Μια μελέτη που έγινε από τους επιστήμονες του Πανεπιστημίου Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης διαπίστωσε ότι υπάρχει συσχετισμός μεταξύ του ψυχολογικού στρες των γονιών και της συχνότητας που παρουσιάζουν ασθένειες τα παιδιά τους, αλλά και του πώς λειτουργεί το ανοσοποιητικό τους σύστημα.
Οι επιστήμονες ζήτησαν από τους γονείς 169 παιδιών ηλικίας πέντε – 10 ετών να αναφέρουν λεπτομερώς όλα τα προβλήματα υγείας που είχαν τα παιδιά τους για τρία χρόνια.
Επιπλέον κάθε έξι μήνες οι γονείς αυτοί υποβάλλονταν σε ειδικό τεστ αξιολόγησης της δικής τους ψυχικής υγείας. Στο τεστ δινόταν ιδιαίτερη σημασία στην ανίχνευση των δεικτών που υποδηλώνουν την ύπαρξη στρες όπως το άγχος και η κατάθλιψη.
Οι ερευνητές μελέτησαν βασικά κύτταρα του ανοσολογικού συστήματος των παιδιών, όπως τα κύτταρα NK (Natural Killers), CD4, CD8 κ.α. με σκοπό να διαπιστώσουν σε ποια παιδιά υπήρχε δραστηριοποίηση του συστήματος άμυνας του οργανισμού.
Παρατήρησαν ότι μεγάλος αριθμός ασθενειών με ή χωρίς πυρετό, ήταν εμφανής στα παιδιά των οποίων οι γονείς είχαν υψηλά επίπεδα συναισθηματικού στρες. Όταν μελέτησαν τα κύτταρα του ανοσολογικού συστήματος των παιδιών αυτών διαπίστωσαν μεγαλύτερη συχνότητα σημεία διέγερσης και δραστηριοποίησης, γεγονός που σημαίνει ότι το ανοσολογικό σύστημα των παιδιών αυτών δούλευε εξαιρετικά σκληρά για να καταπολεμεί μολύνσεις.
Αυτό που προκύπτει ως ερώτημα για τους επιστήμονες είναι το ποιοι παράγοντες του στρες έχουν τις σοβαρότερες επιδράσεις στα παιδιά και αν τελικά αυτά τα παιδιά είναι σε θέση να έχουν φυσιολογική σωματική κατάσταση, όσον αφορά στην ευπάθεια στις ασθένειες και στη λειτουργία του ανοσοποιητικού τους συστήματος όταν οι γονείς καταφέρουν να διώξουν το στρες από τη ζωή τους.
Για το λόγο αυτό θεωρούν ότι είναι επιβεβλημένο να γίνουν κι άλλες μελέτες για να πιστοποιήσουν τι συμβαίνει επακριβώς αλλά και να διαπιστώσουν την περαιτέρω εξέλιξη των παιδιών αυτών.
Όπως λένε το στρες σχετίζεται με ευπάθεια σε διάφορες νόσους και το γεγονός ότι το οικογενειακό στρες μπορεί να μεταφέρεται στα παιδιά και να έχει συνέπειες στη σωματική τους υγεία πρέπει να μας προβληματίσει. Και δεν πρέπει να βασιζόμαστε στις άμυνες και δυνατότητες προσαρμογής που έχουν τα παιδιά, καθώς όπως όλοι γνωρίζουμε δεν είναι όλα τα παιδιά ίδια. Το σίγουρο είναι ότι οι γονείς δεν πρέπει να μεταφέρουν τα προβλήματα και τα αρνητικά τους συναισθήματα στα παιδιά με κανένα τρόπο, ούτε ακούσια.