Οι Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ αναδείχθηκαν νικητές των πρόωρων βουλευτικών εκλογών, στην Ισπανία, αλλά χωρίς να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο, όπου η πολιτική ισχύς θα είναι κατακερματισμένη.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) θα διαθέτει τις περισσότερες έδρες, ενώ το ακροδεξιό κόμμα Vox μπαίνει στη Βουλή – είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο μετά το τέλος της φρανκικής δικτατορίας, πριν από σαράντα χρόνια.
«Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κέρδισε τις εκλογές», διατράνωσε ο Σάντσεθ απευθυνόμενος σε υποστηρικτές του, «το μέλλον νίκησε και το παρελθόν ηττήθηκε. Ο ισπανικός λαός έστειλε με την ψήφο του το μήνυμα: δεν θέλουμε οπισθοδρόμηση, δεν θέλουμε την αντίδραση, θέλουμε μια χώρα που προχωράει μπροστά, που κοιτάει προς το μέλλον».
Με το 99,98% των ψήφων καταμετρημένο, το κυβερνών κόμμα συγκεντρώνει 28,68% και εξασφαλίζει 123 από τις 350 έδρες της Βουλής, σύμφωνα με την εφημερίδα El País.
Το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (PP) έρχεται δεύτερο με το 16,70% των ψήφων και 66 έδρες, το φιλελεύθερο κόμμα Πολίτες είναι τρίτο με 15,86% και 57 έδρες, ενώ το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς Podemos συγκεντρώνει 14,31% των ψήφων και βλέπει τον αριθμό των εδρών του να συρρικνώνεται στις 42.
Το ακροδεξιό κόμμα Vox μπαίνει στο εθνικό κοινοβούλιο για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, αφού έλαβε 10,26% των ψήφων (από 0,2% το 2016) και θα καταλάβει 24 έδρες. Είναι η πρώτη φορά εδώ και τέσσερις δεκαετίες που η ακροδεξιά θα καταλάβει έδρες στη Βουλή της Μαδρίτης και ο ηγέτης της, Σαντιάγο Αμπασκάλ, διεμήνυσε ότι «αυτό είναι μόνο η αρχή».
Η συμμετοχή υπολογίστηκε από το υπουργείο Εσωτερικών ότι ανήλθε στο 75,78%, ήτοι ήταν κατά περίπου 9,5% υψηλότερη από ό,τι το 2016, παρότι επρόκειτο για την τρίτη εκλογική αναμέτρηση που διεξήχθη στην Ισπανία μέσα σε λιγότερα από τέσσερα χρόνια.
Η ισπανική πολιτική ηγεσία έχει έναν μακρύ κατάλογο προβλημάτων προς επίλυση μπροστά της, από την κρίση στην Καταλονία, την επιβράδυνση της οικονομίας ως την επίμονα υψηλή ανεργία.
Ο Σάντσεθ, που ανέλαβε την εξουσία τον Ιούνιο, αφού ανέτρεψε τον συντηρητικό Μαριάνο Ραχόι υποβάλλοντας πρόταση μομφής, θα χρειαστεί να σχηματίσει μια άβολη συμμαχία για να παραμείνει πρωθυπουργός.
Πιθανά σενάρια:
Σοσιαλιστικό Κόμμα (123 έδρες): Εξασφαλίζοντας 123 έδρες από 85 στις προηγούμενες εκλογές του 2016, το PSOE κατήγαγε καθαρή νίκη, την πρώτη του από το 2008. Όμως ο Πέδρο Σάντσεθ, απέχει ακόμα πολύ από την πλειοψηφία των 176 εδρών. Καλείται συνεπώς να αρχίσει εντατικές διαπραγματεύσεις για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εδρών. Αν και μπορεί να υπολογίζει στη ριζοσπαστική αριστερά, το Podemos, θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσει την υποστήριξη διαφόρων περιφερειακών κομμάτων, όπως το PNV (Bάσκοι εθνικιστές, 6 έδρες).
Το μείζον ερώτημα είναι ποιος θα είναι ο ρόλος των Kαταλανών αυτονομιστών οι οποίοι, όπως το Ποδέμος και το PNV, συνέβαλαν ο Σάντσεθ να ανέλθει στην εξουσία, υπερψηφίζοντας την πρόταση μομφής εναντίον του Ραχόι. Τα κόμματα αυτά κέρδισαν έδαφος και θα καταλάβουν 22 έδρες (15 η Ρεπουμπλικανική Αριστερά της Καταλονίας [ERC], πιο μετριοπαθής, 7 η παράταξη Μαζί για την Καταλονία του πρώην προέδρου της επαρχίας Κάρλος Πουτζντεμόν).
Η στήριξή τους είναι απαραίτητη στον Σάντσεθ για να φθάσει το όριο των 176 εδρών στο κοινοβούλιο, αλλά ο πρωθυπουργός ενδέχεται να προτιμήσει να μη ζητήσει την ένταξή τους στην κυβερνητική συμμαχία, αλλά να σχηματίσει κυβέρνηση με κοινοβουλευτική μειοψηφία, που θα βασίζεται στην αποχή των Καταλανών.
Πολίτες (57 έδρες): Το φιλελεύθερο κόμμα του Άλμπερτ Ριβέρα, που τάσσεται ρητά εναντίον των αποσχιστικών τάσεων, ουδέποτε είχε τόσους βουλευτές (32 το 2016) μετά την δυναμική είσοδό του στο κοινοβούλιο, που σήμανε το τέλος του δικομματισμού όπως τον γνώριζε η Ισπανία. Το να σχηματιστεί κυβέρνηση των Σοσιαλιστών και των Πολιτών είναι μια πιθανότητα, τουλάχιστον μαθηματικά. Τα δύο κόμματα το είχαν αποπειραθεί, χωρίς επιτυχία, το 2016, όταν πρωθυπουργός θα γινόταν στη θεωρία ο Σάντσεθ.
Μολονότι ο επικεφαλής της κυβέρνησης αρνείται να αποκλείσει ξεκάθαρα αυτή την υπόθεση εργασίας -παρότι εναντιώνονται σε αυτό το σενάριο οι υποστηρικτές του- ο Ριβέρα καθ’ όλη την προεκλογική εκστρατεία απαιτούσε να «εκδιωχθεί» ο Σάντσεθ από την εξουσία διότι «συνθηκολόγησε με τους αυτονομιστές».
Ο Ριβέρα δεν δίστασε να συμμαχήσει με το Λαϊκό Κόμμα (PP, δεξιά) και με το Vox (άκρα δεξιά) στην προσπάθειά του να αποσπάσει από τους Σοσιαλιστές οχυρά τους. Πολλοί πάντως αναμένουν ότι θα υπάρξει τουλάχιστον μια μερίδα των Ciudadanos που θα ταχθεί υπέρ της συμμαχίας με το PSOE.
Λαϊκό Κόμμα (66 έδρες): Δέκα μήνες μετά την αποπομπή του Ραχόι, που υπέστη βαρύ πλήγμα από την καταδίκη του PP στη δίκη για ένα τεράστιο σκάνδαλο διαφθοράς, το συντηρητικό κόμμα υπέστη μια από τις χειρότερες εκλογικές του ήττες, με τον νεαρό Πάμπλο Κασάδο (38 ετών) στα ηνία. Η υπόθεση εργασίας που βασιζόταν στην εξασφάλιση πλειοψηφίας από τα PP – Ciudadanos – Vox δεν έγινε πραγματικότητα, αν και θεωρείτο πιθανή κατά τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών. Ο Κασάδο, που έκανε στροφή στη δεξιά, είδε μεγάλο μέρος της εκλογικής βάσης του PP να διαρρέει στους Πολίτες και στο Vox.
Vox (24 έδρες): Το υπερεθνικιστικό, ακροδεξιό κόμμα κάνει την είσοδό του στην ισπανική εθνική αντιπροσωπεία, αφού συγκέντρωσε το 10,26% των ψήφων, από 0,2% το 2016. Η Ισπανία μέχρι χθες ήταν μια από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες όπου η άκρα δεξιά ήταν απούσα από το πολιτικό τοπίο.
Κέρδισε ψήφους χάρη στην άκρως τοξική ρητορική του έναντι των καταλανών αυτονομιστών, αλλά δεν έκανε την έκπληξη όπως ήλπιζε μετατρεπόμενο στον διαμορφωτή των πολιτικών ισορροπιών σε μια κυβέρνηση δεξιάς – κεντροδεξιάς – άκρας δεξιάς. Παρ’ όλ’ αυτά, ο δεύτερος τη τάξει στο Vox, Χαβιέρ Ορτέγα Σμιθ διεμήνυσε στην κεντροαριστερά και στην αριστερά ότι «το πάρτι τέλειωσε».
Podemos (42 έδρες): Αφού συνέβαλε να μπει τέλος στον δικομματισμό το 2015 μαζί με τους Πολίτες, το κόμμα της ισπανικής ριζοσπαστικής αριστεράς, που μαστίζεται από εσωτερικές διαιρέσεις, έχασε σημαντικό μέρος της δύναμης του (67 έδρες το 2016). Αλλά το κόμμα που αποτελεί τον πολιτικό κληρονόμο του κινήματος των Αγανακτισμένων αναμένεται να εξαργυρώσει την υποστήριξή του στον Πέδρο Σάντσεθ συμμετέχοντας για πρώτη φορά στην κυβέρνηση.