Το Β’ Τμήμα του Αρείου Πάγου αναίρεσε εφετειακή απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί αγωγή εργαζόμενης που ζητούσε να ακυρωθεί ως καταχρηστική και παράνομη η απόλυσή της.
Το Β’ Τμήμα του Αρείου Πάγου αναίρεσε εφετειακή απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί αγωγή εργαζόμενης που ζητούσε να ακυρωθεί ως καταχρηστική και παράνομη η απόλυσή της.
Η υπόθεση σχετίζεται με την απόλυσή της από την επιχείρηση στην οποία παρείχε τις υπηρεσίες της, επειδή ο διευθυντής της είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για εκείνη με υπερβολικά «φιλικό» τρόπο, χωρίς όμως να φτάνει το ενδιαφέρον αυτό σε σεξουαλική παρενόχληση.
Ειδικότερα, η εργαζομένη υποστήριξε στην αγωγή της ότι η απόλυσή της είναι καταχρηστική γιατί έγινε από εμπάθεια των αρμοδίων οργάνων της εργοδότριας επιχείρησης.
Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι ο νέος διευθυντής προσωπικού εκδήλωσε ενδιαφέρον για εκείνη με υπερβολικά «φιλικό» τρόπο και με πολύ κολακευτικά σχόλια για την εμφάνισή της. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε για ορισμένους μήνες και η εργαζόμενη είπε στον διευθυντή της ότι την ενδιαφέρουν μόνο η οικογένεια και η εργασία της. Όμως έκτοτε ο διευθυντής την αντιμετώπιζε με εχθρική στάση.
Η εργαζόμενη διαμαρτυρήθηκε στην εργοδοσία για την κατάσταση αυτή και έγιναν συστάσεις στον διευθυντή προσωπικού, ο οποίος και σταμάτησε τις ενοχλήσεις, αλλά μόλις άλλαξε η πλειοψηφία στην διοίκηση της επιχείρησης εκείνος, σύμφωνα πάντα με την αγωγή, εισηγήθηκε και πέτυχε την απόλυσή της.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια. Έτσι, το Εφετείο δέχθηκε ότι ακόμα και αν υποτεθεί ότι είναι αληθή όσα υποστηρίζει στην αγωγή η απολυθείσα, δεν υπάρχει εμφανής και δικαιολογημένη αιτία για την καταγγελία της σύμβασης.
Εξάλλου, υπογραμμίζει το Εφετείο δεν υπάρχει ισχυρισμός της απολυθείσας ότι δέχθηκε σεξουαλική παρενόχληση. Κατόπιν αυτών το Εφετείο κατέληξε στην κρίση ότι δεν προκύπτει ότι η καταγγελία της εργαζόμενης ήταν καταχρηστική.
Αντίθετα το Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου αναίρεσε την εφετειακή απόφαση κρίνοντας ότι η ακυρότητα της καταγγελίας της εργαζόμενης ως καταχρηστική μπορούσε να θεμελιωθεί σε εμπάθεια και έχθρα του διευθυντικού στελέχους της εταιρείας και δεν απαιτείτο να αναζητήσει το Εφετείο περισσότερα στοιχεία όπως είναι εκείνο της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Τελικά, οι αρεοπαγίτες παρέπεμψαν την υπόθεση και πάλι στο Εφετείο για νέα κρίση.