν πρόσβαση στην παραλία».
Όπως περιέγραψε, εκείνη τη στιγμή άρχισαν να πέφτουν καύτρες και η κατάσταση δυσκόλεψε επικίνδυνα. «Περπάτησαν σε ένα κακοτράχαλο σημείο. Ενόψει του ότι κινούνται σε καπνό, προσπαθούσαν να μπουν σε κάποια από τις καθόδους για τις παραλίες. Σε κάποιο σημείο υπήρχε ένα πεύκο μεγάλο και η μητέρα μου σκόνταψε σε μια από τις ρίζες. Την ώρα που πήγαν να την βοηθήσουν η αδελφή μου και ο γαμπρός μου, η φωτιά χτύπησε τη μητέρα μου. Προσπάθησαν να τη βοηθήσουν, εκείνη είχε χάσει τις αισθήσεις της. Έκαναν 40 μέτρα μέτρα και βρήκαν μια κάθοδο σε παραλία και βρήκαν άλλα 20-30 άτομα. Σπασμένα πόδια, πλευρά, εγκαύματα και έμειναν εκεί μέχρι τις 12:30 το βράδυ χωρίς να ασχοληθεί κανείς».
Γνώριζαν για νεκρούς από νωρίς
Τη βεβαιότητά του ότι οι αρμόδιοι γνώριζαν από νωρίς ότι υπήρχαν νεκροί εξέφρασε ο μάρτυρας λέγοντας: «Στις 18:20 έφυγαν από το σπίτι και η μητέρα μου “έφυγε” 18:45 και ήδη υπήρχαν πολλοί νεκροί. Εγώ το έμαθα 19:10 ότι έχουμε νεκρό. Από τις πληροφορίες που έμαθα μετά, υπήρχαν και άλλοι, τουλάχιστον 10 νεκροί μέχρι τις 19:30. Η κατάσταση ήταν δυο λαλούν και τρεις χορεύουν. Ήξεραν ότι υπήρχαν νεκροί».
Απόλυτος εμφανίστηκε και στο ότι δεν υπήρχε πτητικό μέσο για να ανακόψει τη φωτιά στο Νταού Πεντέλης. «Είμαι πεπεισμένος ότι η φωτιά της Κινέτας που έκαιγε από το πρωί έχει επηρεάσει και τους ανέμους. Όταν ξεκίνησε στην Πεντέλη, ήταν αρκετά δύσκολη η κατάσταση και δεν ήρθε ένα πτητικό μέσο να ανακόψει».