Μη ικανοποιητική κρίνει την εφαρμογή του μηχανισμού μετεγκατάστασης από τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. έκθεση της Κομισιόν, τονίζοντας ότι η επιτάχυνση της διαδικασίας είναι δυνατή αλλά εξαρτάται από την πολιτική βούληση που μέχρι στιγμής αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα επιβράδυνσης της διαδικασίας.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως «ο ρυθμός των μεταφορών δεν είναι ικανοποιητικός δεδομένου ότι μόνο 937 αιτούντες άσυλο έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα και την Ιταλία μέχρι τις 15 Μαρτίου».
Σύμφωνα με την έκθεση, κατά τις πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου, 287 άτομα μετεγκαταστάθηκαν ταχέως (συμπεριλαμβανομένων 241 από την Ελλάδα), κάτι που δείχνει ότι η μετεγκατάσταση μπορεί να γίνει ταχύτερα εάν τα κράτη-μέλη δεσμευθούν πραγματικά.
Η Επιτροπή απαιτεί από τα κράτη-μέλη «επειγόντως αποφασιστική δράση» προκειμένου να επιταχυνθεί ο ρυθμός των μετεγκατάστασεων, ενώ αναφέρει πως επί του παρόντος, ο συνολικός αριθμός των προσώπων που πρόκειται να μετεγκατασταθούν υπερβαίνει τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη-μέλη.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την Επιτροπή, θα πρέπει να πραγματοποιούνται τουλάχιστον 5.600 μετεγκαταστάσεις ανά μήνα, πράγμα που συνεπάγεται διαδικασία μετεγκατάστασης μέγιστη διάρκειας δύο εβδομάδων. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η Επιτροπή ζητά να έχουν ολοκληρωθεί τουλάχιστον 6.000 μετεγκαταστάσεις έως την επόμενη μηνιαία έκθεση. Λόγω της επείγουσας κατάστασης στην περιοχή, στη συνέχεια ζητά να επιταχυνθεί ο ρυθμός, ούτως ώστε έως την τρίτη μηνιαία έκθεση τον Μάιο να έχουν ολοκληρωθεί τουλάχιστον 20.000 μετεγκαταστάσεις.
Αλληλεγγύη ζητεί ο Δ. Αβραμόπουλος
«Με την ανθρωπιστική κατάσταση στην Ελλάδα να καθίσταται καθημερινά ολοένα και σοβαρότερη, τα κράτη-μέλη πρέπει να τηρήσουν επειγόντως τις δεσμεύσεις τους και να αποτρέψουν την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα», δήλωσε ο επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας Δημήτρης Αβραμόπουλος.
Επισημαίνει πως «πρέπει να αυξηθούν σημαντικά οι μετεγκαταστάσεις κατά τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες» και καλώντας τα κράτη-μέλη «να ανοίξουν εναλλακτικές οδούς ασφαλείς και νόμιμες προς την Ευρώπη για τα άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας».
«Τα κράτη-μέλη πρέπει να επιδείξουν αλληλεγγύη προς τις τρίτες χώρες που πλήττονται από την προσφυγική κρίση, συμβάλλοντας στην αύξηση των προσπαθειών που καταβάλλει η ΕΕ για την επανεγκατάσταση», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά το σχήμα επανεγκατάστασης προσφύγων στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη από τρίτες χώρες, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει πως με βάση τις πληροφορίες που έχουν ληφθεί από τα κράτη-μέλη της ΕΕ και τα συνδεδεμένα κράτη του συστήματος του Δουβλίνου, 4.555 εκτοπισμένα άτομα τα οποία χρήζουν προστασίας επανεγκαταστάθηκαν μέχρι τις 15 Μαρτίου σε 11 χώρες.
Οι περισσότερες από τις συμμετέχουσες χώρες έχουν επανεγκαταστήσει Σύρους που ήταν στην Ιορδανία, τον Λίβανο και την Τουρκία. Πέραν αυτού του πλαισίου, ορισμένες χώρες εφαρμόζουν επίσης χωριστά προγράμματα επανεγκατάστασης λόγω των προηγούμενων διεθνών δεσμεύσεών τους.
Τα κυριότερα προβλήματα
Τα κυριότερα προβλήματα που επισημαίνονται στην έκθεση της Επιτροπής συνδέονται με τις διαφορές στα κριτήρια επιλογής, στη διάρκεια των διαδικασιών, στα μέσα ένταξης ή στον αριθμό διαθεσίμων θέσεων μεταξύ των κρατών-μελών. Προβλήματα δημιουργούν επίσης η έλλειψη ικανότητας υποδοχής και οι καθυστερήσεις που προκαλούν οι άδειες εξόδου σε τρίτες χώρες.
Η Επιτροπή ζητεί να ενταθεί η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών μεταξύ των χωρών επανεγκατάστασης, ιδίως προς όφελος των χωρών που συμμετέχουν για πρώτη φορά στην επανεγκατάσταση, ενώ καλεί τα κράτη-μέλη να συνεχίσουν τις εργασίες σχετικά με το εθελοντικό ανθρωπιστικό πρόγραμμα εισδοχής Σύρων προσφύγων από κοινού με την Τουρκία, το οποίο προτάθηκε από την Επιτροπή στις 15 Δεκεμβρίου 2015.