Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους απαιτεί μία ελάφρυνσή του και εξαρτάται από την τήρηση των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Αθήνα, τονίζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Mάριο Ντράγκι, σε συνέντευξή του στην Il Sole 24 Ore.
«Το ελληνικό χρέος θα είναι βιώσιμο αν, πρώτα από όλα, η κυβέρνηση εφαρμόσει τις υποχρεώσεις του προγράμματος που υπέγραψε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη, την “κυριότητα” του προγράμματος. Δεύτερον, η βιωσιμότητα του χρέους απαιτεί μια ελάφρυνσή του. Και το τελευταίο αυτό πρέπει να είναι μεγέθους ανάλογου ώστε να απομακρύνει κάθε αμφιβολία σχετικά με την μελλοντική βιωσιμότητα του ίδιου του χρέους, όταν η πρώτη προϋπόθεση θα έχει βρει εφαρμογή», αναφέρει ο πρόεδρος της ΕΚΤ προσθέτοντας:
«Τι είδους “debt relief” θα πρέπει να γίνει, το πώς να στοχευθεί έτσι ώστε να μην αλλοιωθούν τα κίνητρα για την εφαρμογή του προγράμματος, είναι αποφάσεις που ανήκουν στις χώρες-μέλη, στους προϋπολογισμούς των οποίων θα έχει επιπτώσεις η απόφαση αυτή. Πάνω σε αυτό το θέμα η ΕΚΤ δεν έχει κάτι να πει».
Ο κ. Ντράγκι εκφράζει την ικανοποίησή του για την αποκατάσταση της εμπισοσύνης «πρώτα από όλα από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία σήμερα συνδιαλέγεται με τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κλίμα συνεργασίας».
Αναφέρει ακόμη ότι η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών «θα ξεκινήσει σύντομα, μόλις δημοσιευθούν τα στοιχεία της εκτίμησής μας» (σ.σ. ανακοινώθηκαν σήμερα). «Δεν νομίζω, λοιπόν, ότι έχει μείνει ένας απόηχος έλλειψης εμπιστοσύνης. Ήταν, βέβαια, ένα άλλο πολύ δύσκολο τεστ που η νομισματική ένωση μπόρεσε να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει. Είναι νωρίς για να πούμε έναν οριστικό λόγο, αλλά αν σήμερα συγκρίνουμε τον τωρινό διάλογο με την ελληνική κυβέρνηση με εκείνον προ πενταμήνου ή εξαμήνου, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά», εκτιμά.