Παραμένουν αναλλοίωτα στο χρόνο και αποτυπώνουν παλιές συνήθειες, που η σύγχρονη εποχή δεν έχει καταφέρει να τις εξαφανίσει.
Τα έθιμα των Χριστουγέννων διαφέρουν από τόπο σε τόπο, έχουν, όμως, έναν κοινό παρονομαστή: την ελπίδα που φέρνει η γέννηση του Χριστού.
Στη Φλώρινα, οι κάτοικοι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού ανάβοντας μεγάλες φωτιές στις 12 τα μεσάνυχτα της 23ης προς την 24η Δεκεμβρίου. Οι Φωτιές της Φλώρινας συμβολίζουν τη φωτιά που άναψαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ για να ζεσταθεί ο νεογέννητος Χριστός. Φωτιές ανάβουν επίσης και το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.
Τα παιδιά της κάθε γειτονιάς αρχίζουν τότε να μαζεύουν ξύλα από κέδρο, να τα βάζουν σε ένα ασφαλές μέρος, για να μη τους τα κλέψουν παιδιά από άλλες γειτονιές και ορίζουν ένα φύλακα για κάθε βραδιά.
Αν τα παιδιά καταφέρουν να κλέψουν ξύλα που προορίζονται για τη φωτιά μιας άλλης γειτονιάς, στήνουν γλέντι για το πανηγυρίσουν, ενώ ο ντροπιασμένος θεωρείται ο φύλακας που του έκλεψαν τα ξύλα. Παλιότερα ήταν τόσο μεγάλη η ντροπή για εκείνον που άφησε να του κλέψουν τα ξύλα, που ούτε στο σχολείο δεν τολμούσε να πάει την άλλη μέρα.
Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω» που έχει σχέση με τη σφαγή του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν το βράδυ φωτιές, φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», δηλαδή «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο, οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχτούν.
Στη Σιάτιστα Κοζάνης αναβιώνουν οι «κλαδαριές», τα «κόλιαντα» και τα «μπουμπουσάρια». Οι «κλαδαριές» είναι οι φωτιές που ανάβονται κάθε χρόνο για να ζεστάνουν τον Χριστό. Τα «κόλιαντα» είναι τα κάλαντα στο τοπικό σιατιστινό ιδίωμα, ενώ την ημέρα των Θεοφανίων αναβιώνουν τα «μπουμπουσάρια», δηλαδή τα καρναβάλια με το καθαρά σιατιστινό Αϊβασιλιάτικο χορό.
Όπως γράφει ο λαογράφος Γεώργιος Μπόντας, παλαιότερα τα παιδιά της κάθε γειτονιάς, από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου έκαναν ομάδες και φρόντιζαν να συγκεντρώσουν ξερά χόρτα, τα φουρφούρια (Γεράνεια) ή λόζιο (Χώρα), για να έχουν το απαραίτητο σύνολο ξερών χόρτων, με το οποίο θα τροφοδοτήσουν τη φωτιά, τη λεγόμενη «κλαδαριά», που θα ανάψουν στις 23 Δεκεμβρίου το βράδυ.
Το μεσημέρι της παραμονής Πρωτοχρονιάς, στους δρόμους και τις πλατείες πολλών μακεδονικών πόλεων εκτυλίσσεται η γιορτή του μαγκαλιού. Ο κόσμος αποχαιρετά τον παλιό χρόνο ψήνοντας χοιρινό στο μαγκάλι. Από παλιά, το χοιρινό αποτελούσε κύριο πιάτο των εορτών μετά τη 40ήμερη νηστεία. Οι οικογένειες τάιζαν το γουρούνι, προσπαθώντας να το παχύνουν και το έσφαζαν για το εορταστικό τραπέζι.
Τα Θεοφάνια στη Μακεδονία αναβιώνουν τα «ραγκουτσάρια» στην Καστοριά, οι «φωταράδες» στη Χαλκιδική, τα «τζαμαλάρια» στην Αρνισσα Πέλλας και οι «προδρομίτες» στην Πιερία.
Στην ανατολική Μακεδονία ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εορτασμός των Θεοφανίων στη Δράμα, με πληθώρα εκδηλώσεων και δρώμενων. Σκοπός τους είναι η εξασφάλιση της καλοχρονίας, δηλαδή η καλή υγεία και η πλούσια γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Μαύρες κάπες, δέρματα ζώων, μάσκες, κουδούνια και θόρυβοι, στάχτη και σταχτώματα, χοροί και αγερμοί, αναπαράσταση οργώματος και σποράς, πλούσιο φαγοπότι και ευχές επιδιώκουν να επενεργήσουν στην καρποφορία της φύσης.
Σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από την πόλη της Δράμας βρίσκεται το Μοναστηράκι, όπου κάθε χρόνο, στις 6 Ιανουαρίου, την ημέρα των Θεοφανίων, αναβιώνει το έθιμο των Αράπηδων. Έχει τις ρίζες του στην αρχαία ελληνική θρησκεία και πιο συγκεκριμένα στις διονυσιακές τελετές, ενώ έχει δεχτεί και χριστιανικές επιρροές.
Οι Αράπηδες είναι μια εθιμική παράσταση (δρώμενο) με έντονα την υπερβολή, το μαγικό και το λατρευτικό στοιχείο, στην οποία συμμετέχουν οι κάτοικοι της περιοχής. Είναι μία από τις μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου (25 Δεκεμβρίου – 6 Ιανουαρίου) που γίνονται στο Νομό Δράμας και πιο συγκεκριμένα στο Μοναστηράκι, στο Βώλακα, στην Πετρούσα, στον Ξηροπόταμο, στους Πύργους και στην Καλή Βρύση.
Το ίδιο έθιμο συναντάμε και στα χωριά Βώλακας, Πετρούσα και Ξηροπόταμος. Αναβιώνει, επίσης, κάθε χρόνο και στη Νίκησιανη του Δήμου Παγγαίου στο νομό Καβάλας.
Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια).
Στο νησί της Θάσου οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο: Το σπόρδισμα των φύλλων. Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ’ αναμμένα κάρβουνα φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μία ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.
Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας -συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας- στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.
Με θέματα που προέρχονται τόσο από τη σύγχρονη πραγματικότητα, όσο και από τη λαϊκή παράδοση, οι κάτοικοι της Αλεξανδρούπολης συμμετέχουν στις Χριστουγεννιάτικες Γιορτές, που αποτελούν μία ευκαιρία υπόμνησης της πλούσιας σε ήθη, έθιμα και τραγούδια παράδοσης της Θράκης. Από τα έθιμα αυτά ξεχωρίζουν τα πολλά χριστουγεννιάτικα τραγούδια της, γνωστά και ως «Ρουγκάτσια», και εδέσματα όπως τα εννιά νηστίσιμα φαγητά και η «μπάμπο».
Σε μερικές περιοχές όπως στην Κορινθία στην περιοχή της Νεμέας εφαρμόζεται το έθιμο της ψυχοκόρης, δηλαδή το πρωί των Χριστουγέννων όταν γυρίζουν από την εκκλησιά η έφηβη κόρη του σπιτιού τους περιμένει έχοντας βάλει πάνω στην πιατέλα όλα τα παραδοσιακά εδέσματα της Νεμέας: κουραμπιέδες, δίπλες, μελομακάρονα, τηγανόψωμα, ξεροτήγανα και γλυκά του κουταλιού. Εκτός από αυτά προσφέρουν και στον άντρα της οικογένειας Λικέρ. Επίσης το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων βάζουν ακόμα και πλαστικά κλαδιά (παλιότερα από αμπέλια) πάνω από τα τζάκια, πλένονται καλά για να μην τους κατουρήσουν όπως λένε οι καλικάντζαροι και σκεπάζουν τα γλυκά με αλουμινόχαρτα.
Στη νησιωτική χώρα, κυρίως στην νήσο Σάμο τα Χριστούγεννα τα ζώα μέχρι να μεσημεριάσει δεν τα βγάζουν έξω, διότι πιστεύουν ότι αν τα δει η Πούλια θα τους αφήσει ένα σημαδιακό αστέρι που αν έχει 6 γωνίες θα πεθάνουν και αν έχει 4 θα αρρωστήσουν.
Ακόμη και σήμερα στην Πελοπόννησο διατηρείται το έθιμο του Χριστόψωμου, όπου κάθε Χριστούγεννα οι νοικοκυρές φτιάχνουν ένα ψωμί που είναι σταυρωτά κεντημένο και την ημέρα των Χριστουγέννων το κυλούν πάνω στο τραπέζι. Αν πέσει από την ανάποδη μεριά του, η χρονιά θα πάει άσχημα ενώ αν πέσει από την καλή, θα πάει καλά και η χρονιά.
Χριστουγεννιάτικα έθιμα στην Κύπρο
Σε πείσμα των καιρών, κάποιοι στα χωριά της Κύπρου προσπαθούν να διατηρήσουν ζωντανά τα χριστουγεννιάτικα έθιμα και γενικότερα την παράδοση του Δωδεκαημέρου.
Στις μέρες μας πολλά έχουν αλλάξει, τόσο στις πόλεις, όσο και στην ύπαιθρο. Ωστόσο, σε πείσμα των καιρών και της τεχνολογικής προόδου, κάποιοι στα χωριά της Κύπρου προσπαθούν να διατηρήσουν ζωντανά τα ήθη και έθιμα και γενικότερα την παράδοση του Δωδεκαημέρου, που ορίζεται χρονικά από την παραμονή των Χριστουγέννων και λήγει ανήμερα των Φώτων.
Οι γυναίκες στα χωριά και σε ορισμένες πόλεις αρχίζουν τις προετοιμασίες με το καθάρισμα του σπιτιού. Καιρό πριν στολίζουν το χριστουγεννιάτικο δέντρο και όλο το σπίτι για να μπουν πιο εύκολα στο πνεύμα των εορτών. Τα παιδιά λένε τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι. Σήμερα, η πλειονότητά τους καταφεύγει στα ζαχαροπλαστεία για να προμηθευτεί γλυκά, όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα, το «Christmas cake» και τα σταυροκούλουρα. Η παράδοση λέει ότι κάθε νοικοκυρά πρέπει να φτιάξεις μόνη τα γλυκά για να μυρίσει το σπίτι Χριστούγεννα.
Την παραμονή της γιορτής οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τη γέμιση της γαλοπούλας. Την επόμενη μέρα μετά τη Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων, σε οικογενειακή ατμόσφαιρα, γύρω από το τραπέζι απολαμβάνουν όλοι μαζί το ζεστό τραχανά ή τη σούπα αυγολέμονο με κοτόπουλο. Και μέχρι το μεσημέρι η σούβλα χοιρινό και αρνί θα ’ναι έτοιμη, μαζί με πολλά άλλα παραδοσιακά φαγητά.
Όλοι περιμένουν τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά για να πάρουν δώρα και να συναντηθούν με αγαπημένα τους πρόσωπα, ανταλλάσσοντας ευχές. Ακόμη και σήμερα στις πόλεις, οικογένειες με μικρά παιδιά ετοιμάζουν το δείπνο του Άγιου Βασίλη και τον περιμένουν την Πρωτοχρονιά να έρθει και να τους επισκεφτεί, βάζοντας τα δώρα κάτω από το δέντρο και αφήνοντας πίσω του ψίχουλα από τα κουλουράκια. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι νοικοκυρές παρασκευάζουν τη βασιλόπιτα και βάζουν μέσα νόμισμα για τον τυχερό της χρονιάς.
Την παραμονή των Φώτων οι νοικοκυρές φτιάχνουν «ξεροτίανα» λουκάνικα και λουκουμάδες. Σύμφωνα με το έθιμο ρίχνουν τα «ξεροτίανα» πάνω στη στέγη του σπιτιού για να φύγουν οι καλικάντζαροι, τα πνεύματα που κυκλοφορούν τις νύχτες για να κλέψουν, φωνάζοντας «τιτσίν τιτσίν λουκάνικο μασσαίρι μαυρομάνικο να φάτε τζιαι να φύετε». Τα λουκάνικα – καπνιστά, παραγεμισμένα με φρέσκο ψιλοκομμένο κρασάτο χοιρινό ή με μοσχάρι (παστουρμάς), πικάντικα με την προσθήκη μπαχαρικών και μυριστικών, όπως πιπέρι, κόλιαντρο, σπόρους από σχίνο, λεπτά ή παχουλά, ζουμερά ή στεγνά – είναι αναμφισβήτητα η πρωταγωνιστική λιχουδιά του εορταστικού Δωδεκαημέρου.
Κατά την ημέρα των Φώτων διατηρείται το έθιμο της «πουλουστρίνας». Tα παιδιά ζητούν από τους δικούς τους λεφτά για να τους ευχηθούν, λέγοντάς τους «Καλημέρα και τα Φώτα και την πουλουστρίνα πρώτα».
Ανήμερα των Θεοφανίων (Φώτων) στο τέλος της Θείας Λειτουργίας τελείται ο Μέγας Αγιασμός και στη συνέχεια στις παράλιες πόλεις γίνεται ο καθαγιασμός των υδάτων με τη ρίψη του Τιμίου Σταυρού στη θάλασσα ή στα ποτάμια και τις λίμνες. Πολλοί νέοι βουτάνε στα κρύα νερά για να βρουν τον Σταυρό και να λάβουν ξεχωριστή ευλογία. Αξέχαστα θα μείνουν τα Θεοφάνια του 1974 στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο, όπου της Θείας Λειτουργίας και του Αγιασμού προέστη ο τότε πρόεδρος της Κύπρου, αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’.
Η σφαγή του οικόσιτου χοίρου
Τις μέρες αυτές, σχεδόν σε όλα τα χωριά της Κύπρου, κάθε νοικοκύρης έσφαζε το χοίρο της αυλής. Ο χοίρος ήταν σπιτίσιος, καλοταϊσμένος με αλεσμένο κριθάρι ανακατεμένο με ορρό γάλακτος (ό,τι έμενε από την τυροκόμηση), φρούτα, τραγανά βαλανίδια αν υπήρχαν στην περιοχή, τις φλούδες της πατάτας και τα αποφάγια, τα υπόλοιπα δηλαδή του οικογενειακού φαγητού.
Το μοσχαναθρεμμένο χοιρίδιο τις παραμονές των Χριστουγέννων ήταν ροδαλό, ελαφρά υπέρβαρο, μέχρι και 150 κιλά, αλλά με νοστιμότατο κρέας που δεν έχει τίποτε να κάνει με το κρέας που σήμερα ονομάζουμε χοιρινό. Η σφαγή του χοίρου είναι συνήθεια που ανάγεται στα αρχαία χρόνια και στις ιερές τελετές των αρχαίων μας προγόνων. Στη νεοελληνική παράδοση η σφαγή του χοίρου συμβολίζει τον εξαγνισμό του σπιτιού και της οικογένειας από το κακό, σύμφωνα με την ερευνήτρια Φλωρεντία Κυθραιώτου.
Ολόκληρο το ζώο αξιοποιούνταν στο έπακρο, τίποτε δεν πεταγόταν. Από το κεφάλι φτιαχνόταν η ζαλατίνα, απ’ το κρέας τα παστά, τα κουμνιαστά, τα λουκάνικα, οι λούντζες και τα χοιρομέρια. Το λίπος όπου ήταν παχύ, κοβόταν, αλατιζόταν, πασπαλιζόταν με βότανα ή μπαχαρικά και γινόταν παστό. Με το λαρδί του χοίρου μαγείρευαν πολλά απλά και ταπεινά φαγητά της καθημερινότητας και τα έκαναν νοστιμότερα. Όπως το πιλάφι – πουργούρι που έτρωγαν στο θέρος οι θεριστάδες, που μαγειρευόταν με λαρδί και εθεωρείτο νοστιμότατο έδεσμα. Ή ακόμα έφτιαχναν τις τιτσιρίδες, που ήταν μικρά κομμάτια λίπους καβουρδισμένα, κάτι σαν το ποπ κορν της εποχής. Ο οικόσιτος αυτός χοίρος μαζί με το αρνί της Λαμπρής, ή τα πουλερικά της αυλής, αν υπήρχαν, ήταν όλο κι όλο το κρέας της χρονιάς.
Βασιλόπιτα
H σημερινή βασιλόπιτα συνδέεται άμεσα με τον Άγιο, που η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά κατά την πρώτη μέρα του χρόνου: τον ασκητικό Άγιο Βασίλειο, επίσκοπο Καισαρείας. Το μοίρασμα της πίτας γίνεται για το καλό της χρονιάς και την καλή τύχη του σπιτιού.
Στην Κύπρο, μαζί με τις «γεννόπιττες», τα εορταστικά δηλαδή ψωμιά των Χριστουγέννων, που με τόση τέχνη έφτιαχναν οι νοικοκυρές και είχαν ως κεντρικό σύμβολο το σταυρό, ζύμωναν από το ίδιο ζυμάρι τη μεγάλη πίτα για την Πρωτοχρονιά. Η πίτα αυτή ήταν γνωστή στα χωριά ως βασιλόπιτα, «Βασίλης» ή «Άη Βασίλης» και σε μερικά χωριά της Πάφου «βασιλόπουλλα». Στην πίτα έμπαινε πάντοτε και το νόμισμα, που θα αναδείκνυε τον τυχερό της χρονιάς. Στα πιο πολλά χωριά συνήθιζαν να κάνουν ένα ανθρωπάκι από ζυμάρι, ομοίωμα του Αγίου Βασιλείου, που το τοποθετούσαν πάνω ή δίπλα στην πίτα. Συνήθως, τα «βασιλούθκια» τα έδιναν στα παιδιά την πρώτη μέρα του χρόνου.
Η περίοδος του Δωδεκαημέρου είναι ιδιαίτερα πλούσια σε έθιμα και παραδόσεις που σχετίζονται με το ψωμί.
Τα ψωμιά του Δωδεκαημέρου στην Πάφο είναι οι «γεννόπουλλες ή γεννόπιτες, οι βασιλόπουλλες ή βασιλόπιτες», και τα κουλούρια με διάφορα σχήματα και ονομασίες, όλα τυλιγμένα σε σησάμι —γι’ αυτό και ονομάζονται σησαμωτά. Τα διάφορα αυτά είδη εορταστικών άρτων έχουν ως βασικό στοιχείο το ότι φέρουν το σημείο του σταυρού, σε διάφορα μεγέθη και μορφές, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις διακοσμούνται και με μοτίβα από τη φύση και την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Τα κουλούρια που φέρουν τα σχήμα του σταυρού και φτιάχνονταν και το Πάσχα ονομάζονται και σταυροκούλουρα.
Με πληροφορίες από SanSimera.gr